Δημιουργός και Δημιούργημα: πρέπει να αποσυνδέεται το έργο από τον δημιουργό ή να αντιμετωπίζονται ως αδιάσπαστη ενότητα;

Μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και σύνθετη συζήτηση πραγματοποιήθηκε στις αρχές Νοεμβρίου, στο πλαίσιο του 13ου Πανελλήνιου Συνεδρίου της Παιδαγωγικής Εταιρείας Ελλάδος, το οποίο διοργανώθηκε σε συνεργασία με τη Σχολή Επιστημών της Αγωγής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών στο Μαράσλειο Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης.

Το Σάββατο 8 Νοεμβρίου, στο Μικρό Αμφιθέατρο του Διδασκαλείου, ο Κύκλος του Παιδικού Βιβλίου – Ελληνικό Τμήμα της IBBY προσκάλεσε τέσσερις ανθρώπους που ασχολούνται με διαφορετικούς τρόπους ο καθένας με τον χώρο του παιδικού και νεανικού βιβλίου, για να συζητήσουν ένα πάντα επίκαιρο και ιδιαίτερα απαιτητικό θέμα: «Δημιουργός και Δημιούργημα: πρέπει να αποσυνδέεται το έργο από τον δημιουργό ή να αντιμετωπίζονται ως αδιάσπαστη ενότητα;»

Στην εκδήλωση συμμετείχαν ο συγγραφέας Μάνος Κοντολέων, η εκδότρια Μαριάννα Ψύχαλου, η επιμελήτρια εκδόσεων Κέλλυ Δημοπούλου και ο βιβλιοθηκονόμος Θανάσης Κοτσοβός. Τη συζήτηση συντόνισε ο συγγραφέας και πρόεδρος του Ελληνικού Τμήματος της IBBY Βαγγέλης Ηλιόπουλος, ο οποίος έκανε και την εισαγωγική τοποθέτηση, ενώ χαιρετισμό απηύθυνε ο καθηγητής Παιδαγωγικής και Λογοτεχνίας και Παιδαγωγικής Εταιρείας Ελλάδος Κωνσταντίνος Μαλαφάντης.

Ήδη από την εισαγωγή του κ. Ηλιόπουλου, που σύστησε τους συμμετέχοντες και έδωσε τον τόνο της συζήτησης, φάνηκε ότι δεν θα ήταν μια “κόντρα” ανάμεσα στα δύο άκρα (Τέχνη ή δημιουργός), αλλά – όπως και τελικά εξελίχθηκε – μία συζήτηση σε βάθος, που έπιασε το νήμα από εκεί που είχε μείνει έναν χρόνο πριν, με την εκδήλωση περί λογοκρισίας στο WHEN Hub. Η νέα αυτή συζήτηση ανέδειξε πρόσθετα ερωτήματα και έθεσε νέους προβληματισμούς, δημιουργώντας γόνιμο έδαφος για τη συνέχιση του διαλόγου ανάμεσα σε δημιουργούς, εκδότες και ανθρώπους του χώρου της λογοτεχνίας για παιδιά.

