5: Ναταλία Καπατσούλια

Το εικαστικό περιλαμβάνει λεπτομέρεια από το έργο της Lauren Child “Hubert Horace Gontran Lambert de Ville-Adam”

“5” θα πει τα πέντε πιο αγαπημένα βιβλία ενός εικονογράφου. Κάθε μήνα ένας Έλληνας ή μία Ελληνίδα δημιουργός επιλέγει και παρουσιάζει πέντε εικονογραφημένα βιβλία – ελληνικά ή ξένα, καινούρια ή παλιότερα, για παιδιά ή ενήλικες. Μέσα από αυτές τις επιλογές και τα μικρά κείμενα που συνοδεύουν τα βιβλία – ένα είδος λεζάντας – παίρνουμε μια μικρή γεύση από τις αναγνωστικές προτιμήσεις των καλλιτεχνών, τα βιβλία των οποίων έχουμε στα σπίτια μας και ξεφυλλίζουμε σχεδόν καθημερινά. Μια ιδέα ίσως από τις επιρροές τους, τους καλλιτέχνες που θαυμάζουν, τα έργα που αγαπούν να έχουν στη βιβλιοθήκη τους. Παράλληλα, μέσα από τις επιλογές αυτές γνωρίζουμε βιβλία και δημιουργούς που ίσως να μην ξέραμε ως τώρα. Ένα ταχύρυθμο μάθημα εικαστικών, μια εισαγωγή στον υπέροχο κόσμο της εικονογράφησης, που μόνο οι ίδιοι οι εικονογράφοι μπορούν να προσφέρουν.

Επιμέλεια στήλης: Ζωή Κοσκινίδου

Η Ναταλία Καπατσούλια είναι από τους εικονογράφους που δεν χρειάζονται πολλές συστάσεις. Από τους πρώτους στον χώρο που ασχολήθηκαν με το παιδικό βιβλίο και ξεχώρισαν για το στυλ τους, έχει ντύσει με τις εικόνες της περισσότερα από εκατό βιβλία. Σπούδασε αρχικά Γαλλική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και αργότερα εικονογράφηση και γελοιογραφία στο Εργαστήρι του Σπύρου Ορνεράκη. Τα πρώτα βιβλία που εικονογράφησε ήταν δύο σειρές δραστηριοτήτων για παιδιά σχολείου και το 2000 ξεκίνησε η συνεργασία της με τον Ευγένιο Τριβιζά. Έχει συνεργαστεί με πολλούς Ελληνες συγγραφείς, είτε εικονογραφώντας βιβλία τους είτε σχεδιάζοντας τα εξώφυλλά τους, όπως η Αγγελική Βαρελλά, η Ελένη Δικαίου, η Ρένα Ρώσση – Ζαΐρη, η Λότη Πέτροβιτς – Ανδρουτσοπούλου, η Σοφία Κώττη, ο Φίλιππος Μανδηλαράς, η Αλεξάνδρα Μπίζη, ο Πέτρος Τατσόπουλος, ο Αντώνης Παπαθεοδούλου, η Ελένη Γεωργοστάθη, η Γιούλα Μιχαήλ, ο Κυριάκος Αναστασιάδης και πολλοί ακόμη. Παράλληλα με τις συνεργασίες της με τους περισσότερους ελληνικούς εκδοτικούς οίκους, δούλεψε και για τα κλασικά πλέον παιδικά περιοδικά “Το Ρόδι” και “Τα Σαΐνια”, ενώ έχει γράψει και εικονογραφήσει και δικό της βιβλίο, το “Η μαμά πετάει” (εκδ. Διάπλαση, 2016). Στα περισσότερα από 24 χρόνια ενασχόλησής της με το παιδικό βιβλίο, τρία βιβλία της έχουν προταθεί για βραβείο, δύο για το Κρατικό Εικονογράφησης (“Οι χελώνες του βαρώνου” του Ευγένιου Τριβιζά και “Η πάπια που ήθελε να γίνει μαμά” της Κατερίνας Αναγνώστου, ) και ένα για το Βραβείο του περιοδικού “Διαβάζω” (Φραντζέσκα Αλεξοπούλου – Πετράκη, “Θέλω να γίνω ήρωας”). Το βασικότερο όμως είναι ότι στα τόσα χρόνια παρουσίας της στο παιδικό βιβλίο, τα βιβλία που έχει εικονογραφήσει η Ναταλία Καπατσούλια έχουν αγαπηθεί πολύ από τα παιδιά. Πάμε λοιπόν να δούμε ποια πέντε εικονογραφημένα βιβλία επέλεξε και μας παρουσιάζει η Ναταλία Καπατσούλια.


