Η σημασία της μετάφρασης στα βιβλία γνώσεων

Φωτογραφία: Kelli McClintock / Unsplash

Τα βιβλία γνώσεων για παιδιά έχουν, σε μεγάλο βαθμό, αντικαταστήσει τις παραδοσιακές εγκυκλοπαίδειες, κυριαρχώντας εδώ και αρκετά χρόνια στην αγορά. Δικαιολογημένα, αφού αποτελούν πολύτιμη πηγή πληροφόρησης για τον κόσμο που μας περιβάλλει, προσαρμοσμένη στις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα των νεαρών αναγνωστών.

Σε αντίθεση με τις εγκυκλοπαίδειες, τα σύγχρονα βιβλία γνώσεων είναι καλαίσθητες εκδόσεις, με πλούσια θεματολογία, ελκυστική εικονογράφηση και φυσικά πληθώρα πληροφοριών σε μορφή όχι μόνο κειμένων, αλλά και infographics, πινάκων, άλλοτε χρησιμοποιώντας συννεφάκια κειμένου και άλλοτε κείμενο ενσωματωμένο στην εικονογράφη, όλα όμως δομημένα και οργανωμένα με τρόπο που να διευκολύνει την κατανόηση των πληροφοριών – που είναι και το ζητούμενο – και να μεταδίδει αποτελεσματικά τη γνώση στον μικρό σε ηλικία αναγνώστη.

Πολλά από αυτά τα βιβλία αυτά φέρουν την επιστημονική επιμέλεια ειδικών ή φορέων, όπως ερευνητικά ιδρύματα και πανεπιστήμια, εξασφαλίζοντας έτσι την εγκυρότητα του περιεχομένου και αποτρέποντας την αναπαραγωγή λαθών.

Στην ελληνική αγορά κυκλοφορούν τίτλοι που μας έχουν έρθει κατά κύριο λόγο από το εξωτερικό, με ποικίλες θεματολογίες, καλύπτοντας ένα ευρύ φάσμα ενδιαφερόντων για παιδιά και εφήβους. Ωστόσο, πέρα από την ποιότητα της πληροφορίας, ιδιαίτερη σημασία αποκτά και η μετάφραση, η οποία – όταν δεν είναι προσεγμένη – μπορεί να υπονομεύσει το τελικό αποτέλεσμα και να στείλει ακόμη και τα πιο αξιόλογα βιβλία πίσω στο ράφι.

Με αφορμή την πληθώρα βιβλίων γνώσεων που φτάνουν και στα δικά μας χέρια, η Κόκκινη Αλεπού ζήτησε τη γνώμη τριών έμπειρων Ελληνίδων μεταφραστριών, που έχουν καταπιαστεί με βιβλία γνώσεων για παιδιά, να μιλήσουν για τον ρόλο της μετάφρασης (και) σε αυτή την κατηγορία βιβλίων. Η Κλεοπάτρα Ελαιοτριβιάρη, η Τατιάνα Ραπακούλια και η Αγγελική Τζαβάρα μοιράστηκαν μαζί μας τις απόψεις και την εμπειρία τους, αναδεικνύοντας τη σημασία της μετάφρασης όχι μόνο στη λογοτεχνία, αλλά και στη σωστή και ελκυστική μετάδοση της γνώσης στα παιδιά – για τον κόσμο που ζουν.

