Ogdred Weary, Dogear Wryde, Ms. Regera Dowdy ή Raddory Gewe; Συγγραφέας, εικονογράφος, θεατρικός συγγραφέας ή σκηνογράφος; Δεν έχει καμία σημασία, καθώς όλα τα παραπάνω απαντούν σ’ ένα και μοναδικό πρόσωπο, τον πολυδιάστατο Edward Gorey. Ευρέως γνωστός για τη «μακάβρια» αισθητική του, ο Gorey γεννήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 1925, ενώ χαιρέτησε τον μάταιο τούτο κόσμο στις 15 Απριλίου 2000.
Γεννήθηκε στο Σικάγο και το παράδοξο στην οικογένειά του ήταν πως οι γονείς του χώρισαν όταν εκείνος ήταν 11 χρονών και ξαναπαντρεύτηκαν μετά από 16 χρόνια. Ο ίδιος ισχυρίζεται πως κληρονόμησε το ταλέντο του από τη προγιαγιά του, Helen St. John Garvey, η οποία εικονογραφούσε ευχετήριες κάρτες του 19ου αιώνα.
Ο Gorey φοίτησε σε διάφορα σχολεία και αμέσως μετά, το 1943, σπούδασε τέχνες για 6 μήνες στο Ινστιτούτο Τεχνών του Σικάγο (School of Art Institute of Chicago), παρόλο που θεωρούσε πως η εκπαίδευσή του στην τέχνη ήταν αμελητέα. Το 1944 έκανε το πέρασμά του από τον στρατό και μετά σπούδασε γαλλικά στο Χάρβαρντ για 4 χρόνια. Το 1953 μετακόμισε στη Νέα Υόρκη. Εκεί ξεκίνησε να δουλεύει για την εκδοτική εταιρία Doubleday, εικονογραφώντας εξώφυλλα βιβλίων και ενίοτε προσθέτοντας εικονογραφήσεις στο εσωτερικό τους. Δούλεψε πάνω σε διάφορα βιβλία, όπως το Dracula του Bram Stoker, το The war of the Worlds του H.G.Wells και το Old Possum’s Book for Practical Cats του T.S. Eliot. Παράλληλα, δημιούργησε εξώφυλλα και εικονογραφήσεις για πολλά παιδικά βιβλία που έγραψε ο John Bellairs, όπως επίσης και βιβλία που ξεκίνησε ο Bellairs και συνέχισε ο Brad Strickland μετά το θάνατο του πρώτου. Όταν άρχισε να γράφει τα δικά του βιβλία, τα υπέγραφε χρησιμοποιώντας αναγραμματισμούς του ονόματός του. Η πρώτη δική του δουλειά, το The Unstrung Harp, εκδόθηκε το 1953. Λέγεται πως έγινε διάσημος λόγω της επαφής του με το βιβλιοπωλείου Gotham Book Mart. Μάλιστα, οι New York Times υποστηρίζουν ότι ο ιδιοκτήτης του Gotham Book Mart, Andreas Brown, ήταν υπεύθυνος για την απογείωση της καριέρας του Gorey. Το animation που έκανε για την εισαγωγή της σειράς του PBS «Mystery!» το 1980, όπως επίσης και για τα σχέδιά του για την παραγωγή του θεάτρου Broadway, Dracula, το 1977, για το οποίο κέρδισε βραβείο Tony για Καλύτερο Σχεδιασμό Κοστουμιού, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην καθιέρωση του ονόματός του.
Το παιδικό βιβλίο υπήρξε ένα μεγάλο κεφάλαιο στην επαγγεματική πορεία του, καθώς και το μοναδικό πράγμα που τον συνέδεε με τα παιδιά, μιας και αυτά δεν αποτελούσαν μέρος της ζωής του, αλλά ούτε και η οικογένεια με την ευρεία έννοια της λέξης. Ζούσε αποκλειστικά με τις γάτες του, απολαμβάνοντας τις εκκεντρικές του συνήθειες, όπως το να κυκλοφορεί με μια γούνα και λευκά πάνινα παπούτσια στους δρόμους της Νέας Υόρκης.
Πολλά από τα πονήματά του τα ονόμαζε λογοτεχνικές ανοησίες. Οι ιστορίες του είχαν άρωμα βικτωριανής εποχής, όπου ντυμένες με το μαύρο πέπλο της τρομάρας δημιουργούσαν μια άβολη ατμόσφαιρα μιας και τολμούσαν να τοποθετήσουν τους παιδικούς χαρακτήρες πολύ κοντά σε θέματα ταμπού για την εποχή, όπως ο θάνατος. Ειδικά το βιβλίο του «The Gashlycrumb Tinies», το οποίο αποτελεί ουσιασικά ένα αλφαβητάρι, όπου κάθε γράμμα είναι το αρχικό γράμμα του ονόματος ενός παιδιού το οποίο βρίσκεται σε μια ανεπιθύμητη ή τρομακτική κατάσταση: “Α είναι για την Amy, που έπεσε κάτω από τις σκάλες, το Β είναι για τον Basil, που του επιτέθηκαν αρκούδες” κ.ο.κ. Ο Gorey έγραψε πάνω από 100 βιβλία εκ των οποίων πολλά παιδικά, όπως τα “Amphigorey”, “The Utter Zoo”, “The Wuggly Ump” κ.α. ενώ έχουν μεταφραστεί και κυκλοφορήσει τρία από αυτά στα ελληνικά, «To επιπληκτικό ποδήλατο», “Ο αμφίβολος επισκέπτης” και “Το Εγχειρίδιο Πρακτικής Γατικής Του Γερο-Πόσουμ”, όλα από τις εκδόσεις Άγρα.
Η φαντασία και η ευρηματικότητά του, καθώς και το απροκάλυπτο θάρρος του, τον καθιστούν από τους πιο σημαντικούς εικονογράφους της εποχής μας. Το μαύρο χιούμορ του έχει επηρεάσει μουσικούς όπως οι Tiger Lilies στο άλμπουμ του 2003 “The Gorey end”, ενώ στο Σαν Φρανσίσκο υπάρχει φεστιβάλ αφιερωμένο στην αισθητική του, το Edwardian Ball. Ο ίδιος αρεσκόταν να απαντάει σε όσους τον χαρακτήριζαν ως γκόθικ: “Αν αυτό που κάνεις είναι ανοησίες, πρέπει να είναι αρκετά απαίσιο, γιατί διαφορετικά δε θα είχε κανένα νόημα. Προσπαθώ να σκεφτώ αν υπάρχουν χαρούμενες ανοησίες. Χαρούμενες, αστείες ανοησίες για παιδιά — ω, πόσο βαρετό, βαρετό, βαρετό. Όπως είχε πει και ο Σούμπερτ, δεν υπάρχει χαρούμενη μουσική. Και αυτό είναι αλήθεια, πράγματι δεν υπάρχει. Και πιθανώς να μην υπάρχουν ούτε χαρούμενες ανοησίες”.