Συνέντευξη: Φωτεινή Τίκκου

Μέρος της εικονογράφησης από το βιβλίο του Μάνου και της Αννας Κοντολέων “Φεύγει-Ερχεται” (εκδ. Καλειδοσκόπιο)

Το εικονογραφημένο βιβλίο είναι αποτέλεσμα συνεργασίας

Τα social media μπορούν να σε μάθουν πολλά πράγματα. Και κυρίως να σου γνωρίσουν εξαιρετικά ενδιαφέροντες ανθρώπους και καλλιτέχνες. Η Φωτεινή Τίκκου έχει δυνατή παρουσία σε αυτά και κυρίως μέσα από τον λογαριασμό της στο Instagram, όπου πολύ συχνά ανεβάζει έργα της. Ετσι την γνωρίσαμε κι εμείς και αποφασίσαμε, μετά κιόλας από την κυκλοφορία του τελευταίου βιβλίου του Μάνου και της Αννας Κοντολέων “Φεύγει – Ερχεται” (εκδ. Καλειδοσκόπιο), που εικονογράφησε, να μιλήσουμε μαζί της για τη ζωή και τη δουλειά της στον Βορρά, τη συνεργασία της με τους δύο συγγραφείς, για τη διαδικασία της εικονογράφησης, τις χαρές και τις δυσκολίες και για τις διαφορές μεταξύ Ελλάδας και Δανίας. Και είχε πολλά ενδιαφέροντα να μας πει. 

 

Πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με την εικονογράφηση παιδικών βιβλίων;

To 2007 και ενώ ζούσα στη Σεβίλλη μου μπήκε η ιδέα να ασχοληθώ με την παιδική εικονογράφηση. Κι αυτό γιατί χαζεύοντας στα βιβλιοπωλεία της πόλης ανακάλυψα μαγευτικά εικονογραφημένα βιβλία, γεμάτα χρώματα και όμορφες ιστορίες. Μετά από αυτό άρχισα να δημιουργώ παιδικές εικονογραφήσεις έτσι ώστε να φτιάξω ένα portfolio. Παρακολούθησα κάποια εργαστήρια εικονογράφησης και κόμικ κι όταν επέστρεψα στην Ελλάδα άρχισα να στέλνω δείγματα σε εκδοτικούς οίκους. Μετά από ένα μήνα μου απάντησαν από τα Ελληνικά Γράμματα και εικονογράφησα μαζί τους τα πρώτα μου 5 βιβλία με την Αργυρώ Κοκορέλη και τον Χρήστο Μπουλώτη. Ακολούθησαν κι άλλες συνεργασίες με διάφορους εκδοτικούς οίκους.

 

Από πού αντλείτε την έμπνευσή σας και ποιος καλλιτέχνης ήταν αυτός που σας έχει επηρεάσει περισσότερο;

Τα πάντα μπορούν να αποτελέσουν πηγή έμπνευσης. Από μια βόλτα στην πόλη, μια επίσκεψη σε ένα βιβλιοπωλείο, μια κουβέντα με ένα φίλο. Συνήθως εμπνέομαι από οπτικά ερεθίσματα. Μια έκθεση μοντέρνας Τέχνης για παράδειγμα μπορεί να μου δώσει νέες ιδέες και όρεξη για δημιουργία. Επίσης εμπνέομαι από τη δουλειά υπέροχων εικονογράφων. Το διαδίκτυο είναι μια εκπληκτική πηγή έμπνευσης μιας κι εκεί μπορεί κανείς να βρει μοναδικές δουλειές εικονογράφων από όλον τον κόσμο.

Οι καλλιτέχνες που με έχουν επηρεάσει είναι πολλοί. Λατρεύω την Beatrice Alemagna για τη μοναδικότητα των εικόνων της και τις αφηγηματικές επιλογές των εικονογραφήσεών της. Την Rebecca Dautremer για την εκπληκτική της μαεστρία στη ζωγραφική. Μου αρέσουν πολύ επίσης εικονογράφοι που ξεφεύγουν από το παραδοσιακό ύφος της παιδικής εικονογράφησης. Μαγεύομαι από τις εικόνες της Yael Frankel και της Ch­iara Carrer που χρησιμοποιούν πολύ το κολλάζ. Αγαπώ τη δουλειά της Betania Zacarias και της Rebeca Luciani. Στην πραγματικότητα είναι τόσο πολλοί οι εικονογράφοι που λατρεύω που θα έπρεπε να γράφω ώρες για να τους αναφέρω όλους.

