«Αυτό που μας φέρνει πιο κοντά: Μια βόλτα στις κουζίνες του κόσμου», η παρουσίαση του βιβλίου

Τη Δευτέρα 1η Δεκεμβρίου στον πολύ όμορφο χώρο του Μιλτιάδη Κιούκα στον Πειραιά, το Δίκτυο για τα Δικαιώματα του Παιδιού και οι εκδόσεις Παπαδόπουλος διοργάνωσαν την παρουσίαση του βιβλίου «Αυτό που μας φέρνει κοντά: μια βόλτα στις κουζίνες του κόσμου» της Κούλας Πανάγου. Για το βιβλίο μίλησαν οι συμμετέχουσες στο project του βιβλίου Βαλεντίνα Arutionov και Ντόϊνα Μπακρέου, οι οποίες μοιράστηκαν μαζί μας τις ιστορίες πίσω από τις συνταγές τους, η Κούλα Πανάγου συγγραφέας του βιβλίου και υπεύθυνη εκπαιδευτικών προγραμμάτων του Δικτύου, η Υπατία Κορνάρου φωτογράφος και επιμελήτρια,και ο Μιλτιάδης Κιούκας chef και οικοδεσπότης του χώρου. Την συζήτηση συντόνιζε η Καλλιόπη Καρούση εθελόντρια του Δικτύου.

Η κ. Καρούση άνοιξε τη συζήτηση αναφέροντας το πώς ξεκίνησε η ιδέα για τη δημιουργία του βιβλίου. Τις Κυριακές μία παρέα γυναικών με καταγωγή από διαφορετικές βαλκανικές χώρες (Ρουμανία, Βουλγαρία, Μολδαβία, Αλβανία, Ελλάδα κ.α.) συναντιόνταν στο Εργαστήρι Πολιτισμού του Δικτύου και ανάμεσα στα όσα συζητούσαν, η μαγειρική και το φαγητό ήταν πάντα το επικρατέστερο θέμα. Μέσα από προσωπικές αφηγήσεις και τις αναμνήσεις που μοιράζονταν για την μαγειρική έβρισκαν τα κοινά σημεία και όσα τελικά τις έφερναν κοντά.

Η Ντόϊνα Μπακρέου, με καταγωγή από τη Ρουμανία, μίλησε για τις συνταγές «ψυχής» που έδωσε για το βιβλίο. Την πατατοσαλάτα και τη μηλόπιτα. Θυμήθηκε πως σε όσες συνταγές μοιράζονταν οι γυναίκες μεταξύ τους, σε εκείνες τις κυριακάτικες συναντήσεις, όλες θα είχαν πατάτα ή μήλο. Πατάτα και Μήλο: δύο πρώτες ύλες που υπάρχουν παντού και μπορείς να τις βρεις εύκολα. Αυτές οι δύο είναι συνταγές που έμαθε από την μητέρα της και τις φτιάχνει συχνά από τότε που ήρθε στην Ελλάδα.

Η Βαλεντίνα Arutionov, με καταγωγή από την Μολδαβία, ζει στην Ελλάδα εδώ και 28 χρόνια και μοιράζεται στο βιβλίο τις συνταγές για τη μαρμελάδα αχλάδι και το αγγουράκι τουρσί. Μας διηγήθηκε μία ιστορία για τότε που πρωτοήρθε στην Ελλάδα και δούλευε σε μία κυρία που της άρεσε το τουρσί, όμως αυτό που έφτιαχνε δεν έμοιαζε καθόλου με τουρσί. Τότε η Βαλεντίνα προσφέρθηκε να της φτιάξει το δικό της τουρσί που «θέλει μόνο αλάτι και ήλιο» και η κυρία όταν το δοκίμασε…. «έγλυφε και τα δάκτυλά της».

Ο Μιλτιάδης Κιούκας μίλησε για την πρόκληση και τη δυσκολία της εκτέλεσης αυτών των συνταγών που μεταφέρονται από γιαγιά σε γιαγιά γιατί όπως ανέφερε χαριτολογώντας  κάτι θα λείπει ή κάτι δεν θα μας λένε, όπως κάποιο μυστικό συστατικό της γιαγιάς. Στην κουζίνα του που υλοποιήθηκαν οι συνταγές, έκαναν πολλές δοκιμές ξανά και ξανά για να βγει το αποτέλεσμα και να μπορούν να τις καταγράψουν ως ολοκληρωμένες συνταγές για τις ανάγκες του βιβλίου. 

