Συνέντευξη: Αγγελική Δαρλάση

Επένδυσα στη γοητεία του αρχέτυπου και του απόκοσμου

Τι δουλειά εχει η νεοελληνική μυθολογία σε μια σειρά παιδικών εικονογραφημένων βιβλίων και πώς από τις προφορικές παραδόσεις του τόπου μας ξεπήδηξαν οι ιστορίες που βρήκαν καταφύγιο στις σελίδες των βιβλίων της; Η Αγγελική Δαρλάση, πολυγραφότατη και βραβευμένη, μιλάει στην Κόκκινη Αλεπού για τις λαϊκες ιστορίες που της κέντρισαν το ενδιαφέρον. 

 

Πώς γεννήθηκε η ιδέα για τη δημιουργία της σειράς εικονογραφημένων βιβλίων με Ιστορίες Νεοελληνικής Μυθολογίας;
Από μια παλιά αγάπη και από μια συνειδητοποίηση. Ως παιδί κι έφηβη μου άρεσε να διαβάζω τις λαϊκές ιστορίες όπως καταγράφονταν στα βιβλία Παραδόσεις του Ν.Γ. Πολίτη, τις Παραλογές (του «Νεκρού αδερφού», «Του γεφυριού της Άρτας») αλλά και ν’ ακούω τις προφορικές διηγήσεις στους τόπους που επισκεπτόμασταν οικογενειακώς ανά την Ελλάδα. Γοητευόμουν κάθε φορά. Μεγαλώνοντας συνειδητοποίησα πως δεν διηγούμαστε όπως παλιά και πως πολλές από αυτές τις παραδόσεις, πλέον, δεν τις ακούμε. Είναι πεποίθησή μου όμως ότι παραμένουν γοητευτικές παρά τα «χρονάκια» τους. Κι έτσι, ακολουθώντας την παράδοση του να αφηγούμαστε ίδιες ιστορίες ο καθένας μας με τον δικό του τρόπο,  αποφάσισα να τις πω κι εγώ, σε συνεργασία με αγαπημένους εικονογράφους.

 

Πόσο εύκολο ή δύσκολο ήταν το εγχείρημα να προσπαθήσετε να φέρετε σε επαφή μικρά σε ηλικία παιδιά με τον πλούτο της προφορικής μας παράδοσης και ποια ήταν τα στοιχεία εκείνα που χρησιμοποιήσατε για να τους κεντρίσετε το ενδιαφέρον;
Το μεγάλο ερώτημα ήταν αν θα μπορούσαν να γοητεύσουν αυτές οι παλιές ιστορίες, που αντανακλούν έθιμα και ήθη άλλων εποχών και κοινωνιών, το ενδιαφέρον παιδιών που από μικρά είναι μαθημένα στην εικόνα και στην ταχύτητα. Όμως επένδυσα στη γοητεία του αρχέτυπου και του απόκοσμου που υπάρχει λίγο ή πολύ σε όλες αυτές τις παραδόσεις, καθώς και στη μουσικότητα και την εικονοποιητική δύναμη της γλώσσας – σε συνδυασμό με την ανάλογη υφολογικά εικονογράφηση. Πίστεψα ότι ήταν στοιχεία ικανά να γοητεύσουν ακόμα και τα σημερινά παιδιά κι αυτό αποδεικνύεται από τη μεγάλη απήχηση που έχουν τα βιβλία της συγκεκριμένης σειράς.