 

Ποιες τεχνικές χρησιμοποιείτε;

Χρησιμοποιώ διαφορετικές τεχνικές ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε πρότζεκτ καθώς και με την όρεξή μου την εκάστοτε περίοδο. Όταν ξεκίνησα δούλευα σχεδόν αποκλειστικά ψηφιακά, ωστόσο τα τελευταία χρόνια νιώθω πως έχω αρχίσει να νοσταλγώ τη χρήση πιο παραδοσιακών μέσων, την επαφή με το χαρτί, καθώς και τα μικρά ευτυχή ατυχήματα που μπορεί να προκύψουν δουλεύοντας στο χέρι. Μου αρέσουν οι ατέλειες, οι διαφορετικές υφές και οι οργανικές πινελιές. Νιώθω πως το ψηφιακό αποτέλεσμα τείνει να είναι υπερβολικά ‘τέλειο’ και αυτό μπορεί να το κάνει ίσως λίγο ψυχρό.

Οπότε τα τελευταία χρόνια δουλεύω όλο και περισσότερο στο χέρι. Αυτήν την περίοδο η τέμπερα είναι σίγουρα το αγαπημένο μου υλικό. Θεωρώ πως είναι ένα μέσο με εκπληκτικές δυνατότητες μιας και συνδυάζει ιδιότητες σαν αυτές της ακουαρέλας και του ακρυλικού. Επίσης χρησιμοποιώ χρωματιστά μολύβια, παστέλ και κολλάζ. Η τεχνική μου είναι πάντα μεικτή. Ποτέ δε χρησιμοποιώ αποκλειστικά μόνο ένα υλικό σε μια εικόνα. Κάποιες φορές συνδυάζω παραδοσιακές και ψηφιακές τεχνικές όταν νιώθω πως αυτό είναι απαραίτητο.

Το πιο πρόσφατο βιβλίο που έχετε εικονογραφήσει και που κυκλοφόρησε στην Ελλάδα πριν λίγο καιρό είναι το “Φεύγει-Ερχεται”, του Μάνου και της Αννας Κοντολέων από τις εκδόσεις Καλειδοσκόπιο. Θέλετε να μας εξηγήσετε λίγο τη διαδικασία της δημιουργίας της εικόνας της ιστορίας; Πως δουλέψατε το κείμενο; Είχατε άμεση επαφή με τους συγγραφείς; Επεμβαίνει γενικά ο συγγραφέας στο δημιουργικό κομμάτι της έκδοσης ενός βιβλίου και σε ποιο βαθμό;

Το «Φεύγει-Έρχεται» κατέχει μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου γιατί πέρα από το γεγονός ότι πρόκειται για ένα υπέροχα γραμμένο κείμενο από έναν μπαμπά και μία κόρη, είναι μια ιστορία με την οποία ταυτίζομαι σε πολλά επίπεδα λόγω του ότι τα τελευταία χρόνια ζω κι εγώ στον Βορρά. Η Αλέξα Αποστολάκη, εκδότρια των εκδόσεων Καλειδοσκόπιο ήρθε σε επαφή μαζί μου, γνωρίζοντας πως μένω στη Δανία, κάτι που φαντάζομαι την έκανε να σκεφτεί πως ίσως ήμουν κατάλληλη να εικονογραφήσω το βιβλίο αυτό που μιλάει για την αίσθηση της ξενιτιάς, τη λαχτάρα της επιστροφής στο Νότο, τη νοσταλγία, το πως είναι να μοιράζεις την καρδιά σου ανάμεσα σε δύο τόσο διαφορετικούς κόσμους.