«Όταν απάντησα ενθουσιωδώς «ναι» στην Κόκκινη Αλεπού, για το αν θα ήθελα να γράψω για τα 5 αγαπημένα μου εικονογραφημένα βιβλία, δεν είχα ιδέα πόσο πολύ ενδιαφέρουσα θα αποδεικνυόταν η διαδικασία. Το 5 είναι πάρα πολύ μικρός αριθμός και τα αγαπημένα βιβλία πολλά. Σκέφτηκα, λοιπόν, να διαλέξω 5 που να πληρούν δύο προυποθέσεις: η πρώτη είναι να είναι πολύ λιτά στην εικόνα και το λόγο τους, και η εικόνα να παντρεύεται πολύ καλά με τα λόγια. Και η δεύτερη να τα έχω βιώσει ως μαμά που διαβάζει μεγαλόφωνα, να τα έχει αγαπήσει και το παιδί μου και να έχουν πάρει το χρόνο τους μέσα μου για να τα οικειοποιηθώ και να τα αγαπήσω κι εγώ.

Αρχίζω με το «Les bateaux de papier” (Anne Kalicky-Vanessa Hié, Languereau, 2005), τα «χάρτινα καραβάκια» που μας πηγαίνει στις –πολυαναμενόμενες- διακοπές ενός παιδιού, μακρυά από την πόλη, στη θάλασσα. Ο πρωταγωνιστής μας παίζει μόνος του στην παραλία φτιάχνοντας καραβάκια και ονειροπολώντας. Κάνει ένα φίλο, ένα παιδί που ζει εκεί. Φοβισμένος αρχικά, αλλά και με την παρότρυνση των γονιών του, ακολουθεί το παιδί με τον παππού του στο ψάρεμα.  Μια υπέροχη, μαγική εμπειρία για το παιδί της πόλης. Τα αγάπησα για τον απαλό τρόπο που μας δίνει τη νοσταλγία του θαλασσινού προορισμού των διακοπών, με τα χρώματα του Ατλαντικού εδώ, που μέσα τους το κόκκινο καραβάκι λάμπει. Παρ’ όλη τη λιτότητά της, η εικόνα σε προκαλει να τη χαϊδέψεις με το μάτι και, σχεδόν γεύεσαι την αλμύρα. Με εντυπωσίασε και οτι, χωρίς φανφάρες και κραυγές, με τον ήσυχο, σιωπηλό και διακριτικό του τρόπο, κέρδισε και τον τετράχρονο τότε γιο μου.

Συνεχίζω με μια επιλογή στα όρια του βιβλίου γνώσεων, το “La grosse faim de petit bonhomme” (Pierre Delye-Cecile Hudrisier, Didier Jeunesse, 2005). Ο μικρός τυπάκος με τη μεγάλη πείνα, ξυπνάει ένα πρωί και ανακαλύπτει οτι δεν έχει τίποτα να φάει στο σπίτι του. Αποφασίζει έτσι να πάει στο φούρνο. Όμως δεν έχει χρήματα. Ο φούρναρης του προτείνει αντί χρημάτων να του πάει αλεύρι (γιατί, όπως του εξηγεί, «… το ψωμί, δεν το δίνω, το πουλάω! Έτσι κερδίζω κι εγώ το ψωμί μου»). Ο φίλος μας πηγαίνει στον μυλωνά. Ο μυλωνάς όμως, με τη σειρά του, για να του δώσει αλεύρι, του ζητάει σιτάρι. Έτσι πηγαίνει στον αγρότη που, όμως του ζητάει κοπριά και από εκεί στο άλογο που του ζητάει χορτάρι, στη γη που διψάει για νερό, στο ποτάμι που χρειάζεται καθάρισμα. Αφού κάνει όλα όσα πρέπει, και την αντίστροφη διαδρομή, καταφέρνει να φτάσει στο σπίτι του με ένα καρβελάκι ψωμί, να φάει ο ίδιος, και να δώσει και στα ζωάκια. «Κι αύριο; Κι αύριο πάλι από την αρχή!» Ένα βιβλίο κυριολεκτικά για το «πώς βγαίνει το ψωμί», αλλά και για την αλληλοβοήθεια, την οικολογία, τη ζωή σε κοινότητα. Το κολάζ στην εικονογράφηση λειτουργεί άψογα: θέλεις να παίξεις με τις φιγούρες, που είναι ζωγραφισμένες σε χαρτί και ντεκουπαρισμένες, και τα σπιτάκια που είναι απο χαρτόνι. Με οικονομία στη σύνθεση, μας οπτικοποιεί ακριβώς όσα χρειάζεται η ιστορία για να ειπωθεί με χαρούμενο, έξυπνο και διασκεδαστικό τρόπο.

