
Κείμενο: Τζόρτζιο Παρίζι
Εικονογράφηση: Καμίλλα Πιντονάτο
Μετάφραση: Μαρία Οικονομίδου
Χρονιά έκδοσης: 2024
Ηλικίες: 9+
Ο νομπελίστας φυσικός Τζόρτζιο Παρίζι στο βιβλίο του “Η Χρυσόμυγα” παρουσιάζει μια συλλογή παραμυθιών που έλεγε ο ίδιος στα τρία εγγόνια του. Εδώ όμως εναλλάσσονται δύο τύποι παραμυθιών. Καταρχάς, έχουμε τα σύντομα παραμύθια με το μαύρο φόντο, που ο επιστήμονας πραγματεύεται και εξηγεί ένα θέμα που άπτεται της φυσικής όπως η πτήση των ψαρονιών, η ώθηση που δεχόμαστε καθώς σπρώχνουμε αντίθετα τα πόδια μας, πώς πετάει ένα αερόστατο ή μια μύγα, και τέλος εξηγεί την εναλλαγή μέρας και νύχτας με τη βοήθεια μια λάμπας.
Μετά από κάθε μία ιστορία που τα παιδιά του θέτουν ένα ερώτημα φυσικής, ακολουθεί ένα παραμύθι σε λευκό φόντο που είναι καρπός της φαντασίας του Νομπελίστα φυσικού. Εδώ πρωταγωνιστές είναι συχνά τα ίδια τα παιδιά. Σε αυτά τα μεγαλύτερης έκτασης παραμύθια, οι αδελφοί Γκριμ αναμιγνύονται με τον μάγο Μέρλιν και το Εξκάλιμπερ που αυτή τη φορά είναι ένα κορίτσι που το τραβάει από τον βράχο, άλλοτε ζώα που ξεπετάγονται από ιστορίες του Αισώπου πλέκουν με μάγους και μαγικά ραβδιά και κακότροποι βασιλιάδες πρέπει να μάθουν να λένε «σε παρακαλώ» ακόμα και σε ένα φυτό για να τους χαρίσει τα λουλούδια του, ενώ δύο παιδιά παίρνουν τη θέση του «ψεύτη βοσκού» και σώζονται από μια χρυσόμυγα.
Η εικονογράφηση της Καμίλλα Πιντονάτο θυμίζει έντονα παιδικές ζωγραφιές όπου άνθρωποι και ζώα αναμειγνύονται. Μια ενδιαφέρουσα, διαφορετική προσέγγιση παραμυθιών που η αφορμή για τη μετάβαση ανάμεσα στις δύο «αφηγήσεις» δίνεται από λέξεις όπως «θέλω, θέλω, θέλω» ή απλά το πέταγμα μιας μύγας. Αφηγήσεις που κάποιους μπορεί να τους ταξιδεύουν πίσω σε παιδικά χρόνια, τότε που οι παππούδες και οι γιαγιάδες δε διάβαζαν αλλά φτιάχνανε παραμύθια και ιστορίες με το νου τους.