Η εικονογράφηση του συγκεκριμένου βιβλίου ήταν μια πρόκληση για μένα λόγω της ιδιαιτερότητας του κειμένου που στην ουσία πρόκειται για δύο διαφορετικά κείμενα, γραμμένα από δύο διαφορετικούς συγγραφείς, για δύο διαφορετικές πραγματικότητες, οι οποίες όμως εισχωρούν η μία στην άλλη. Η αφήγηση διαδραματίζεται ταυτόχρονα στα σαλόνια του βιβλίου και η δυσκολία όσον αφορά την εικονογράφηση έγκειται στη συνύπαρξη των δύο αυτών κόσμων και στην απόδοση της διαφορετικότητάς τους. Προσπάθησα να διαχωρίσω τις δύο πραγματικότητες με διαφορετικούς τρόπους. Με τη χρήση ελαφρώς πιο μουντών χρωμάτων στον Βορρά, με εναλλαγές στον καιρό ανάμεσα στις δύο εικόνες, με τις επιγραφές σε διαφορετικές γλώσσες, με εικόνες που μοιάζουν να μη συνδέονται με την πρώτη ματιά αλλά χρησιμοποιώντας αντικείμενα που εισβάλουν από τη μια σελίδα στην άλλη. Δεν ξέρω κατά πόσο το κατάφερα, αλλά ήταν σίγουρα μια υπέροχη και εκπληκτικά δημιουργική συνεργασία, η οποία πραγματοποιήθηκε με εμένα στη Δανία, την Αλέξα και τον Μάνο στην Αθήνα και την Άννα στην Κρήτη. Χωρίς το ίντερνετ φυσικά δε θα τα είχαμε καταφέρει.

Η επαφή τόσο με τους συγγραφείς όσο και με τον εκδοτικό ήταν άμεση και με βοηθήσαν πολύ στο να καταλάβω τι είχαν οι ίδιοι στο μυαλό τους για το συγκεκριμένο βιβλίο, χωρίς όμως να νιώσω σε καμία περίπτωση ότι με κατευθύνουν υπερβολικά. Από την άλλη, το κείμενο προσαρμόστηκε σε κάποια σημεία για χάρη της εικονογράφησης, κάτι που δε συμβαίνει συχνά. Νιώθω λοιπόν πως ήταν μια καθόλα ισότιμη συνεργασία μεταξύ συγγραφέων, εικονογράφου και εκδοτικού με σκοπό τη δημιουργία ενός βιβλίου που είναι τελικά το “παιδί” όλων μας. Σε αυτήν τη συνεργασία νομίζω πως εμπνευστήκαμε πολύ ο ένας από τον άλλον. Το εκπληκτικό είναι πως παρόλη την απόσταση μεταξύ μας ήταν σίγουρα μια από τις καλύτερες και πιο εύκολες συνεργασίες που είχα ποτέ και νομίζω πως είμαστε όλοι ευχαριστημένοι από το τελικό αποτέλεσμα.

Αυτό είναι όμως κάτι που δυστυχώς δε συμβαίνει συχνά. Κάθε συνεργασία είναι διαφορετική. Κάποιες φορές ο εκδότης είναι αυτός που έχει τον πρώτο λόγο, άλλες φορές είναι ο συγγραφέας. Κάποιες φορές ο συγγραφέας και ο εικονογράφος δεν έρχονται σε επαφή, άλλες ο συγγραφέας επιλέγει τον εικονογράφο. Προσωπικά, απολαμβάνω τις συνεργασίες με συγγραφείς και εκδότες οι οποίοι με επιλέγουν γιατί νιώθουν πως είμαι η κατάλληλη για να εικονογραφήσω ένα κείμενο, σεβόμενοι το προσωπικό μου στυλ και επιτρέποντάς μου να αποδώσω το κείμενο με το δικό μου τρόπο και με ελευθερία. Χαίρομαι ιδιαίτερα όταν συνεργάζομαι με συγγραφείς που με ενθαρρύνουν να δημιουργήσω εικονογραφήσεις που να δρουν παράλληλα με το κείμενο, χωρίς να υποτάσσονται πιστά σε αυτό, με συγγραφείς οι οποίοι δεν φοβούνται πως το κείμενο τους ίσως ‘καπακωθεί’ από την εικονογράφηση.

