Από τη Γαλλική Φιλολογία στο Εργαστήρι του Ορνεράκη και από εκεί στα παιδικά βιβλία. Η Ναταλία Καπατσούλια εικονογράφησε το πρώτο της βιβλίο το 1996, έχει προταθεί δύο φορές για το Κρατικό Βραβείο Εικονογράφησης και μία φορά για το Βραβείο του περιοδικού Διαβάζω, ενώ η λίστα με τα βιβλία που έχει στολίσει με τα σχέδιά της είναι εκατοντάδες. Η εικονογράφος που ζει και εργάζεται στην Κεφαλονιά μιλάει το πρώτο βιβλίο που εικονογράφησε, το δικό της picturebook που έγραψε και εικονογράφησε, την ανάγκη των καλλιτεχνών να βλέπουν και έξω από τα στενά όρια της χώρας τους, αλλά και τα πράγματα εκείνα που της χαρίζουν έμπνευση.
Σπούδασες Γαλλική Φιλολογία στην Αθήνα και αργότερα Εικονογράφηση στη Σχολή Ορνεράκη. Τι ήταν αυτό που σε έκανε ν’ αλλάξεις κατεύθυνση; Τι σε τράβηξε στην εικονογράφηση;
Δε με πείραζε η Γαλλική Φιλολογία, αντίθετα, μου άρεσε πολύ. Ουσιαστικά, η λογοτεχνία με έκανε να γλυκοκοιτάζω την εικονογράφηση πολύ πριν ανακαλύψω το εργαστήρι του Ορνεράκη, κυρίως εξαιτίας γαλλικών εικονογραφημένων βιβλίων που είχαν πέσει στα χέρια μου, αλλά και επειδή αγαπούσα πολύ τα κόμιξ και τις γελοιογραφίες. Σε αυτά βρίσκει κανείς αυτή την άλλη ερμηνεία, την άλλη αφήγηση που χρειάζεται λίγα ή και καθόλου λόγια, που μπορεί να ξεκινάει από τις λέξεις και καταλήγει σε αυτές, αλλά οπωσδήποτε χρειάζεται και την εικόνα.
Ποιο ήταν το πρώτο βιβλίο που ανέλαβες να εικονογραφήσεις; Πώς ήταν η πρώτη αυτή εμπειρία;
Το πρώτο βιβλίο που εικονογράφησα ήταν το «Ένα συννεφάκι διαδηλώνει» (της Λίτσας Παναγιωτοπούλου, 1996, εκδόσεις Μίνωας). Ο κεντρικός χαρακτήρας δεν ήταν ιδιαίτερα εύκολος στην απεικόνιση αλλά πέρα από αυτό, δε θυμάμαι πολλά πράγματα από τη διαδικασία της εικονογράφησής του. Αυτό που θυμάμαι, όμως, πολύ καλά, είναι η στιγμή που το είδα στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς μου, στη βιτρίνα, τυχαία. Δεν ήξερα πότε θα κυκλοφορούσε και δεν ήμουνα προετοιμασμένη. Ταυτόχρονα χάρηκα (γιατί μου φαινόταν απίστευτο!), σοκαρίστηκα (γιατί μου φαινόντουσαν αλλιώτικες οι ζωγραφιές μου τυπωμένες), συγκινήθηκα και ήθελα να τρέξω μακριά από αυτή τη στιγμή και να κάνω το επόμενο βιβλίο.
