Σε μια σχεδόν γεμάτη από κόσμο αίθουσα πραγματοποιήθηκε χθες το απόγευμα στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων η τέταρτη συνάντηση/ομιλία που εντάσσεται στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για τον Μήνα Μετάφρασης. Καλεσμένοι ήταν μεταφραστές, συγγραφείς, εκδότες αλλά και εκπρόσωποι λογοτεχνικών πρακτορείων και βασικό θέμα συζήτησης το παιδικό βιβλίο.
Η αρχή έγινε με τις μεταφράστριες Δαρεία Τζανετάκη, Βιολέττα Ζεύκη και Τατιάνα Ραπακούλια, οι οποίες μίλησαν για τις δυσκολίες της μετάφρασης λογοτεχνικού κειμένου για παιδιά, αλλά και για τα βιβλία γνώσεων. Και οι τρεις αναφέρθηκαν στο θέμα της ευκολίας της απλοποίησης και το πώς προσπαθούν στις μεταφράσεις τους να χρησιμοποιούν και “δύσκολες” λέξεις, ώστε να βάζουν τους νεαρούς αναγνώστες στη διαδικασία να μαθαίνουν νέες λέξεις, να χρησιμοποιήσουν λεξικό, ενώ παράλληλα να διαβάζουν ένα κείμενο που είναι γραμμένο σε σύγχρονη γλώσσα με λέξεις που τους αφορούν. Στο θέμα του Δον Κιχώτη, ένα έργο της κλασικής λογοτεχνίας που έχει μεταφράσει για παιδιά η κ. Ραπακούλια, τονίστηκε η ανάγκη η μετάφραση να είναι τέτοια που να μην ξενίσει μεν τον μικρό σε ηλικία αναγνώστη, αλλά να προλειάνει το έδαφος για την ημέρα που θα πιάσει στα χέρια του να διαβάσει την αυθεντική μετάφραση του έργου του Θερβάντες, που απευθύνεται σε ενήλικες. Δυσκολία, σύμφωνα με την κ. Ζεύκη, συναντάται και στον έμμετρο λόγο και στους γρίφους, όπου εκεί ο μεταφραστής πρέπει να είναι εξαιρετικά ευρηματικός, όπως και στα βιβλία γνώσεων, για τα οποία η κ. Ραπακούλια τόνισε πως θεωρούμε λόγω ηλικίας του αναγνώστη ότι θα πρέπει να είναι απλοϊκά γραμμένα, όμως το βιβλίο γνώσης απαιτεί επιστημονική ακρίβεια κι αυτό γιατί τα βιβλία αυτά αποτελούν την πρώτη επαφή των παιδιών με τη γνώση. Τα βιβλία γνώσεων έχουν και τη δυσκολία ότι η μετάφραση δεν μπορεί να πλατιάσει και να είναι επεξηματική, μιας και το έργο του μεταφραστή οριοθετείται από την εικονογράφηση, ενώ παράλληλα τα κείμενα θα πρέπει να επικαιροποιούνται λόγω νέων επιστημονικών δεδομένων. Η κ. Ζευκή στο κλείσιμο της συζήτησης ανέφερε ότι τα μεγαλύτερα λάθη στη μετάφραση γίνονται γιατί οι ίδιοι οι μεταφραστές δεν έχουν υποπτευθεί ότι έχουν κάνει λάθος, κάτι που απαιτεί από τη μεριά του μεταφραστή να συμβουλευτεί γνώστες του αντικειμένου πάνω στο οποίο εργάζεται για να λάβει τη σωστή πληροφορία.