Στο “Hubert Horace Gontran Lambert de Ville-Adam” (πρωτότυπο στα αγγλικά “Hubert Horatio Bartle Bobton-Trent” της Lauren Child, Casterman) μια οικογένεια τρομερά πλούσια ζει σε ένα τεράστιο πύργο με τρομερή πολυτέλεια. Πισίνες, ταξίδια, παιχνίδια, δεξιώσεις, ακριβά σχολεία. Τα πάντα τέλεια σε αυτό το σπίτι, εκτός ίσως από το ότι, όταν ο μικρός πηγαίνει με το κακάο του στο δωμάτιο των γονιών του το βράδι, έχει κρυώσει μέχρι να φτάσει. Η ανατροπή έρχεται όταν συνειδητοποιεί οτι η περιουσία τους χάνεται λίγο λίγο και αποφασίζει να πάρει την κατάσταση στα χέρια του, γιατί οι γονείς του, αν και συμπαθητικοί, είναι εντελώς επιπόλαιοι. Πουλάει πράγματα αξίας, ανοίγει τον πύργο τους στο κοινό, όμως πάντα στο τέλος οι γονείς του βρίσκουν τρόπο να σπαταλήσουν τα χρήματα που εξοικονομεί. Στο τέλος αναγκάζεται να πουλήσουν τον πύργο τους. Στην πυκνοκατοικημένη περιοχή που μετακομίζουν, οι υπερκοινωνικοι γονείς δεν περνάνε και άσχημα τελικά. Ίσως δε χρειαζόταν να είναι και τρομερά πλούσιοι για να είναι ευτυχισμένοι. Χώρια που, στο μικρό τους διαμέρισμα, όταν πηγαίνει στο δωμάτιο των γονών του το βράδυ, το κακάο του είναι πάντα ζεστό. Η Lauren Child γράφει και εικονογραφεί, επομένως κείμενα και εικόνα είναι εντελώς εναρμονισμένα και, σίγουρα, διασκεδαστικά και αστεία. Το (πολύ) χρήμα και η έλλειψή του, χωρίς δράματα, γραμμένο βέβαια το 2005, πριν από την κρίση, σε εποχές μεγάλης απληστίας.

Το “Moi J’attends” (πρωτότυπο στα ιταλικά «Io aspettto”, Davide Cali, Serge Bloch) είναι ένα βιβλίο πολύ ιδιαίτερου κόνσεπτ, που έχω αγαπήσει πολύ. “Εγώ περιμένω“· να μεγαλώσω, ένα φιλί πριν τον ύπνο, τα Χριστούγεννα, τον έρωτα, το τέλος του πολέμου, να μου πει το “ναι”, ένα μωρό, να μεγαλώσουν τα παιδιά, τις διακοπές· περιμένω να πει ο γιατρός «δεν είναι τίποτα». Σε κάθε δισέλιδο εμφανίζεται αυτό που ο καθένας από εμάς περιμένει σε κάθε φάση της ζωής του, από την αρχή μέχρι το τέλος, η ιστορία μιας ολόκληρης ζωής. Και με ποιο τρόπο είναι εικονογραφημένο; Με πολύ λιτά σκίτσα ασπρόμαυρα. Με παρούσα πάντα μία κόκκινη κλωστή, σε άλλο ρόλο κάθε φορά, από φιόγκο ή κασκόλ μέχρι ομφάλιο λώρο, σχοινί πεζοπορικής συντροφιάς, σε νήμα που μας ενώνει με τους άλλους και με τη ζωή. Το κείμενο είναι ουσιαστικά λεζάντες στα σκίτσα, με τον τρόπο της γελοιογραφίας, όχι με την έννοια ότι είναι κωμικά, αλλά με την έννοια ότι λέξεις και εικόνα γίνονται μία ενιαία γλώσσα.

Και κλείνω με το «Περσέπολις» (Marjan Satrapi, μτφρ. Γεωργία Τσάκωνα, εκδ. Ηλίβατον), μιας και μιλάμε για μία ενιαία γλώσσα. Δεν μπορώ λοιπόν να μην συμπεριλάβω κι ένα βιβλίο κόμικς. Στο “Περσέπολις” διαβάζουμε την πολύ δυνατή, αυτοβιογραφική ιστορία της Σατραπί, μέσα από την ιστορία της πατρίδας της, του Ιράν. Τόσο άμεση η αφήγηση με λόγο και εικόνα, που η δημιουργός θα μπορούσε να είναι φίλη μου και να μου τα έλεγε από κοντά. Οι σουρεαλιστικές συνθήκες καταπίεσης, η ανάγκη για ελευθερία, η φυγή στο εξωτερικό μόνη, σε μικρή ηλικία, όλα αποτυπώνονται με τη δύναμη του άσπρου μαύρου σκίτσου, χωρίς να λείπει η ευαισθησία και το χιούμορ.

ΜΟΙΡΑΣΕ ΤΟ

“Εφυγε” από τη ζωή η Faith Ringgold

Έφυγε από τη ζωή στα 93 της χρόνια, η Αμερικανίδα εικαστικός και δημιουργός παιδικών βιβλίων Faith Ringgold. Και αν το όνομά της δεν λέει τίποτα στους Ελληνες αναγνώστες, για τους Αμερικάνους υπήρξε μια από τις πιο σημαντικές γυναίκες στον χώρο των Τεχνών και του παιδικού βιβλίου.

5: Mάρια Μπαχά

Κάθε μήνα ένας εικονογράφος που ζει και εργάζεται στην Ελλάδα γράφει στην “Κόκκινη Αλεπού” για τα πέντε πιο αγαπημένα του εικονογραφημένα βιβλία, καινούρια ή παλιά, παιδικά ή ενηλίκων, ελληνικά ή ξενόγλωσσα.