Εκτός από το να εικονογραφείς βιβλία άλλων, έχεις δημιουργήσει και ένα δικό σου βιβλίο. Μίλησέ μας λίγο για το «Η μαμά πετάει». Τι ηταν αυτό που σε έκανε να θες να γράψεις, πέρα από το να εικονογραφήσεις, ένα βιβλίο για παιδιά;
Αυτό που με έκανε να γράψω ήταν το ότι ήθελα να εκφράσω κάτι πολύ έντονο που αισθανόμουν, που ένιωθα ότι αφορά και πολλούς άλλους γονείς και όχι μόνο μαμάδες. Αυτό το κάτι ξεκαθάριζε τα συναισθήματά μου απέναντι στη ζωή και τη ζωή με το παιδί μου. Η ιδέα ήρθε ως εξής: επέστρεφα με πλοίο από ένα ταξίδι στην Ιταλία μόνη, πολύ χαρούμενη και χορτάτη από ιδέες και εμπειρίες. Ο γιός μου, που ήταν τότε 10 χρόνων, με έπαιρνε συχνά στο κινητό μου και μου έκανε τη δύσκολη ερώτηση: «που ΑΚΡΙΒΩΣ βρίσκεσαι τώρα;». Ερώτηση που μου φαινόταν κάπως αστεία και πρακτικά αδύνατο να απαντηθεί (παρά μόνο με συντεταγμένες υποθέτω), αλλά και που με έκανε να σκεφτώ πως ό,τι και να κάνω, όπου και να πάω, είμαι τόσο πολύ δεμένη μαζί του που μπορεί αυτόματα να με τραβήξει πίσω. Εκεί λοιπόν, στο καράβι, μου ήρθε η ιδέα, έκανα το στήσιμο και τα προσχέδια και γεννήθηκε αυτό το βιβλίο. Το θέμα είναι ότι ήθελα όχι ακριβώς να το γράψω, αλλά να το περιγράψω με την ιδιαίτερη αυτή γλώσσα των picturebooks. Εκεί η γλώσσα είναι άλλη, είναι τα λόγια στην απόλυτη συνύπαρξη με τη εικόνα. Είναι από τη ίδια οικογένεια γλωσσών με τα κόμιξ και τη γελοιογραφία. Όπου oι εικόνες είναι αναπόσπαστο και οργανικό κομμάτι και όχι μόνο συμπλήρωμα ή διακοσμητικό στοιχείο του κειμένου. Νομίζω οτι όλοι οι άνθρωποι έχουν την ανάγκη να αφηγηθούν ιστορίες ή να εκφράσουν συναισθήματα με κάποιο καλλιτεχνικό τρόπο. Θα χρησιμοποιήσουν κάθε εργαλείο που μπορούν να χειριστούν με άνεση για να το καταφέρουν, τα λόγια, τις εικόνες, τη φωνή τους, την υποκριτική ικανότητα κλπ. Έτσι όσοι μπορούν, ή όταν μπορούν εναλλάσσουν τα μέσα ή τα συνδυάζουν. Αυτό συμβαίνει και με τους εικονογράφους. Μπορεί να ζωγραφίσουν ή να γράφουν, ή να τα κάνουν και τα δύο ταυτόχρονα (μερικοί εξαιρετικά επιτυχημένα).
Ενα πολύ μεγάλο ποσοστό εικονογράφων που δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό είναι παράλληλα και συγγραφείς των βιβλίων τους. Με λίγα λόγια είναι δημιουργοί picturebooks, κάτι που στην Ελλάδα δεν γίνεται, τουλάχιστον δεν γίνεται συχνά. Τι σημαίνει να είσαι ο ίδιος δημιουργός της εικόνας και του κειμένου, πόσο σε βοηθά ή όχι στη δημιουργία ενός picture book;
Είσαι εντελώς αυτόνομος και πολύ πιο ελεύθερος να δημιουργήσεις και μάλιστα σε αυτήν την ιδιαίτερη γλώσσα που είναι ίσως πιο οικεία στους εικονογράφους. Οι συγγραφείς πολλές φορές δεν μπορούν να σκεφτούν με τον «διπλό» αυτό τρόπο (και δεν χρειάζεται, γι’αυτό υπάρχουμε εμείς οι εικονογράφοι). Ακριβώς όμως επειδή είσαι ελεύθερος είναι και πιο δύσκολο γιατί δεν έχεις κάπου αλλού να ακουμπήσεις, πρέπει εσύ να φτιάξεις από το μηδέν όλον αυτόν τον καινούριο κόσμο που είναι ένα βιβλίο.
Νομίζω οτι όλοι οι άνθρωποι έχουν την ανάγκη να αφηγηθούν ιστορίες ή να εκφράσουν συναισθήματα με κάποιο καλλιτεχνικό τρόπο. Θα χρησιμοποιήσουν κάθε εργαλείο που μπορούν να χειριστούν με άνεση για να το καταφέρουν, τα λόγια, τις εικόνες, τη φωνή τους, την υποκριτική ικανότητα κλπ.