Αντίθετα με ενοχλεί όταν ο συγγραφέας γίνεται ιδιαίτερα υποδεικτικός κι όταν παρεμβαίνει υπερβολικά, θεωρώντας πως πρέπει να αποδώσω κάθε λέξη του κειμένου όπως ο ίδιος την έχει φανταστεί. Σε αυτές τις περιπτώσεις νιώθω πως επιλέχθηκα για να “ντύσω” ένα κείμενο με εικόνες απλά και μόνο επειδή ο συγγραφέας δεν ξέρει να ζωγραφίζει, κι αυτό είναι το χειρότερό μου.

Πιστεύω πως ο συγγραφέας οφείλει να παραδώσει στον εικονογράφο το τελικό κείμενο ελεύθερο και απαλλαγμένο από τυχόν προσδοκίες, όσον αφορά την εικονογράφηση, γιατί κάτι τέτοιο μόνο προβλήματα μπορεί να προκαλέσει στη συνεργασία. Κι αυτό γιατί σε καμία περίπτωση δεν μπορεί το όραμά του συγγραφέα για την εικονογράφηση του κειμένου του να ταυτιστεί απόλυτα με εκείνο του εικονογράφου. Στην περίπτωση που ο συγγραφέας έχει κάποιες ιδέες σε σχέση με την εικονογραφική απόδοση του κειμένου του το καλύτερο που μπορεί να γίνει είναι μια σειρά εκτενών συζητήσεων με τον εικονογράφο, περισσότερο για να διαπιστωθεί αν οι προθέσεις των δύο συμπίπτουν. Αν τελικά ο συγκεκριμένος εικονογράφος είναι όντως η καταλληλότερη επιλογή για το συγκεκριμένο βιβλίο. Νομίζω πως αυτό είναι το πιο κρίσιμο σημείο. Έχω κάνει συνεργασίες για τις οποίες θεώρησα πως δεν ήμουν η κατάλληλη επιλογή κι αυτές ήταν οι πιο δύσκολες. Πιστεύω πως πάντα προκαλούνται προβλήματα όταν ο εκδότης/συγγραφέας ζητάει κάτι διαφορετικό από εκείνο που θέλει ή μπορεί να κάνει ο εικονογράφος με αποτέλεσμα να μην είναι καμία πλευρά ικανοποιημένη.

Τέλος, νιώθω πως στην Ελλάδα τα πράγματα δεν είναι ισότιμα όσον αφορά τη σχέση συγγραφέα εικονογράφου. Συνηθίζουμε να δίνουμε βραβεία ή να λέμε «το βιβλίο του τάδε συγγραφέα» αναφερόμενοι σε εικονογραφημένα βιβλία, αγνοώντας σχεδόν ολοκληρωτικά τη συμβολή του εικονογράφου. Το εικονογραφημένο βιβλίο είναι αποτέλεσμα συνεργασίας. Χωρίς την εικονογράφηση το βιβλίο δε θα υπήρχε. Στο εξωτερικό τα ονόματα των δημιουργών ενός εικονογραφημένου βιβλίου πολλές φορές αναγράφονται δίπλα-δίπλα, χωρίς να προσδιορίζεται ποιος είναι ο εικονογράφος και ποιος ο συγγραφέας , ενώ πολλές φορές στις παρουσιάσεις τα βιβλία υπογράφονται και από τους δύο. Οπότε, δυσκολεύομαι να κατανοήσω γιατί στις παρουσιάσεις και στα βραβεία στην Ελλάδα απομονώνεται το κείμενο και αξιολογείται ξεχωριστά, ενώ ο εικονογράφος πολλές φορές απουσιάζει. Θεωρώ φοβερά άνισο ο συγγραφέας να μπορεί να παρεμβαίνει στη δουλειά του εικονογράφου τη στιγμή που το αντίθετο δε συμβαίνει ποτέ.

