Μπορεί να μην είναι του γούστου σου τα βιβλία του, μπορεί οι ιστορίες του να φαίνονται παρωχημένες πλέον, καθώς βρίθουν στερεοτύπων, όμως δεν υπάρχει καμία απολύτως αμφιβολία ότι τα βιβλία του έχουν μεγαλώσει και μετατρέψει σε φανατικούς αναγνώστες εκατομμύρια παιδιά σε όλο τον κόσμο από τη δεκαετία του 1960 ως σήμερα.
Τι έχει συμβεί όμως και το όνομα του Βρετανού συγγραφέα Roald Dahl ακούγεται παντού στις ειδήσεις τις τελευταίες μέρες; Ο εκδοτικός οίκος Puffin που έχει τα δικαιώματα των βιβλίων του καθώς και το Ίδρυμα Roald Dahl, αποφάσισαν να προχωρήσουν σε αλλαγές στα πρωτότυπα κείμενα, με σκοπό να τα απαλλάξουν από στερεοτυπικές περιγραφές ατόμων και καταστάσεων, να “εξαγνίσουν” δηλαδή τα βιβλία του δημοφιλούς συγγραφέα. Ο εκδοτικός προσέλαβε sensitivity readers (επαγγελματίες που καλούνται να διαβάσουν κείμενα και να τα απαλλάξουν από λέξεις, φράσεις ή προτάσεις που μπορεί και να προσβάλλουν κάποιον/ους), ώστε να “διορθώσουν” τα βιβλία του Dahl, προκειμένου να τα “φρεσκάρουν” και να τα κάνουν πιο αρεστά στα παιδιά. Ή μήπως τα παιδιά δεν είναι το θέμα, αλλά οι γονείς, οι εκπαιδευτικοί και οι υπεύθυνοι βιβλιοθηκών που σε αμέτρητες περιπτώσεις έχουν διαμαρτυρηθεί για δήθεν ακατάλληλο περιεχόμενο, όχι μόνο σε βιβλία του Dahl, αλλά γενικά; Δεν είναι άλλωστε λίγες οι φορές που νέοι συγγραφείς έχουν δει έργα τους να απορρίπτονται από εκδότες ή να βγαίνουν από λίστες βιβλιοθηκών και σχολείων λόγω αναφορών σε θέματα σεξ ή αναφοράς φύλλου ή ακόμα και χρήση “ακατάλληλης για τα παιδιά” γλώσσας.
Το θέμα έφερε στη δημοσιότητα ο Βρετανός συγγραφέας Salman Rushdie, ο οποίος κοινοποίησε το μήνυμα της Suzanne Nossel, συγγραφέα και CEO του PEN America, στον προσωπικό του λογαριασμό, αναφέροντας ότι είναι ντροπή για τον εκδοτικό οίκο και το Ίδρυμα Dahl να σκέφτονται να διαπράξουν αυτή την “αδιανότητη λογοκρισία”.
Το θέμα της λογοκρισίας κλασικών βιβλίων της παιδικής λογοτεχνίας δεν είναι η πρώτη φορά που ανακύπτει. Πέρυσι το καλοκαίρι τα βιβλία μιας άλλης συγγραφέας, πολύ αγαπητής στα παιδιά, της Enid Blyton, έπεσαν “θύματα” λογοκρισίας, όταν η επίσης συγγραφέας παιδικής λογοτεχνίας Jacqueline Wilson ανέλαβε να “φρεσκάρει” τα κείμενά της.
Και μπορεί τόσο η Enid Blyton όσο και ο Roald Dahl να μην ήταν άγιοι, άλλωστε είναι γνωστές οι κατηγορίες περί ξενοφοβίας και ρατσιμού που βαραίνουν την πρώτη και την πληθώρα σεξιστικών και φυλετικών στερεοτυπικών αναφορών στα βιβλία του δεύτερου, το θέμα του “εξαγνισμού” (σ.σ. bowdlerize) των βιβλίων αυτών είναι από παράλογο ως επικίνδυνο. Οι εκδοτικοί που έχουν τα δικαιώματα βιβλίων που θεωρούνται πλέον κλασική λογοτεχνία, και που έχουν γραφτει ακόμα και στις αρχές του περασμένου αιώνα, προσπαθούν, για να ικανοποιήσουν τους σημερινούς τους αναγνώστες (τους γονείς δηλαδή) και να μην προσβάλλουν κανέναν, να αλλάξουν λέξεις και φράσεις μέσα στα βιβλία. Στο πλαίσιο μιας ξεκάθαρα πολιτικά ορθής τακτικής, ξεγυμνώνουν τα έργα από το κοινωνικό, οικονομικό και χρονικό πλαίσιο κατά τα οποία γράφτηκαν, ενώ παράλληλα υποβαθμίζουν μια πολύ βασική αρχή: ότι τα λογοτεχνικά έργα αποτελούν πολύτιμα πολιτιστικά δημιουργήματα, τα οποία θα πρέπει να παραμείνουν ανέγγιχτα.
Το θέμα σχολίασε μέχρι και ο πρωθυπουργός της Αγγλίας, Rishi Sunak, λέγοντας πως συντάσσεται με τα λεγόμενα του συγγραφέα Philip Pullman, ο οποίος πρότεινε αντί τα κείμενα του Roald Dahl να λογοκριθούν, να αφήσουμε τα βιβλία του να εξαντληθούν, χωρίς να ξαναγίνει ανατύπωση, και να δώσουμε χώρο σε νέους συγγραφείς να δημιουργήσουν νέα και πιο μοντέρνα παιδικά αναγνώσματα.