Από το δεύτερο πάνελ, με την Αργυρώ Πιπίνη, την Κώστια Κοντολέων και τον Αντώνη Παπαθεοδούλου, με την Κλεοπάτρα Ελαιοτριβιάρη στον συντονισμό
Είναι δύσκολο έργο η μετάφραση, πώς μπορεί να αποδοθεί καλύτερα το κείμενο, έχει δικαίωμα ο μεταφραστής να επέμβει στο κείμενο και μέχρι ποιο σημείο; Η συγγραφέας/μεταφράστρια Κώστια Κοντολέων, η οποία μεταξύ άλλων έχει αναλάβει τις μεταφράσεις των έργων του Phillip Pullman στα ελληνικά, μίλησε, στο πλαίσιο του δεύτερου πάνελ, για τη δυσκολία που υπάρχει στο έργο των μεταφραστών και το πόσο χρονοβόρα διαδικασία είναι η μετάφραση. Έκανε λόγο για το πώς πρέπει να προσαρμόσεις το κείμενο στη γλώσσα σου, χωρίς όμως να “σκονταύτει” πουθενά και να μπορείς να έχεις το ταλέντο να μεταφέρεις αυτούσια – αν είναι δυνατόν – την ατμόσφαιρα όπως την έπλασε ο συγγραφέας στο πρωτότυπο έργο του. Ειδικά για τα παιδικά βιβλία, αναφέρθηκε από όλους τους συμμετέχοντες η ανάγκη να πάψουν (σ.σ. τα βιβλία) να είναι απλοϊκά μεταφρασμένα. Οι μεταφραστές, είπε η κ. Κοντολέων, θα πρέπει να μοχθήσουν για να μεταφράσουν.
Η Αργυρώ Πιπίνη, μεταφράστρια και συγγραφέας και η ίδια, στην ερώτηση “τι (σ.σ. εργαλεία) χρειάζεται ένας μεταφραστής” απάντησε “να είναι πολίτης του κόσμου”, πράγμα που σημαίνει πως δεν αρκεί απλώς το να ξέρεις μία ή δύο ή πολλές ξένες γλώσσες για να μπορέσεις να μεταφράσεις ένα λογοτεχνικό κείμενο, αλλά θα πρέπει να είσαι έτοιμος να αναζητήσεις και να μάθεις και τις ντοπιολαλιές , τις επιστημονικές ονομασίες ζώων ή φυτών, τα τοπωνύμια, να γνωρίζεις από μουσική, θεάτρο, κινηματογράφο κ.ά. Τόνισε και η ίδια την ανάγκη το κείμενο που μεταφράζει κάποιος να πρέπει να διατηρεί τον αρχικό ρυθμό, αυτόν που έχει δώσει εξαρχής ο συγγραφέας του, ενώ έκλεισε την τοποθέτησή της πάνω στο θέμα λέγοντας πως οι μεταφραστές δεν έχουν το δικαίωμα να καταστρέφουν το κείμενο που έχουν αναλάβει να δουλέψουν.
Πάνω στο συγκεκριμένο θέμα τοποθετήθηκε και ο Αντώνης Παπαθεοδούλου, συγγραφέας παιδικών βιβλίων αλλά και μεταφραστής βραχείας φόρμας κειμένων, ο οποίος μίλησε για το θέμα της ευθύνης που έχουν οι μεταφραστές παιδικών βιβλίων και την ανάγκη να σκέφτονται πρώτα από όλα το κοινό στο οποίο απευθύνονται και την αγάπη που πρέπει να έχει κάποιος όχι μόνο για τη δουλειά του, αλλά και για τα ίδια τα παιδιά. Ο κ. Παπαθεοδούλου μίλησε και για τις διασκευές μεγάλων κλασικών έργων, καθώς είναι ο καθ’ ύλην αρμόδιος, μιας και είναι ένας από τους δημιουργούς της πολύ επιτυχημένης σειράς Ταξίδια με τη φαντασία του Ιουλίου Βερν (εκδ. Παπαδόπουλος). Η σειρά αυτή ξεκίνησε από τη δική του ανάγκη να πει μια ιστορία και την προσπάθειά του να διαβάσει το αυθεντικό κείμενο σαν παιδί και κρατώντας μόνο ό,τι του κάνει εντύπωση. Η διασκευή για εκείνον σημαίνει πως πρέπει να πετάξεις πολλά πράγματα, αλλά και να έχεις στο μυαλό σου τι ιστορία θες εσύ να πεις στο παιδί-αναγνώστη. Πάνω στο συγκεκριμένο θέμα, η κ. Πιπίνη, που επίσης έχει ασχοληθεί με τις διασκευές κλασικών έργων, είπε ότι τα παιδιά σήμερα είναι μαθημένα να διαβάζουν μόνο τα γεγονότα και την περιπέτεια κι όχι την περιγραφή, τη λεπτομέρεια. Ετσι, οι περισσότερες διασκευές είναι εστιασμένες στη δράση και χάνουν την ποιητικότητα του αρχικού κειμένου, όπως πχ συμβαίνει στις διασκευές των έργων του Σεξπηρ. “Ξεχνάμε, είπε η κ. Πιπίνη, εμείς οι μεταφραστές/διασκευαστές ότι ο Σέξπηρ ήταν θεατρικός συγγραφέας, ότι η γλώσσα που χρησιμοποιουσε ήταν “ζωντανή” και διαμόρφωσε κατά μία έννοια τα σημερινά Αγγλικά“.