 

Ποιο είναι το βιβλίο που ξεχωρίζετε από όσα έχετε κάνει ως τώρα;

Από τις δουλειές μου μέχρι τώρα σίγουρα ξεχωρίζω το «Φεύγει-Έρχεται» για όλους τους λόγους που προανέφερα. Ωστόσο νιώθω πως το βιβλίο που ξεχωρίζω, όσον αφορά το κομμάτι της εικονογράφησης, ακόμα δεν έχει γίνει. Ελπίζω πως θα είναι ένα από τα μελλοντικά. Πάντα προσπαθώ κάθε βιβλίο που κάνω να είναι καλύτερο από το προηγούμενο. Επίσης, δεν είμαι ποτέ απόλυτα ευχαριστημένη με κανένα βιβλίο που ολοκληρώνω. Πάντα υπάρχουν εικόνες που νιώθω πως θα μπορούσα να έχω αποδώσει καλύτερα. Επιλογές που δε θα έκανα αν έπρεπε να το ξαναδούλευα και στοιχεία που δε μου αρέσουν όταν βλέπω το βιβλίο τυπωμένο.
Θεωρείτε πως ένα παιδικό βιβλιο μπορεί να σταθεί μόνο του χωρίς εικόνα και να έχει το ίδιο αντίκτυπο όπως ένα εικονογραφημένο;

Φυσικά και μπορεί να σταθεί μόνο του, αλλά θα προορίζεται σίγουρα για άλλες ηλικίες και θα είναι κάτι  διαφορετικό από το εικονογραφημένο βιβλίο. Οπότε, νομοτελειακά, δεν μπορεί να έχει τον ίδιο αντίκτυπο λόγω του ότι απευθύνεται σε διαφορετικό αναγνωστικό κοινό. Δεν μπορώ να φανταστώ ένα βιβλίο χωρίς εικόνες να έχει μεγάλη απήχηση σε ένα πεντάχρονο, αλλά φυσικά μπορώ να φανταστώ ένα δωδεκάχρονο να απολαμβάνει ένα παιδικό βιβλίο χωρίς εικόνες.
Η εικονογράφηση ενός παιδικού βιβλίου δίνει μια πρώτη αίσθηση στα παιδιά για την Τέχνη της ζωγραφικής ή του κολλάζ ή τις οποιαδήποτε τεχνικής ακολουθεί ο δημιουργός. Με ποιόν τρόπο μπορεί ένας γονιός ή ένας εκπαιδευτικός να χρησιμοποιήσει την εικονογράφηση μιας ιστορίας για να εισάγει το παιδί του ή τα παιδιά μιας τάξης στον κόσμο των εικαστικών;

Νιώθω πως στην Ελλάδα ο γονιός αγχώνεται ίσως υπερβολικά για το τι μπορεί να πάρει ένα παιδί από ένα παιδικό βιβλίο. Νομίζω πως θα έπρεπε να δώσουμε περισσότερη ελευθερία στα παιδιά μας να επιλέξουν τα ίδια τα βιβλία που τους κεντρίζουν το ενδιαφέρον και να μελετήσουμε το γιατί. Επίσης νομίζω πως η αγορά του παιδικού βιβλίου σήμερα καθορίζεται υπερβολικά από τη χρηστική αξία ενός βιβλίου, κάτι που θεωρώ λογικό και αναμενόμενο ως ένα σημείο. Καταλαβαίνω πως οι γονείς ψάχνουν βιβλία που θα βοηθήσουν – για παράδειγμα – το παιδί τους να φάει περισσότερα λαχανικά ή να μη φοβάται το σκοτάδι ή να μάθει να μοιράζεται. Ωστόσο, νομίζω πως η αγορά κατακλύζεται από τέτοιου είδους βιβλία τα οποία ίσως να ‘τρώνε χώρο’ από άλλα βιβλία που μπορούν να ξεχωρίσουν για την αυθεντικότητα του κειμένου τους και για τα υψηλά αισθητικά κριτήρια της εικονογράφησής τους. Βιβλία που με το κείμενο τους μπορούν να ‘γαργαλήσουν’ το μυαλουδάκι των μικρών αναγνωστών χωρίς να τους μαθαίνουν απαραίτητα κάτι και με εικονογραφήσεις που να μπορούν να καλλιεργήσουν την αισθητική τους.