Η συζήτηση ξεκίνησε με την ανάγκη να διασαφηνιστούν οι διαφορές ανάμεσα στη μετάφραση ενός βιβλίου γνώσεων και ενός λογοτεχνικού κειμένου για παιδιά, καθώς και το κατά πόσο ακολουθείται διαφορετική μεθοδολογία σε κάθε περίπτωση. Και οι τρεις μεταφράστριες συγκλίνουν στις απαντήσεις τους, τονίζοντας πως το λογοτεχνικό κείμενο και το κείμενο ενός βιβλίου γνώσεων διαφέρει πολύ. Η Κλεοπάτρα Ελαιοτριβιάρη σημειώνει πως «κάθε βιβλίο έχει τα δικά του χαρακτηριστικά, τα οποία οφείλω να σεβαστώ ως μεταφράστρια. Στη λογοτεχνία υπάρχει συνήθως μεγαλύτερη ελευθερία επιλογών, ειδικά ως προς την απόδοση του ύφους. Αντίθετα, στη μετάφραση βιβλίων γνώσεων προέχει η ακρίβεια», κάτι που τονίζουν και οι τρεις μεταφράστριες. Και συνεχίζει η κ. Ελαιοτριβιάρη λέγοντας πως «αυτό συνεπάγεται συστηματική έρευνα και διασταύρωση στοιχείων. Ένα βιβλίο γνώσεων για παιδιά δεν επιτρέπεται να περιέχει εσφαλμένες πληροφορίες. Ανατρέχω σε επιστημονικά άρθρα, σε επίσημους φορείς και αποφεύγω μη αξιόπιστες πηγές, όπως ανυπόγραφα άρθρα που μπορεί να έχουν τύχει και αυτόματης μετάφρασης, ενώ αν χρειαστεί, απευθύνομαι και σε ειδικούς του εκάστοτε τομέα».

Η Αγγελική Τζαβάρα επισημαίνει πώς όταν μεταφράζεις ένα βιβλίο γνώσεων, το ζητούμενο είναι η ακρίβεια και η σαφήνεια, με μια γλώσσα απλή και ελκυστική. «Ευτυχώς, τα σύγχρονα βιβλία γνώσεων έχουν ξεπεράσει τον παλιό τους διδακτισμό και συχνά έχουν ζωντανό ύφος, χιούμορ, ακόμα και λογοπαίγνια. Εκεί απαιτείται η μετάφραση να γίνει πιο… υβριδική. Μεταφράζω, λόγω σπουδών στη Γεωλογία-Παλαιοντολογία και Γεωχημεία Πετρελαίου, βιβλία για τη Γη, τα ηφαίστεια, τους δεινόσαυρους, το διάστημα, αλλά και non-fiction για ενήλικες, σε πεδία όπως η ψυχολογία, η εκπαίδευση και τα οικονομικά. Όταν η ορολογία ξεπερνά το δικό μου γνωστικό πεδίο, συμβουλεύομαι ειδικούς – από πανεπιστημιακούς μέχρι… ορειβάτες!».

Η Τατιάνα Ραπακούλια συμφωνεί πως η διαδικασία της μετάφρασης διαφέρει ανάλογα με το είδος του κειμένου και αναφέρει συγκεκριμένα ότι «στα βιβλία γνώσεων το βάρος πέφτει στη σαφήνεια και την ακρίβεια – χωρίς όμως να παραβλέπουμε την απλότητα και την ελκυστικότητα». Με σπουδές και εκείνη στις Θετικές Επιστήμες και συγκεκριμένα στη Βιολογία, συνήθως μεταφράζει σχετικά βιβλία, αλλά έχει ασχοληθεί και με άλλες θεματικές. «Βασίζομαι στις γνώσεις μου, σε πηγές και υλικό που έχω συγκεντρώσει με τα χρόνια και φυσικά συνεργάζομαι με ειδικούς όταν χρειάζεται. Έχω χτίσει ένα δίκτυο επιστημόνων στους οποίους ξέρω ότι μπορώ να στραφώ, ενώ σε περιπτώσεις ιδιαίτερα απαιτητικής ορολογίας, το κείμενο μπορεί να επιμεληθεί και ειδικός με τον οποίο συνεργάζομαι στενά».