Σε παρέμβασή του, πάντως, ο συγγραφέας Μάνος Κοντολέων, που ήταν παρών στο κοινό, μίλησε για την ευθύνη που έχουν οι μεταφραστές πρωτίστως στο κείμενο και μετά στο κοινό τους. Στην ερώτηση της συντονίστριας του πάνελ, που ανέλαβε μετά την απουσία – λόγω προσωπικού κωλύματος – της κ. Μαρίζας Ντεκάστρο η μεταφράστρια Κλεοπάτρα Ελαιοτριβιάρη, για το “πόσα λέμε και μέχρι που φτάνουμε σε μια διασκευή“, η απάντηση όλων ήταν πως στο εξωτερικό οι συγγραφείς και οι εκδότες τολμούν πολύ περισσότερο από ό,τι στην Ελλάδα. Ο κ. Παπαθεοδούλου παραδέχτηκε πως ένας από τους λόγους που οι διασκευές είναι τόσο επιτυχημένες είναι ότι τις θέλουν και οι εκδότες, αλλά και οι γονείς, άρα μπαίνει και το εμπορικό κομμάτι στη μέση, και ότι φυσικά οι διασκευές γίνονται σε έργα που δεν έχουν πλέον δικαιώματα (royalty free), ενώ η κ. Πιπίνη έθιξε και το θέμα του brand name του συγγραφέα που λειτουργεί σαν κράχτης στο κοινό.
Τέλος, πρέπει να σημειώσουμε δυο-τρία πράγματα που ειπώθηκαν στο τρίτο πάνελ, με συμμετέχοντες δύο εκδότες, την κ. Χριστίνα Παπαδοπούλου (εκδ. Παπαδόπουλος) και τον κ. Περικλή Δουβίτσα (εκδ. Νεφέλη), όπως και από την agent λογοτεχνίας Αυγή Δαφερέρα (Ersilia Literary Agency), ότι το ελληνικό παιδικό βιβλίο έρχεται από μια μικρή χώρα και η γλώσσα στην οποία είναι γραμμένο μιλιέται από ένα πολύ μικρό ποσοστό κατοίκων του πλανήτη, κάτι που από μόνο του κάνει πιο δύσκολη την έξοδό του στη δύσκολη ευρωπαϊκή και αμερικάνικη αγορά. Παρόλα αυτά, αρκετά ελληνικά παιδικά βιβλία έχουν βρει μεταφραστές κι έχουν κυκλοφορήσει στην αγορά της Ασίας. Παράλληλα, ειπώθηκε πως η κυκλοφορία όχι μόνο ελληνικών, αλλά και γαλλικών, γερμανικών ή ιταλικών βιβλίων είναι δύσκολο να περάσουν τον Ατλαντικό και να βρεθούν μεταφρασμένα σε ράφια αμερικάνικων βιβλιοπωλείων, όχι τόσο λόγω της δυσκολίας της γλώσσας και της εύρεσης ταλαντούχου μεταφραστή, αλλά λόγω του πολυεπίπεδου χαρακτήρα των κειμένων τους, κάτι που φαίνεται να δυσκολεύει τους αμερικανούς αναγνώστες.
Οι εκδηλώσεις του Μήνα Μετάφρασης, που διοργανώνονται από την Πανελλήνια Ένωση Επαγγελματιών Μεταφραστών Πτυχιούχων του Ιονίου Πανεπιστημίου (ΠΕΕΜΠΙΠ) σε συνεργασία με την Αθήνα Παγκόσμια Πρωτεύσουσα Βιβλίου 2018 ολοκληρώνονται στις 18 Νοεμβρίου, με την πέμπτη συνάντηση που θα έχει θέμα “Φεμινισμός και μετάφραση“.