Η θέση του Μάνου Κοντολέων
Στο ερώτημα αν μπορεί κανείς να κρίνει ένα καλλιτεχνικό έργο ανεξάρτητα από τον δημιουργό του, ο Μάνος Κοντολέων αναγνώρισε πως απέναντι στο θέμα υπάρχουν δύο θεμελιώδεις προσεγγίσεις. Από τη μία, η άποψη ότι το έργο, μόλις δημοσιοποιηθεί, αποκτά αυτονομία, γίνεται κτήμα του κοινού, βιώνεται υποκειμενικά και η αξία του δεν εξαρτάται πλέον από την προσωπικότητα ή τις πράξεις του δημιουργού. Από την άλλη, υποστηρίζεται πως κάθε έργο φέρει ανεξίτηλα μέσα του το ήθος, τις εμπειρίες και τη στάση ζωής εκείνου που το δημιούργησε, άρα δεν μπορεί να διαχωριστεί πλήρως από αυτόν. Η αντιπαράθεση αυτή, όπως τόνισε, γίνεται ακόμη πιο έντονη στη σύγχρονη εποχή, όπου η δημοσιότητα αποκαλύπτει συνεχώς πτυχές της ζωής των καλλιτεχνών, συχνά προβληματικές ή σκοτεινές. Το κοινό βρίσκεται πλέον αντιμέτωπο με ένα ηθικό δίλημμα: μπορεί να συνεχίσει να απολαμβάνει το έργο κάποιου του οποίου η συμπεριφορά αποδεικνύεται ανήθικη; Ο Κοντολέων κατέληξε ότι η πιο ώριμη θέση δε βρίσκεται στα άκρα, αλλά σε μια στάση συνειδητής κριτικής: το έργο και ο δημιουργός συνδέονται, αλλά όχι απόλυτα. Πρόκειται για μια λεπτή, «αόρατη» σχέση που απαιτεί παράλληλη εξέταση, χωρίς τυφλές απορρίψεις αλλά και χωρίς αφελείς δικαιολογήσεις.

Η παρέμβαση της Κέλλυς Δημοπούλου
Η Κέλλυ Δημοπούλου έφερε στο τραπέζι παραδείγματα από τον διεθνή χώρο, δείχνοντας πόσο φορτισμένη μπορεί να γίνει η σχέση καλλιτέχνη και έργου. Ανέφερε τη διαμάχη γύρω από τη συγγραφέας παιδικής λογοτεχνίας Τζ. Κ. Ρόουλινγκ και τα επανειλημμένα τρανσοφοβικά σχόλιά της, τις κατηγορίες για σεξουαλική κακοποίηση εναντίον του συγγραφέα (και παιδικής λογοτεχνίας) Νιλ Γκέιμαν από οκτώ γυναίκες, καθώς και την περίπτωση της αυτοβιογραφίας του σκηνοθέτη Γούντι Άλεν, της οποίας η έκδοση ακυρώθηκε μετά από έντονες αντιδράσεις στο εσωτερικό του εκδοτικού οίκου Hachette.

Όπως σημείωσε, η οργή που ξεσηκώθηκε, ιδίως στην περίπτωση της Ρόουλινγκ, κρύβει βαθιά θλίψη: όταν ένα έργο που αγαπήθηκε από εκατομμύρια ανθρώπους συνδέεται με δηλώσεις που θεωρούνται προσβλητικές ή μισαλλόδοξες, η απογοήτευση μοιάζει με κηλίδα που «λερώνει» όχι μόνο το παρόν αλλά και το παρελθόν της ανάγνωσης. Όταν μας ζητείται να διαχωρίσουμε το έργο από τον δημιουργό, στην ουσία μας ζητείται να καθαρίσουμε αυτή την κηλίδα, μια διαδικασία που δεν είναι ούτε απλή ούτε ανώδυνη. Η Δημοπούλου επισήμανε ότι η γνώση των πράξεων ή των απόψεων ενός δημιουργού επηρεάζει αναπόφευκτα τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζουμε ως αναγνώστες το έργο του. Και παρότι δεν πρέπει να ντρεπόμαστε για τον θαυμασμό που νιώσαμε για τις «διάνοιες» που δημιούργησαν σημαντικά έργα, η εσωτερική σύγκρουση είναι πραγματική. Όπως λέει ο κριτικός Γουέζλι Μόρις, «είναι αδύνατη η ηθική εγχείρηση που ελπίζει να αποκόψει τον καλλιτέχνη για να σώσει την τέχνη». Η μόνη ίσως σταθερά είναι το τι νιώθουμε: όταν η αποστροφή, ο θυμός ή ο τρόμος υπερτερούν, ίσως χρειάζεται να πάρουμε απόσταση. Η τέχνη μπορεί να είναι «βρόμικη» και παρ’ όλα αυτά να παραμένει τέχνη, αλλά αυτό δεν προσφέρει ασυλία στον δημιουργό, του οποίου η παράνομη ή κακοποιητική συμπεριφορά πρέπει να διώκεται νομικά. Τελικά, το πώς καταναλώνουμε την τέχνη δεν μας καθορίζει ηθικά. Οι πράξεις μας είναι αυτές που το κάνουν.