Οταν τις ρωτάμε για τους βασικούς στόχους όταν μεταφράζεται ένα βιβλίο γνώσεων που απευθύνεται σε παιδιά και τι τις ενδιαφέρει πρωτίστως και οι τρεις αναφέρουν πρώτα από όλα την ορθότητα της πληροφορίας, την κατανόησή της και το πόσο το κείμενο είναι ελκυστικό στο αναγνωστικό κοινό, ενώ κάνουν λόγο για τις ηλικίες των παιδιών και την ικανότητα της κατανόησης, που διαφέρει πολύ από ηλικιακό γκρουπ σε ηλικιακό γκρουπ.

Η Αγγελική Τζαβάρα μάλιστα τονίζει πως «όταν μεταφράζω ένα βιβλίο γνώσεων που απευθύνεται σε παιδιά αισθάνομαι συνυπεύθυνη μαζί με τον συγγραφέα να κινήσω το ενδιαφέρον του αναγνώστη για το περιεχόμενο, δημιουργώντας ένα κείμενο που είναι εύληπτο και ελκυστικό χωρίς ωστόσο να κάνω εκπτώσεις στην απόδοση των επιστημονικών όρων και εννοιών. Στο βιβλιαράκι με τις σκληρές σελίδες που απευθύνεται σε παιδάκια 3-4 χρόνων και περιγράφει έναν πύραυλο, για παράδειγμα, θα κάνω τον λόγο μου όσο γίνεται πιο απλό, ενώ στο βιβλίο για το διάστημα που προορίζεται για προέφηβους που αγαπούν να μαθαίνουν καινούριες λέξεις θα μιλήσω για διαστημοσυσκευές, χωροχρόνο, αστέρες νετρονίων».

Η Τατιάνα Ραπακούλια υπερθεματίζει – όπως και η Κλεοπάτρα Ελαιοτριβάρη – στο θέμα της ελκυστικότητας, αναφέροντας πως «οφείλουμε να αποδώσουμε σωστά τους όρους και τις έννοιες. Δε δίνουμε λιγότερη σημασία στην επιστημονική ορθότητα επειδή απευθυνόμαστε σε παιδιά, τουναντίον. Εάν κάποιος όρος είναι στρυφνός ή δυσνόητος, βρίσκουμε τρόπους να τον προσαρμόσουμε ή να τον παρακάμψουμε, φροντίζοντας πάντα να κρατήσουμε την ουσιαστική πληροφορία. Οφείλουμε να μεταφέρουμε σωστή πληροφόρηση, με τρόπο κατάλληλο για το αναγνωστικό κοινό μας. Αυτό υπαγορεύει ο σεβασμός στον αναγνώστη».

Από αριστερά: Τατιάνα Ραπακούλια, Κλεοπάτρα Ελαιοτριβιάρη, Αγγελική Τζαβάρα.

Η ερώτηση για τις παγίδες στις οποίες μπορεί να πέσει ένας επαγγελματίας μεταφραστής, αλλά και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει στη δουλειά του μας έβαλε πιο βαθιά στη μεταφραστική διεργασία, του χρόνου που απαιτείται αλλά και των περιορισμών που ενδέχεται να προκύψουν. «Επειδή δεν είναι εύκολο να είμαστε φωτεινοί παντογνώστες, η έρευνα που χρειάζεται ένα βιβλίο γνώσεων είναι πολύ χρονοβόρα, συνήθως αντιστρόφως ανάλογη του όγκου του κειμένου. Ο όγκος του κειμένου επίσης αποτελεί πρόκληση, καθώς υπάρχουν συγκεκριμένοι περιορισμοί λόγω της εικονογράφησης, πράγμα που σημαίνει πως η μετάφραση δεν μπορεί να υπερβαίνει κατά πολύ το πρωτότυπο. Οι παγίδες νομίζω πως είναι κοινές, ανεξαρτήτως κειμενικού είδους: ψευδόφιλες λέξεις που μπορεί να σε παρασύρουν σε λάθος ερμηνεία ή απόδοση αν δεν τις ψάξεις, ειδικά εάν πρόκειται για επιστημονικούς όρους με ελληνική ρίζα, παρανοήσεις κ.λπ.», αναφέρει η Κλεοπάτρα Ελαιοτριβιάρη, ενώ η Αγγελική Τζαβάρα τονίζει πως «σε ένα βιβλίο γνώσεων ο επαγγελματίας μεταφραστής μπορεί να υποτιμήσει τη σημασία της έρευνας και προκειμένου να εξοικονομήσει χρόνο, να μην τσεκάρει την εγκυρότητα των πηγών του για την απόδοση διάφορων όρων. Η διασταύρωση έγκυρων πηγών πάντα ελαχιστοποιεί τις πιθανότητες λάθους ή παραλείψεων». Η μεγαλύτερη πρόκληση, κατά την άποψη της Τατιάνας Ραπακούλια, είναι «να μεταφέρουμε επιστημονικά σωστή πληροφορία με γλαφυρό και ελκυστικό τρόπο, ενώ η πιο ύπουλη παγίδα είναι να νομίζουμε ότι γνωρίζουμε κάτι, ενδεχομένως επειδή μας φαίνεται προφανές ή πασίγνωστο, και να παραλείψουμε την απαραίτητη έρευνα».