 

Με ποιον τρόπο ή με ποια κριτήρια επιλέγετε τις ιστορίες που αφηγήστε μέσα από τα βιβλία της σειράς;
Είναι σίγουρα παραδόσεις που αγαπάω, που τους έχω κάποια αδυναμία ήδη από την παιδική μου ηλικία, ιστορίες που κι εμένα με γοητεύουν – μου είναι αδύνατον, γενικά μιλώντας, να γράψω κάτι που δεν με γοητεύει. Ταυτόχρονα όμως τις επιλέγω και τις  κατατάσσω σε δύο κατηγορίες. Στην πρώτη εντάσσονται εκείνες που έχουν μια αυτοτέλεια, μια ιστορία – με αρχή, μέση και τέλος∙ σ’ αυτή την κατηγορία συναντάμε Το Πετροκάραβο, το Η Γοργόνα και το Ο Λυράρης κι οι Νεράιδες. Υπάρχει όμως και η άλλη κατηγορία στην οποία εντάσσονται παραδόσεις που αντανακλούν τα πιστεύω του λαού μας, δοξασίες σε σχέση με την, παλιότερη, καθημερινή τους ζωή∙ σ’ αυτή την κατηγορία συναντάμε τα βιβλία Οι Μοίρες και Η Ελιά. 

 


Εκτός από τα τέσσερα βιβλία που ήδη κυκλοφορούν (Οι Μοίρες, Η Ελιά, Η Γοργόνα, Το Πετροκάραβο) κι ένα που έρχεται τώρα την άνοιξη (Ο λυράρης και οι νεράιδες), ποιες άλλες ιστορίες θα διαβάσουμε;
Θα ακολουθήσει, το φθινόπωρο, Το Κάστρο της Ωριάς σε εικονογράφηση της Κατερίνας Βερούτσου. Για τη συνέχεια δεν έχω καταλήξει ακόμη, αν κι έχω ήδη κάνει μια προεπιλογή. Είναι, σίγουρα, και θέμα έμπνευσης…, πολλές φορές ξεκινάω να γράψω κάτι αλλά… δεν μπορώ να τιθασεύσω το υλικό όπως θα ήθελα. Κι άλλες φορές, με το που ξεκινάω, είναι λες και το υλικό με περίμενε για να το αφηγηθώ εκ νέου.

 

Χρησιμοποιείτε τον δεκαπεντασύλλαβο. Για ποιον λόγο επιλέξατε αυτή τη μορφή γραπτού λόγου αντί ας πούμε του πεζού;
Αγάπησα τον δεκαπεντασύλλαβο μέσα από τις Παραλογές. Είναι ένας τόσο δυναμικός, εύπλαστος και εικονοποιητικός στίχος που αναδεικνύει τη μουσικότητα του λόγου και τόσο στενά συνδεδεμένος με την προφορική μας ομιλία αλλά και τα δημοτικά μας τραγούδια. Μου φάνηκε, λοιπόν, ως ο ιδανικός αφηγηματικός τρόπος των συγκεκριμένων ιστοριών, ως ο καλύτερος συνδετικός κρίκος και το καταλληλότερο μέσο για να αφηγηθώ γραπτώς κάτι που, από τη φύση του, ανήκει στον προφορικό πολιτισμό. Εξάλλου ήταν σαφής επιδίωξή μου αυτές οι ιστορίες να μπορούν να διαβάζονται και δυνατά, να σε προκαλούν να τις διαβάσεις δυνατά θα έλεγα. Είχα στον νου μου να τις αφηγούνται, υποβοηθούμενοι από τα βιβλία αυτή τη φορά, οι μεγαλύτεροι στους μικρότερους – όπως δηλαδή γινόταν κι άλλοτε. Και… ίσως, γιατί όχι, φορά τη φορά να προσθέτει κι ο κάθε αφηγητής και κάτι δικό του.

 

Τι είναι αυτό που μας γοητεύει πιστεύετε στις ιστορίες της παράδοσής μας, αν και πολλές από αυτές είναι τρομακτικές κι απόκοσμες;
Το απόκοσμο και το τρομαχτικό είναι που, καταρχήν, γοητεύουν. Διαχρονικά ο άνθρωπος γοητεύεται από αυτά τα στοιχεία, ο κρυμμένος κίνδυνος που ενυπάρχει σ’ αυτά μας έλκει – ειδικότερα τα παιδιά. Είναι που μέσα σε μια ιστορία αντιμετωπίζοντας το τρομαχτικό προσπαθούμε, υποσυνείδητα, ν’ αντιμετωπίσουμε, να ξορκίσουμε στην ουσία τους ίδιους τους φόβους μας. Επιπλέον είναι γοητευτικό να ακούς πώς ερμήνευαν παλιότερα οι άνθρωποι όσα τους κέντριζαν το ενδιαφέρον, όσα τους φόβιζαν ή όσα θαύμαζαν. Θεωρώ πως κάθε προσπάθεια ερμηνείας του κόσμου είναι διαχρονικά γοητευτική∙ είτε γίνεται με επιστημονικό, είτε με ποιητικό ή συμβολικό και παραμυθητικό τρόπο.