Αν λοιπόν ο γονιός και οι εκπαιδευτικοί αρχίσουν να αναζητούν περισσότερα βιβλία τέτοιου είδους τότε είμαι σίγουρη πως η αγορά θα απαντήσει στην ανάγκη αυτή κι έτσι θα υπάρξει μεγαλύτερη πληθώρα τέτοιων βιβλίων που θα μπορέσουν να εισάγουν το παιδί στον μαγικό κόσμο των εικαστικών τεχνών. Στην περίπτωση αυτή πιστεύω πως ο γονιός δε θα χρειαστεί να κάνει πολλά μιας και είμαι σίγουρη πως το παιδί θα ανταποκριθεί στα υψηλής ποιότητας χαρακτηριστικά ενός τέτοιου βιβλίου. Με λίγα λόγια νομίζω πως το καλύτερο που έχει να κάνει  ο γονιός είναι απλά να επιλέξει καλά βιβλία με βάση υψηλά κριτήρια όσον αφορά την αρτιότητα τόσο του κειμένου όσο και της εικονογράφησης κι όχι με βάση το τι μπορεί να μάθει ένα παιδί από αυτά.

 

 

Ζείτε και εργάζεστε στο εξωτερικό, στη Δανία. Πόσο διαφορετικά είναι τα πράγματα εκεί για έναν δημιουργό που ασχολείται με το παιδικό βιβλίο;

Τα πράγματα εδώ είναι όντως πολύ διαφορετικά από ό,τι στην Ελλάδα, αλλά όχι απαραίτητα καλύτερα όπως θα μπορούσε να υποθέσει κανείς. Η αγορά του παιδικού βιβλίου εδώ είναι αρκετά περιορισμένη. Μιλάμε άλλωστε για μια χώρα με πληθυσμό περίπου 5 εκατομμυρίων. Το κόστος παραγωγής ενός βιβλίου είναι αρκετά υψηλό με αποτέλεσμα οι εκδότες να μην τολμούν νέα εγχειρήματα. Προτιμούν τις επανεκδόσεις και τις μεταφράσεις ξένων έργων που ξέρουν πως σίγουρα θα πουληθούν. Η τελική τιμή των βιβλίων είναι επίσης πολύ υψηλή. Τα 25-30 ευρώ είναι μια συνηθισμένη τιμή για ένα εικονογραφημένο βιβλίο με σκληρό εξώφυλλο. Οπότε και το αγοραστικό κοινό είναι επίσης προσεκτικό στις επιλογές του. Οι νέοι τίτλοι που βγαίνουν κάθε χρόνο είναι πολύ λιγότεροι από εκείνους της Ελλάδας. Έτσι, η αγορά επιβιώνει κυρίως από επανεκδόσεις βιβλίων άλλων δεκαετιών που πλέον έχουν γίνει κλασσικά. Έχει τύχει να αγοράσω βιβλίο για την κόρη μου με το οποίο μεγάλωσε και η γιαγιά της. Οι δε αμοιβές για τους εικονογράφους παιδικών βιβλίων είναι παραδόξως πολύ χαμηλές σε σχέση με αυτές που μπορεί να λάβει πχ. για μια δισέλιδη εικονογράφηση σε ένα περιοδικό. Για τους λόγους αυτούς δε δραστηριοποιούμαι καθόλου στο χώρο του παιδικού βιβλίου εδώ.