Τελικά, μέχρι ποιο σημείο μεταφράζουμε την επιστημονική ορολογία και κατά πόσο υπάρχει η δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν οι μεταφραστές απλουστευμένους ή περιληπτικούς τρόπους περιγραφής ώστε να κάνουμε πιο εύκολη την κατανόηση και τελικά την ανάγνωση; Στην ερώτησή μας αυτή, οι απαντήσεις των τριών μεταφραστριών έχουν μια κοινή γραμμή: ακολουθούμε τις βασικές κατευθυντήριες γραμμές που θέτει εξαρχής η/ο συγγραφέας. «Εάν το βιβλίο είναι γραμμένο με επιστημονικούς όρους δε νομιμοποιούμαι να υπεραπλουστεύσω/στρογγυλέψω το κείμενο στη μετάφραση», αναφέρει η Κλεοπάτρα Ελαιοτριβιάρη και συνεχίζει λέγοντας πως «σε τέτοιες περιπτώσεις, επειδή θέλω να έχω σαφείς οδηγίες για τον τρόπο που θα προσεγγίσω το κείμενο και για να γλιτώσουμε περιττά μπρος-πίσω με την επιμελήτρια/τον επιμελητή, ρωτάω τον εκδοτικό οίκο». Η Αγγελική Τζαβάρα υπογραμμίζει πως αν το βιβλίο στη γλώσσα-πηγή χρησιμοποιεί επιστημονική ορολογία σίγουρα έχει καλούς λόγους γι’ αυτό και τείνει να το ακολουθώ. «Βέβαια υπάρχουν εξαιρέσεις που η ακριβής μετάφραση στα ελληνικά είναι μια δυσνόητη λέξη και το αναγνωστικό κοινό είναι π.χ. παιδιά των πρώτων τάξεων του δημοτικού. Εκεί χρησιμοποιώ τον κοινό νου και αντικαθιστώ τον περίπλοκο όρο με κάποιον απλουστευμένο ή περιληπτικό τρόπο περιγραφής». Η Τατιάνα Ραπακούλια για μια ακόμα φορά αναφέρει πόσο σημαντικό είναι «να αποδίδουμε τους όρους σωστά και με ακρίβεια, όχι στο περίπου ή όπως μας φαίνεται ότι ακούγεται καλύτερα. Οι όροι και οι έννοιες πρέπει να αποδίδονται με απλή, καθημερινή γλώσσα, ώστε να είναι κατανοητοί στα παιδιά. Εάν το κείμενο είναι στρυφνό, το παιδί δυσκολεύεται να το κατανοήσει και χάνει το ενδιαφέρον του. Σκοπός είναι να γίνει κατανοητό και ευχάριστο το κείμενο, αλλιώς έχουμε χάσει τους αναγνώστες».

