«Το βιβλίο πρέπει να είναι το τσεκούρι που σπάει την παγωμένη θάλασσα μέσα μας» έγραψε ο Φραντς Κάφκα. Μιλούσε βέβαια για βιβλία ενηλίκων. Όλοι όσοι αγαπάμε τη λογοτεχνία έχουμε βιώσει αυτή την εμπειρία – ένα βιβλίο που μας συγκλόνισε, που άλλαξε τον τρόπο που βλέπουμε τον εαυτό μας και τον κόσμο. Μια τέτοια εμπειρία μπορεί να είναι επώδυνη, αλλά είναι απαραίτητη για να σπάσει ο πάγος και να αποκαλυφθεί η ζωή που κρύβεται από κάτω.
Αναρωτιόμουν αν ένα παιδικό βιβλίο θα μπορούσε να λειτουργήσει με τον ίδιο τρόπο. Η απάντηση ήρθε απρόσμενα στο τέλος του 2024. Η χρονιά που πέρασε ήταν για μένα γεμάτη ευγνωμοσύνη. Ήταν μια περίοδος γεμάτη ταξίδια, καινούριες εμπειρίες και όνειρα που έγιναν πραγματικότητα. Μαζί με το «Βιβλιοδρόμιο», αφήσαμε πίσω μας τη ζώνη ασφάλείας μας και δημιουργήσαμε ένα αναγνωστήριο που άλλαξε τις ζωές μικρών και μεγάλων στο σχολείο μας. Αυτή η προσπάθεια, ωστόσο, συνοδεύτηκε από κούραση, ενοχές και ένα μπερδεμένο κουβάρι συναισθημάτων.
Η πρώτη τσεκουριά ήρθε μέσα από μια εικόνα του Βασίλη Κουτσογιάννη στο βιβλίο «Μεταξένιο» του Κυριάκου Χαρίτου (εκδ. Μεταίχμιο). Στην εικόνα ενός παιδιού, στο κέντρο μιας δίνης ανθρώπων που ζητούσαν ή άρπαζαν κάτι από αυτό, αναγνώρισα τον εαυτό μου. Για έναν ολόκληρο χρόνο ζούσα σε ρυθμούς εξουθενωτικής δουλειάς, με το παιδί μέσα μου να περιμένει υπομονετικά στη γωνιά του.
Η δεύτερη τσεκουριά ήρθε από το βιβλίο «Το καταφύγιο της λύπης» (εκδ. Μάρτης). Η Μυρτώ, η δασκάλα της Παράλληλης Στήριξης, το διάβαζε στα παιδιά και σ’ εμένα, κάνοντας ανοιχτές ερωτήσεις που μας οδηγούσαν σε έναν ξεχωριστό, εσωτερικό διάλογο. Σκεφτόμουν: «Πότε ήταν η τελευταία φορά που έδωσα χώρο στα συναισθήματα που με δυσκολεύουν; Πότε τα σεβάστηκα και τα άκουσα;».
Η τρίτη τσεκουριά ήρθε από το βιβλίο «Το Αγόρι, το Τρολ και η Κιμωλία» (εκδ. Μάρτης). Ένας μαθητής μου, ο Ιωάννης, εξομολογήθηκε: «Κι εγώ έγινα Τρολ σήμερα. Τα παιδιά έκαναν ζαβολιές. Θύμωσα και αντιμίλησα ενώ στην πραγματικότητα ένιωθα λύπη και αδικία». Στα λόγια του αναγνώρισα τον εαυτό μου ως παιδί – και ακόμα και σήμερα, όταν, κατά καιρούς, επιστρέφω στη «σπηλιά» μου, αναζητώντας απεγνωσμένα κάποιον να με καταλάβει μα με λάθος τρόπο.
Τις μέρες των Χριστουγέννων, πήρα την απόφαση να μείνω με τον εαυτό μου. Αρνήθηκα προσκλήσεις και κλείστηκα στη σιωπή μου, μακριά από τις οθόνες και την ανάγκη να «υπάρχω» στα κοινωνικά δίκτυα. Άφησα τη θλίψη και το άγχος μου να μιλήσουν και τα άκουσα. Ξεπέρασα την κούραση και βγήκα από τη «σπηλιά» μου ήρεμη, γεμάτη και ελαφρύτερη.
Για τη χρονιά που μόλις ξεκίνησε, εύχομαι να φροντίζω το μεταξένιο παιδί μέσα μου, να φτιάχνω καταφύγια για όσα με δυσκολεύουν και να επιστρέφω στη «σπηλιά» μου μόνο όταν χρειάζεται να βρω ξανά τον εαυτό μου.
Αυτοφροντίδα: η πρώτη λέξη στο αλφαβητάρι του 2025.