 

———————————————————————————————–

Γεννήθηκε το 1973 στην Αθήνα. Έκανε μεταπτυχιακά σε Σπουδές Παράστασης στο Λονδίνο και Θεατρικές Σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και παρακολούθησε μαθήματα συγγραφής σε Ελλάδα και Αγγλία. Από το 1998 σκηνοθετεί για το θέατρο (devised theatre), μουσικές συναυλίες και είναι από τα ιδρυτικά μέλη της Ομάδας Θεάματος Η Άλλη Πλευρά και του ανεξάρτητου αθηναϊκού label Puzzlemusik. Έχει κάνει θεατρικές μεταφράσεις κι έχει επιμεληθεί τη δραματουργική σύνθεση αρκετών παραστάσεων. Το 2000 βραβεύτηκε με το Β΄ βραβείο για νέους θεατρικούς συγγραφείς (Γ.Γ.Ν.Γ. – Θέατρο του Νότου). Το μυθιστόρημά της για παιδιά “Ονειροφύλακες” τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Παιδικής Λογοτεχνίας το 2005 και το “Τότε που κρύψαμε έναν άγγελο” με το “Βραβείο Κύκλου Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου” το 2010. Το βιβλίο της “Το παλιόπαιδο” (2014) πήρε Βραβείο σε εικονογράφο και συγγραφέα βιβλίου με πολύχρωμη εικονογράφηση για την εικονογράφηση και για το κείμενο, από τον Κύκλο Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου. Ασχολείται με το θέατρο στην εκπαίδευση διδάσκοντας Θεατρική Αγωγή και Στοιχεία Θεατρολογίας στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

ΜΟΙΡΑΣΕ ΤΟ

ΜοΜΑ: Curtis Scott

Ο Curtis Scott (αριστερά), υπεύθυνος του εκδοτικού του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης (MoMA), βρέθηκε τον Οκτώβριο στην Αθήνα και στο πλαίσιο των επισκέψεών του σε σχολεία μίλησε με τη Ζωή Κοσκινίδου για τα βιβλία Τέχνης που απευθύνονται σε παιδιά.

Anna Wilson

Η Anna Wilson γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αυστραλία, σπούδασε και ακολούθησε ακαδημαϊκό δρόμο, ταξίδεψε πολύ και γνώρισε πολλά μέρη. Όμως πάντα αγαπούσε να ζωγραφίζει. Ένα συμβάν στη ζωή της έπαιξε καταλυτικό ρόλο, ώστε να παρατήσει την ακαδημαϊκή της ενασχόληση και να αφιερωθεί σε αυτό που πάντα αγαπούσε αλλά φοβόταν να τολμήσει: να ζωγραφίζει. Κάπως έτσι ξεκίνησε να εικονογραφεί παιδικά βιβλία. Κάπως έτσι συνεργάστηκε με τη συγγραφέα Holly Hughes και μαζί δημιούργησαν αυτό το συγκινητικό και πολύ ατμοσφαιρικό βιβλίο που μιλάει για τη φιλία, τη σημασία της προσφοράς και τη μαγεία του χειμώνα… Με αφορμή την κυκλοφορία στα ελληνικά του βιβλίου “Το αγόρι που έφερε το χιόνι” (εκδ. Μάρτης) η Ζωή Κοσκινίδου μίλησε με την εικονο-γράφο.