Τι γίνεται όμως με βιβλία γνώσεων που παρατηρούμε τη χρήση αυστηρώς επιστημονικών όρων, χωρίς καμία υποσημείωση ή γλωσσάρι; Κι αν στο πρωτότυπο βιβλίο δεν υπάρχει τέτοιο κομμάτι, μπορεί ο μεταφραστής να εισηγηθεί τη δημιουργία ενός, ώστε να γίνεται καλύτερα η κατανόηση των όρων; «Στα βιβλία για παιδιά δε συνηθίζεται να μπαίνουν υποσημειώσεις των μεταφραστών (σ.σ. όπως συνήθως παρατηρούμε στα βιβλία που απευθύνονται σε ενήλικες), προκειμένου να μη διακόπτεται η αναγνωστική ροή», αναφέρει η Κλεοπάτρα Ελαιοτριβιάρη, «ομως το γλωσσάρι που είναι μια πολύ καλή λύση σε περίπτωση που υπάρχει πληθώρα επιστημονικών όρων και εννοιών, δύσκολα μπορεί να προστεθεί σε μεταφρασμένο βιβλίο αν δεν υπάρχει στο πρωτότυπο. Είναι θέμα πνευματικής ιδιοκτησίας των δημιουργών». Και συνεχίζει λέγοντας πως για εκείνη όταν κρίνει πως ένας όρος είναι άγνωστος ή δυσνόητος για το κοινό για το οποίο προορίζεται το βιβλίο, προσπαθεί να εντάξει στο κείμενο μια επεξήγηση, ώστε το παιδί και να προβληματιστεί με την καινούργια λέξη και να μάθει την έννοιά της. «Εάν αυτό δεν είναι εφικτό (λόγω περιορισμένου χώρου, για παράδειγμα), με παρηγορεί η σκέψη πως η νέα άγνωστη λέξη θα στείλει το παιδί σε μεγαλύτερους ανθρώπους γύρω του, στο λεξικό ή στο Google, για περαιτέρω διερεύνηση. Ένας μεμονωμένος επιστημονικός όρος σε μία παράγραφο δεν θα με προβλημάτιζε ιδιαίτερα. Εάν όμως μια ολόκληρη παράγραφος είναι δυσνόητη, επεξεργάζομαι τη διατύπωση όσο νιώθω ότι χρειάζεται και μπορεί να κάνω και μια δοκιμή σε παιδιά της αντίστοιχης ηλικίας για να βεβαιωθώ ότι η μετάφρασή μου είναι κατανοητή».

«Γενικά τα βιβλία γνώσεων που απευθύνονται σε ηλικίες άνω των 6 ετών έχουν ευρετήριο και γλωσσάρι», μας λέει η Αγγελική Τζαβάρα, συμπληρώνοντας πως «αν παρ’ ελπίδα δεν έχουν γλωσσάρι και πρέπει να αναφέρω κάποιον όρο που θεωρώ ότι δεν είναι οικείος στην ηλικία που απευθύνεται, θα συμπληρώσω και μια επεξήγηση», ενώ η Τατιάνα Ραπακούλια αναφέρει πως προσαρμόζει πάντα την ορολογία στο αναγνωστικό κοινό. «Αλλιώς θα γράψεις αν απευθύνεσαι σε επιστήμονες, αλλιώς στο ευρύ κοινό ενηλίκων, αλλιώς σε εφήβους, αλλιώς σε παιδιά δημοτικού. Σε ένα παιδικό βιβλίο είτε θα τις εξελληνίσω (στη δημοτική και όχι στην καθαρεύουσα) είτε θα συμπεριλάβω την κοινή ονομασία όπου υπάρχει και συχνά θα τη δημιουργήσω όπου δεν υπάρχει, όχι αυτοσχεδιάζοντας ελεύθερα, αλλά βάσει συγκεκριμένων κανόνων και λαμβάνοντας υπόψη άλλες παρόμοιες ονομασίες. Συχνά τα βιβλία που μεταφράζω έχουν πολύπλοκες έννοιες και τις εκφράζουν με υπερβολικά τεχνικό τρόπο. Στην περίπτωση αυτή, φροντίζω να τις απλουστεύω και να τις αναδιατυπώνω, μένοντας βέβαια πάντα πιστή στο περιεχόμενο ή να ενσωματώνω επεξηγήσεις. Τυχαίνει ακόμα να συναντήσω πραγματολογικά λάθη, τις πιο πολλές φορές παρωχημένες πληροφορίες, τα οποία διορθώνω. Όταν το κάνω αυτό, αφήνω σημειώσεις για την/τον επιμελήτρια/ή. Στην ουσία δε μεταφράζω απλώς. αλλά διασκευάζω, πάντα σε συνεννόηση με τον εκδότη».