Η οπτική της Μαριάννας Ψύχαλου
Η Μαριάννα Ψύχαλου πήρε τη σκυτάλη και μίλησε ανοιχτά για τη δική της αμφιθυμία. Αναγνωρίζει ότι το έργο μπορεί να αποκτήσει αυτονομία, αλλά γνωρίζει επίσης ότι είναι βαθιά συνδεδεμένο με την προσωπικότητα του δημιουργού, μια θέση που έχει και φιλοσοφικές και νομικές προεκτάσεις. Ως ενήλικη αναγνώστρια, νιώθει ότι μπορεί να διαχειριστεί αυτή τη σύνθετη σχέση και να κρατήσει απόσταση όταν χρειάζεται. Ωστόσο, όταν η συζήτηση αφορά το παιδικό βιβλίο, οι ισορροπίες αλλάζουν ριζικά. Τα παιδιά ταυτίζονται, επηρεάζονται, συχνά αντιμετωπίζουν τους δημιουργούς ως πρότυπα. Δεν διαθέτουν ακόμη την κριτική ωριμότητα να διαχωρίσουν έργο και πρόθεση ή να αξιολογήσουν ηθικές αντιφάσεις. Γι’ αυτό η ευθύνη των ενηλίκων διαμεσολαβητών -εκδοτών, παιδαγωγών, γονέων και φροντιστών- είναι μεγάλη: οφείλουν να αποφασίζουν με προσοχή ποιες φωνές προβάλλουν και με ποιο πλαίσιο. Τα παιδιά έχουν δικαίωμα πρόσβασης στην τέχνη και τη γνώση, αλλά έχουν και δικαίωμα στην προστασία. Στόχος, λοιπόν, είναι η δημιουργία ενός περιβάλλοντος όπου οι μικροί αναγνώστες μπορούν να καλλιεργήσουν σταδιακά κριτική σκέψη, μέχρι να αναλάβουν μόνοι τους την ευθύνη των επιλογών τους.

Η συμβολή του Θανάση Κοτσοβού
Τέλος, ο Θανάσης Κοτσοβός προσέγγισε το θέμα από τη σκοπιά της βιβλιοθήκης. Για εκείνον, η βιβλιοθήκη δεν είναι απλώς ένας χώρος αποθήκευσης βιβλίων, αλλά ένας καθρέφτης της ανθρώπινης δημιουργίας, ένας χώρος καταγραφής, όχι κρίσης. Σύμφωνα με τον ίδιο, αν αρχίσουμε να επιλέγουμε ποια βιβλία «αξίζουν» και ποια όχι, ανοίγουμε την πόρτα στη λογοκρισία. Ωστόσο, παραδέχτηκε ότι το ζήτημα δεν είναι απλό. Πώς διαχειριζόμαστε έργα που περιέχουν ρητορική μίσους; Πώς στεκόμαστε απέναντι σε δημιουργούς που έχουν διαπράξει εγκλήματα; Η βιβλιοθήκη μπορεί να τα συμπεριλάβει, αλλά οφείλει να τα πλαισιώνει κατάλληλα, ιδίως όταν πρόκειται για έργα άλλων εποχών με διαφορετικά αξιακά συστήματα. Κλειδί, βέβαια, είναι η παιδεία του αναγνώστη: η βιβλιοθήκη πρέπει να είναι ανοιχτή σε όλα τα βιβλία, αλλά η κοινωνία πρέπει να διαθέτει τα εργαλεία για να τα κατανοήσει, να τα ερμηνεύσει και να τα συζητήσει με κριτικό πνεύμα.

ΜΟΙΡΑΣΕ ΤΟ

Διαβάστε ακόμα