Το ενδιαφέρον ωστόσο όσον αφορά τη δανέζικη αγορά είναι πως μπορεί κάποιος να βρει πολλά βιβλία, ακόμα και περασμένων δεκαετιών, τα οποία πραγματεύονται ζητήματα που κατά γενική ομολογία θεωρούνται δύσκολα (όπως για παράδειγμα ο θάνατος, ο χωρισμός, η σεξουαλικότητα ή οι διαφορετικές μορφές οικογένειας) με ευθύτητα και χωρίς πολλούς συναισθηματισμούς. Ακόμα και η εικονογράφησή τους είναι εμφανώς πιο γκροτέσκα από τη συνηθισμένη, χωρίς ωραιοποιήσεις και πολλές φανφάρες. Κάτι που χαρακτηρίζει τους Δανούς ούτως ή άλλως.
Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;

Η χρονιά που έρχεται είναι γεμάτη όμορφες συνεργασίες και ενδιαφέροντα πρότζεκτ. Έχουν ήδη συμφωνηθεί κάποια παιδικά βιβλία τόσο με το εξωτερικό όσο και με την Ελλάδα. Επίσης θα εκδοθούν τα πρώτα δύο βιβλία μου που εκτός από την εικονογράφηση υπογράφω και το κείμενο. Κάτι που μου δίνει ιδιαίτερη χαρά. Ένα πρότζεκτ που με ενθουσιάζει και που είναι στις συζητήσεις με ένα αμερικάνικο εκδοτικό οίκο είναι η έκδοση ενός βιβλίου με θέμα τη δημιουργία μοτίβων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε υφάσματα ή χαρτί, το λεγόμενο surface pattern design. Κάτι με το οποίο πολύ πρόσφατα άρχισα να δουλεύω κι απολαμβάνω πολύ. Επίσης, τον ερχόμενο Σεπτέμβρη θα έχω τη μεγάλη χαρά να υπογράψω ένα νέο συμβόλαιο με ένα σημαντικό πρακτορείο εκπροσώπησης εικονογράφων με έδρα το Λονδίνο. Ελπίζω πως μέσα από αυτή τη συνεργασία θα προκύψουν πολύ ενδιαφέροντα πρότζεκτ. Τέλος, αυτό το φθινόπωρο θα εγκαινιάσω το διαδυκτιακό μου μαγαζί όπου κάποιος θα μπορεί να αγοράσει υψηλής ποιότητας αντίγραφα της δουλειάς μου καθώς και αυθεντικά έργα. Φαίνεται λοιπόν πως η ερχόμενη χρονιά θα είναι πολύ γεμάτη οπότε τα άμεσα σχέδιά μου περιλαμβάνουν χαλάρωση και καλοκαιρινές διακοπές σε ελληνικά νησιά και απόλαυση του ήλιου που τόσο μου έχει λείψει εδώ στον γκρίζο Βορρά.

Save

Save

ΜΟΙΡΑΣΕ ΤΟ

ΜοΜΑ: Curtis Scott

Ο Curtis Scott (αριστερά), υπεύθυνος του εκδοτικού του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης (MoMA), βρέθηκε τον Οκτώβριο στην Αθήνα και στο πλαίσιο των επισκέψεών του σε σχολεία μίλησε με τη Ζωή Κοσκινίδου για τα βιβλία Τέχνης που απευθύνονται σε παιδιά.

Anna Wilson

Η Anna Wilson γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αυστραλία, σπούδασε και ακολούθησε ακαδημαϊκό δρόμο, ταξίδεψε πολύ και γνώρισε πολλά μέρη. Όμως πάντα αγαπούσε να ζωγραφίζει. Ένα συμβάν στη ζωή της έπαιξε καταλυτικό ρόλο, ώστε να παρατήσει την ακαδημαϊκή της ενασχόληση και να αφιερωθεί σε αυτό που πάντα αγαπούσε αλλά φοβόταν να τολμήσει: να ζωγραφίζει. Κάπως έτσι ξεκίνησε να εικονογραφεί παιδικά βιβλία. Κάπως έτσι συνεργάστηκε με τη συγγραφέα Holly Hughes και μαζί δημιούργησαν αυτό το συγκινητικό και πολύ ατμοσφαιρικό βιβλίο που μιλάει για τη φιλία, τη σημασία της προσφοράς και τη μαγεία του χειμώνα… Με αφορμή την κυκλοφορία στα ελληνικά του βιβλίου “Το αγόρι που έφερε το χιόνι” (εκδ. Μάρτης) η Ζωή Κοσκινίδου μίλησε με την εικονο-γράφο.