Η ερώτηση που έκλεισε τη διαδικτυακή μας συζήτηση αφορούσε ένα θέμα που απασχολεί έντονα τη δημόσια συζήτηση τον τελευταίο καιρό. Τα βιβλία γνώσεων δεν περιορίζονται πλέον μόνο σε θέματα επιστημών, του κόσμου γύρω μας ή της Ιστορίας, αλλά περιλαμβάνουν και ζητήματα όπως το ανθρώπινο σώμα, τα φύλα και – πιο πρόσφατα – τον αυτοπροσδιορισμό. Καθώς τέτοιου είδους βιβλία, προς το παρόν, προέρχονται κυρίως από το εξωτερικό και είναι γραμμένα σε γλώσσες όπως τα αγγλικά, όπου οι σχετικές έννοιες αποδίδονται πιο εύκολα γλωσσικά, αναρωτηθήκαμε τι συμβαίνει με τη μετάφρασή τους στα ελληνικά. Πόσο μας βοηθά η γλώσσα μας να αποδώσουμε με ακρίβεια και ευαισθησία τους όρους που χρησιμοποιούνται στα πρωτότυπα κείμενα; Η Τατιάνα Ραπακούλια μας υπενθυμίζει πως «τα ελληνικά υστερούν σε αυτόν τον τομέα. Η συμπεριληπτική γλώσσα παρουσιάζει δυσκολίες διαφορετικές απ’ αυτές των αγγλικών, ενώ υπάρχουν όροι που δεν έχουν αποδοθεί στα ελληνικά. Τυχαίνει επίσης να υπάρχουν λέξεις που αφορούν τέτοια θέματα αλλά όχι στο κατάλληλο επίπεδο ύφους – μπορεί να είναι αργκό ή να είναι υπερβολικά επίσημες και τεχνικές (λ.χ. ιατρικοί όροι), αλλά και τα δύο άκρα είναι ακατάλληλα για παιδικό βιβλίο. Όπως σε όλα τα βιβλία γνώσεων, η έμφαση είναι στην ακριβή μεταφορά του νοήματος με τρόπο απλό και κατανοητό και σε καθημερινή, οικεία γλώσσα. Έχω μεταφράσει παιδικά και εφηβικά βιβλία για τη σεξουαλικότητα πριν από είκοσι χρόνια και ήδη τότε αποτελούσε πρόκληση να μεταφέρεις πιστά το περιεχόμενο με τρόπο κατανοητό και οικείο, στο σωστό επίπεδο ύφους, χωρίς ευφημισμούς και υπεκφυγές. Οι εξελίξεις στη θεματολογία αυτή είναι ραγδαίες και μπορεί να μας φέρνουν σε αμηχανία κάποιες φορές, αλλά είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι οφείλουμε στα παιδιά να τους μεταφέρουμε την πραγματικότητα ως έχει. Εξάλλου τα παιδιά είναι ανοιχτά σε καθετί καινούριο και το δέχονται χωρίς να το κρίνουν. Οι νέοι όροι που συναντούν, είτε αφορούν άγνωστα είδη φυτών και ζώων είτε τη σεξουαλικότητα και την ταυτότητα φύλου, αφομοιώνονται με την ίδια ευκολία».

