Καληνύχτα, φεγγάρι

Συγγραφέας: Margaret Wise Brown
Εικονογράφος: Clement Hurd
Μετάφραση: Αντώνης Παπαθεοδούλου
Εκδόσεις: Παπαδόπουλος
Χρονιά έκδοσης: 2022
Ηλικίες: 3+

Ένα κουνελάκι που καληνυχτίζει όλα τα αντικείμενα μέσα σε ένα παιδικό δωμάτιο, από ένα κουκλόσπιτο, ένα ζευγάρι γαντια, τα κάδρα στους τοίχους ως δυο γατάκια και ένα μπολ με χυλό, ένα απλό στη σύλληψή του και την εκτέλεσή του βιβλίο που κρύβει όμως μέσα του όλη την ομορφιά της παιδικής ηλικίας.

Οι περισσότερες από 48 εκατομμύρια πωλήσεις παγκοσμίως, από το 1947 που πρωτοκυκλοφόρησε έως σήμερα, αποδεικνύουν περίτρανα ότι το συγκεκριμένο βιβλίο, αν και δε βρήκε εύκολα τον δρόμο του προς το κοινό και τις βιβλιοθήκες, έχει γίνει ένα από τα πιο αγαπημένα βιβλία γενεών και γενεών. Τι είναι όμως αυτό που κάνει το “Καληνύχτα, φεγγάρι” της Margaret Wise Brown να διαβάζεται και να ξαναδιαβάζεται ακόμα και σήμερα, 76 χρόνια μετά;

Η Wise Brown ήταν από τους συγγραφείς παιδικής λογοτεχνίας που κρίθηκε πολύ αυστηρά από τους ομότεχνούς της, αλλά και από τους υπεύθυνους βιβλιοθηκών της εποχής, κι αυτό γιατί τα κείμενα της Αμερικανίδας συγγραφέα τους φαίνονταν απλοϊκά, πολύ συναισθηματικά και καθόλου λογοτεχνικά και ηθικοπλαστικά. Κατάφερε όμως κάτι που λίγοι είχαν καταφέρει από τη γενιά της: να απευθυνθεί στα παιδιά ως ίσος προς ίσο κι όχι ως ενήλικας σε παιδί. Αυτό που τη βοήθησε να φτάσει σε αυτό το επίπεδο ήταν να καταγράφει ιστορίες που της έλεγαν παιδιά όσο σπούδαζε και με αυτόν τον τρόπο να αποκωδικοποιήσει αυτό που τα παιδιά – αναγνώστες επιθυμούσαν να διαβάσουν.

Το “Καληνύχτα, φεγγάρι” είναι, όπως είπαμε και παραπάνω, ένα πολύ απλό στη σύλληψή του βιβλίο: ένα μικρό πλάσμα που πριν κοιμηθεί κάνει απαρίθμηση όλων των αντικειμένων που βλέπει και τα καληνυχτίζει. Μπορεί κάποιος μεγάλος διαβάζοντάς το να θεωρήσει ότι μιλάει για τον αποχωρισμό ή τη δυσκολία του παιδιού να περάσει από την κατάσταση του ξύπνιου σε αυτή του ύπνου, όμως στο τέλος αυτό που κάνει αυτό το βιβλίο είναι να χρησιμοποιεί λέξεις, φράσεις και αφηγηματικές τεχνικές που κεντρίζουν το ενδιαφέρον των παιδιών στα οποία απευθύνεται μέσα από μια σειρά απλών προτάσεων. Η επανάληψη των λέξεων, όσο κι αν εκνευρίζει τον ενήλικά, βοηθάει τα παιδιά να μάθουν νέες λέξεις, να τις αφομοιώσουν και να εμπλουτισουν ετσι το λεξιλόγιό τους. Κι όλα αυτά, λίγο πριν κοιμηθούν!

Κι αν κάτι εξιτάρει τόσα χρόνια τα παιδιά που τους το διαβάζουν δεν ήταν τόσο η επανάληψη, όσο η μουσικότητα των λέξεων, που τόσο προσεχτικά επέλεγε η Brown. Κι αυτή η μουσικότητα ήταν μάλλον και το μεγάλο στοίχημα στη μετάφραση του βιβλίου. O συγγραφέας Αντώνης Παπαθεοδούλου που ανέλαβε την απόδοση του κειμένου στη γλώσσα μας είχε να φέρει σε πέρας ενα μεγάλο και δύσκολο έργο: να διατηρήσει όσο το δυνατόν περισσότερο αυτό το κομμάτι του κειμένου, αυτή τη μουσική που παράγουν οι λέξεις όταν προφέρονται, την ποιητικότητα του λόγου. Και μπορεί να φαίνεται απλό, είναι άλλωστε λιγοστές οι λέξεις, όμως το βάρος ενός τέτοιου κλασικού έργου είναι τεράστιο. Θεωρώ πως η μετάφραση είναι πολύ καλή, καθώς κατορθώνει να διατηρήσει τη ζητούμενη μουσικότητα, χωρίς να χάσει από το πρωτότυπο κείμενο, χωρίς να θες ως αναγνώστης να κάνεις αυτόματη μετάφραση στα αγγλικά στο μυαλό σου διαβάζοντάς το. Και αυτό είναι επιτυχία.

Πέρα όμως από τις λέξεις και την απόδοση στα ελληνικά, που έχουν και τα δύο τις δικές τους χάρες, υπάρχει και αυτή η εικονογράφηση του Clement Hurd, με τα έντονα, φλούο, εκτυφλωτικά χρώματα και τις ασπρόμαυρες σελίδες – κόλπο της παραγωγής τότε για να μειώσει τα εκτυπωτικά κόστη – που “τραβάει το μάτι” κι έχει και τη δική της ιστορία. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάτι άλλο να πει κανείς για αυτό το βιβλίο, ένα κλασικό ανάγνωσμα που κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον των μικρών αναγνωστών για περισσότερα από 70 χρόνια. Τα περισσότερα έχουν ειπωθεί, έχουν γραφτεί. Το ότι κυκλοφόρησε στα ελληνικά τόσα χρόνια μετά, δεν έχει και τόση σημασία. Σημασία έχει ότι μπορούμε επιτέλους να το απολαύσουμε κι εμείς στη γλώσσα μας, σε μια ωραία, απολύτως τίμια μετάφραση.

ΜΟΙΡΑΣΕ ΤΟ