Είμαι στην εκπαίδευση πάνω από είκοσι χρόνια τώρα κι όμως κάθε χρόνο νιώθω σαν rookie teacher, σαν πρωτάρα, ειδικά όταν παίρνω μια καινούρια τάξη. Δυσκολεύομαι πάντα να επιλέξω ένα βιβλίο για να διαβάσω με μια τάξη που δεν την γνωρίζω ακόμη. Κι αν δεν έχει ενδιαφέρον για τα παιδιά; Αν είναι πολύ μικρό, αν είναι πολύ μεγάλο; Μερικές φορές μπορεί να χρειαστούν μια δυο αποτυχημένες δοκιμές για να βρεθεί το κατάλληλο βιβλίο, εκείνο που θα ανοίξει και θα ξεκλειδώσει τα παιδιά και τον δάσκαλο ή τη δασκάλα και θα τους ανοίξει τη μαγική πόρτα της μεγαλόφωνης ανάγνωσης.
Η φετινή μου χρονιά δεν ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς. Πολλές πρωτιές: πρώτη φορά με καινούρια ταξη, καινούρια παιδιά και καινούργιους γονείς, πρώτη φορά με καινούριο διευθυντή και καινούρια δασκάλα παράλληλης στήριξης, πρώτη φορά με covid – και μάλιστα ζόρικο.
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα πρώτη φορά μπήκα στην τάξη τόσο αμήχανη, κουρασμένη, αγχωμένη, εξουθενωμένη, ψυχικά και σωματικά. Με λίγα λόγια πρώτη φορά ξεκίνησα το ταξίδι μου με τόσο βάρος κι όμως με τόσα λίγα εφόδια.
Έχω την αίσθηση πως φέτος διάλεξα να μπω στη Βιβλιοθήκη με δυο βιβλία που μάλλον εγώ είχα ανάγκη να διαβάσω στον εαυτό μου. «Ο αλυσοδεμένος ελέφαντας» του Χόρχε Μπουκάι (εκδ. Opera) και το «Γέτι, η δύναμη του ακόμη» της Μαρίνας Γιώτη (εκδ. Διόπτρα) με βοήθησαν να διαχειριστώ το δικό μου άγχος και την αβεβαιότητα, μου θύμισαν πως πάντα θα προχωράω μπροστά αρκεί να προσπαθώ και να αγκαλιάζω τα λάθη μου, να μη φοβάμαι να «τσαλακωθώ», να πέσω κάτω και να ξανασηκωθώ.
Παράλληλα, με βοήθησαν να γνωρίσω καλύτερα τα παιδιά μου. Συζητώντας μαζί τους για τις αποτυχίες μας, ρωτώντας πώς νιώθουν οι ήρωες του βιβλίου συνάντησα τον καθένα και την καθεμιά στο δικό τους βίωμα. Όταν δε μένουμε στην αρχική, προφανή απάντηση «ο ελέφαντας νιώθει χάλια», όταν επιμένουμε και ζητάμε περισσότερες απαντήσεις χωρίς να βιαζόμαστε να δώσουμε τη δική μας κοιτάζοντας το ρολόι, γνωρίζουμε καλύτερα και τον ελέφαντα του βιβλίου αλλά και το βάρος με τις προσδοκίες που κουβαλάει στις αποσκευές του το κάθε παιδί. Ο ήρωας νιώθει «μόνος, αδύναμος, φοβισμένος, θυμωμένος, λυπημένος, θλιμμένος, απογοητευμένος, απελπισμένος». Πόσες λέξεις, πόση ενσυναίσθηση, πόσο μεγάλη γκάμα συναισθημάτων κρύβεται πίσω από αυτό το «χάλια»! Κι όμως συχνά, κυνηγημένοι από τον χρόνο, δε ρωτάμε για να ακούσουμε πραγματικά αλλά δίνουμε τη δική μας απάντηση για να προχωρήσουμε παρακάτω.
Κάπως έτσι διαβάζοντας βιβλία, δίνοντας χρόνο όπου χρειαζεται γινόμαστε ομάδα, φτιάχνουμε κοινούς κώδικες και χτίζουμε τη σχέση μας. Ακόμη κι εγώ, με τόσων χρόνων εμπειρία στην πλάτη μου, πέφτω συχνά στην παγίδα: να μπω στο βιβλίο, να κάνω μάθημα, να βγάλω την ύλη, και ξεχνώ πως αν δεν φροντίσω τη σχέση δεν μπορώ να χτίσω τη γνώση. Αυτό που μοιάζει χαμένος χρόνος τελικά είναι η καλύτερη επένδυση ειδικά για μια καινούρια τάξη.
Μαθαίνουμε καλύτερα όταν μαθαίνουμε μαζί σε ένα περιβάλλον που μας παρέχει αποδοχή και ασφάλεια, που σέβεται τις ιδιαιτερότητες και τον ρυθμό μας, που μας ενθαρρύνει να συνεχίσουμε να προσπαθούμε και μας επιβραβεύει για όσα καταφέρνουμε.
Κι όταν μερικούς μήνες μετά κάποιος μάθει την προπαίδεια που τον δυσκόλευε πολύ κι οι φίλοι του ξεσπούν σε χειροκροτήματα και του λένε «Μπράβο! Είδες που τα κατάφερες; Δεν το χρειάζεσαι πια το Γέτι! Έσπασες την αλυσίδα σου! Μπορείς και μόνος σου!», ξέρεις ότι έκανες κάτι σωστά και χαμογελάς με σιγουριά.