Η Υπατία Κορνάρου ως φωτογράφος που κάλυψε όλες τις διαδικασίες κατά τη διάρκεια του project, ανέφερε πως η πρόσκληση από την Κούλα Πανάγου για να συμμετέχει στο βιβλίο ήρθε την κατάλληλη χρονική στιγμή που η ίδια είχε αποφασίσει να περάσει από την εικαστικότητα στο ντοκιμαντέρ. Στόχος της ήταν να βρίσκεται στην κουζίνα κάθε φορά που μαγείρευαν οι γυναίκες μαζί με τους σεφ, απαθανατίζοντας την αγωνία τους αλλά και την ικανοποίηση τους κάθε φορά που ολοκλήρωναν τις συνταγές με επιτυχία. 

Τη συζήτηση έκλεισε η Κούλα Πανάγου καταθέτοντας τις προσωπικές της σκέψεις για την έκδοση του βιβλίου. Στην αρχή ένιωθε μεγάλη ευθύνη για αυτό το project, έπρεπε να συγκεντρώσει όλες τις συνταγές και να γράψει τις ιστορίες με σεβασμό για να μην εκτεθεί καμία από τις κυρίες που συμμετείχαν. Έπειτα ακολούθησε μία μεγάλη ερεύνα γύρω από τα βιβλία γνώσεων, καθώς αποφάσισαν ότι αυτό το είδος βιβλίων είναι κατάλληλο να ανήκει και το συγκεκριμένο. Και φυσικά πριν αρχίσει τη συγγραφή του να απαντήσει σε ερωτήματα όπως: πώς το φαγητό καταγράφεται σαν μνήμη, πώς αναδεικνύεται ως κομμάτι της ταυτότητας του ανθρώπου, πού τοποθετούμε εικονογραφικά την γυναίκα στην κουζίνα, πώς αποτυπώνουμε το φαγητό σε ένα βιβλίο γνώσης για παιδιά ως λαϊκό πολιτισμό και μέρος της κουλτούρας;

Η εικονογράφηση του βιβλίου είναι πολλά μικρά υφαντά. Η Μαρία Νίκλα έκανε μεγάλη έρευνα βλέποντας ταινίες και video ντοκιμαντέρ για να καταφέρει τελικώς να κάνει μία ρεαλιστική εικονογράφηση που ήταν και το ζητούμενο. Στόχος του βιβλίου, όπως ανέφερε η Κούλα Πανάγου, είναι ο ανήλικος αναγνώστης διαβάζοντάς το να αναγνωρίσει κομμάτια της ταυτότητάς του. Γι αυτό και ο μικρός ήρωας του βιβλίου είναι ο Γιαντ (τυχαίο όνομα), ένα από τα παιδιά που είναι μέλη του Εργαστήριου Πολιτισμού, ο οποίος ήθελε να γίνει συγγραφέας και να διεκδικήσει τη θέση του στην εκπαίδευση. Η Κούλα έκλεισε τη συζήτηση τονίζοντας πως για εκείνη αλλά και για την γυναικεία κυριακάτικη παρέα το σημαντικό που θέλουνε να βγει από το βιβλίο είναι το πόσο ουσιαστικό είναι να μπορείς να μαγειρέψεις παρέα και να απολαύσεις μαζί το φαγητό.

Και εγώ καθόλη τη διάρκεια της παρουσίασης σκεφτόμουν όλα αυτά που με συνδέουν με τις ιστορίες του βιβλίου, αλλά και με τις  προσωπικές μαρτυρίες της Βαλεντίνα και της Ντόϊνα. Πώς θυμάμαι τη μυρωδιά από την κυριακάτικη πάστα φλόρα της μαμάς, τη γεύση από το ψάρι που μας έφτιαχνε ο μπαμπάς, τους λουκουμάδες του παππού τις Παρασκευές τα βράδια και το τουρσί αγγουράκι της γιαγιάς που το βούλιαζε σε αλάτι και το έβγαζε στον ήλιο, όπως το τουρσί της Βαλεντίνα. Θυμήθηκα τα κυριακάτικα τραπέζια που ξεκινήσαμε ακριβώς πριν από 11 χρόνια στο Εργαστήρι Πολιτισμού με τη Μυρσίνη Ζορμπά, όταν είδαμε πόσα πράγματα είχαμε να μοιραστούμε με πιο χαλαρή διάθεση απολαμβάνοντας το μεσημεριανό κυριακάτικο γεύμα μας. Όλα αυτά η Κούλα και η αυτή η παρέα γυναικών τα αγκάλιασαν με τον πιο θερμό τρόπο εκείνο το απόγευμα. Και νομίζω πως όταν διαβάσετε το βιβλίο θα βρείτε και εσείς στις αναμνήσεις σας τα σημείο που θα σας φέρουν πιο κοντά σε αυτή την γυναικεία παρέα αλλά και με άλλες/ους τόσες/ους. 

 [s1]

ΜΟΙΡΑΣΕ ΤΟ

Διαβάστε ακόμα