«Η αγγλική γλώσσα τείνει να χρησιμοποιεί όρους που είναι πιο απλοί, πιο περιγραφικοί και πιο σύντομοι για θέματα που σχετίζονται με τον προσδιορισμό του ατόμου ως προς το φύλο”, λέει η Αγγελική Τζαβάρα και συνεχίζει: “Ως πολίτις ενημερώνομαι για τις εξελίξεις που αφορούν τις έμφυλες ταυτότητες στην ελληνική γλώσσα, ωστόσο στη μεταφραστική μου εργασία δεν μου έχει ζητηθεί μέχρι τώρα να μεταφράσω κάτι σε αυτό το γνωστικό πεδίο. Ως αναγνώστρια και μαμά πριν από 15 χρόνια περίπου είχα εντοπίσει στην αγορά βιβλία σεξουαλικής αγωγής για παιδιά που καλύπτανε τις ανάγκες της οικογένειάς μας (οι έμφυλες ταυτότητες δεν υπήρχαν καν στον ορίζοντα) που αντιμετώπιζαν το παιδί με σεβασμό, ως μικρό άνθρωπο και λέγανε τα πράγματα απλά και κατανοητά με το (επιστημονικό) όνομά τους».

Κλείνοντας, η Κλεοπάτρα Ελαιοτριβιάρη αναφέρει κι εκείνη ότι αν και δεν έχει τύχει να ασχοληθεί ως τώρα με βιβλία με θέμα τον προσδιορισμό φύλου, είτε για παιδιά είτε για ενήλικες, σημειώνει ότι έχει κι εκείνη την εντύπωση – κρίνοντας από το πώς χειρίζεται το θέμα αυτό ο τύπος ή και η λογοτεχνία των ενηλίκων – πως υπάρχει μια δυσκαμψία και μια αμηχανία σε σχέση με την απόδοση όρων και εννοιών που αφορούν π.χ. μη δυαδικά ή τρανς άτομα. «Είμαστε σε μεγάλο βαθμό μια βαθιά συντηρητική κοινωνία και η γλώσσα μας δεν μπορεί παρά να αποτυπώνει αυτόν τον συντηρητισμό. Το γεγονός ότι μπορεί σε άλλες γλώσσες να μοιάζει πιο εύκολο να δηλωθεί με γραμματικούς όρους η ρευστότητα του φύλου, αυτό δε σημαίνει πως δεν υπάρχουν τρόποι να γίνει αυτό και στα ελληνικά, όσο δύσκολο κι αν μοιάζει. Μπορεί να μην είναι παγιωμένοι, μπορεί διαφορετικά πρόσωπα να επιλέγουν να αυτοπροσδιορίζονται με διαφορετικούς γλωσσικούς τρόπους, αλλά η δουλειά μου ως μεταφράστρια είναι να κάνω την έρευνά μου, να μιλήσω με ανθρώπους που γνωρίζουν το θέμα, να ακούσω, να συγκρίνω, να δοκιμάσω διαφορετικές λύσεις και να βρω την καταλληλότερη απόδοση. Για σήμερα. Αύριο μπορεί να βρεθούν καλύτερες. Ευτυχώς η γλώσσα είναι ζωντανός οργανισμός και προσαρμόζεται, βρίσκει τον τρόπο να πει όσα θέλουμε να πούμε. Μέχρι να βρούμε κάτι ακόμα καλύτερο. Τώρα αν εγώ βρω την πιο ταιριαστή απόδοση για μένα, αλλά ο εκδοτικός οίκος διαφωνεί με την επιλογή μου, αυτό είναι άλλο καπέλο και άλλη, μεγάλη συζήτηση”.

ΜΟΙΡΑΣΕ ΤΟ

Διαβάστε ακόμα