Τι είναι αυτό που σε εμπνέει; Ποιες είναι οι επιρροές σου, τι μουσική ακούς όταν δημιουργείς, ποια πόλη σε εμπνέει, ποιοι καλλιτέχνες, ποιες ταινίες, θεατρικές παραστάσεις ή μουσεία, ποιών Ελλήνων ή ξένων δημιουργών θαυμάζεις τα έργα τους; Δημιούργησε με λέξεις ένα mood board σου.
Δεν θα είναι ακριβώς mood board, αλλά θα σου ανοίξω το μυστικό μου συρτάρι με φωτογραφίες και σημειώσεις. Σώματα σε κίνηση. Χορεύουν. Μουσική οτιδήποτε, από κλασσική, rock, reggae μέχρι jazz, soul και ζεϊμπέκικα. Μία φωτογραφία του Bowie ασπρόμαυρη, με καπέλο. O Tom Waits. O σταυρός του Νότου. Ένα πράσινο τσαγιερό πάνω στην κουζίνα μου. Τα παιδιά που παίζουν στην παιδική χαρά. O Πικάσο. Οι εύσωμες γιαγιάδες με τα ολόσωμα μαγιό, αυτά με τη φουστίτσα. Η θάλασσα που γίνεται ροζ αργά το απόγευμα στην παραλία του Αη Χέλη και δεν ξέρεις αν την χρωμάτισε ο ουρανός ή οι πικροδάφνες. Ο Ελ Γκρέκο. Ο Σεμπέ. Μικρά σουρεαλιστικά περιστατικά του βίου. Η Γιουρσενάρ. Ο κόσμος στο λεωφορείο. Ψίχουλα από παλιά μπισκότα. Θέλει ένα ανακάτεμα με το χέρι και θα βρεις κι άλλα.
Έχεις εικονογραφήσει πολλά βιβλία και έχεις εδώ και χρόνια κάποιες σταθερές συνεργασίες με συγγραφείς. Θεωρείς ότι αυτό βοηθάει έναν εικονογράφο στο να δημιουργεί, το ό,τι γνωρίζει το στυλ γραφής κάποιου;
Πιστεύω είναι καλό και για τους δύο γιατί ξέρουν που πατάνε, δεν δημιουργούνται παρεξηγήσεις και τελικά, είναι καλό για το ίδιο το βιβλίο. Είναι πιο εύκολο να προσεγγίσεις την ενιαία γλώσσα που λέγαμε πριν.
Το εικονογραφικό σου στυλ είναι πλέον εύκολα αναγνωρίσιμο. Ομως, στην έκθεση «Σπίτι – Home» που είχε παρουσιαστεί στο Μύρτιλλο Cafe το 2018 είχες παρουσιάσει ένα έργο που δεν παρέπεμπε τόσο στις εικονογραφήσεις που έχουμε συνηθίσει. Αυτό σημαίνει ότι στις εικονογραφήσεις παιδικών βιβλίων δεν υπάρχει πάντα η δημιουργική ελευθερία που χρειάζεται ένας καλλιτέχνης;
Ακριβώς. Τα «πρέπει» είναι πολλά στην περίπτωση της εικονογράφησης ενός βιβλίου. Οι εικόνες πρέπει να υπηρετούν κάποιο κείμενο, με το οποίο ταυτίζομαι ή όχι, συμφωνώ περισσότερο ή λιγότερο. Οι εικόνες πρέπει πολλές φορές να είναι περισσότερες από αυτές που βγαίνουν αβίαστα. Συνεργάζεσαι με πολλούς ανθρώπους και πρέπει να λάβεις υπόψη τη γνώμη τους. Πολύ συχνά πρέπει να βιαστείς. Δεν ακούγεται και πολύ ονειρεμένο, σωστά; Στην περίπτωση του «Μύρτιλλου» τα πράγματα ήταν πολύ διαφορετικά. Η Δώρα Αραμπατζή που διοργάνωσε την έκθεση μας έδωσε το θέμα πολλούς μήνες πριν. Από την πρώτη στιγμή ήθελα να κάνω κάτι καινούριο, ειδικά για την έκθεση, παρόλο που σίγουρα θα έβρισκα κάτι σχετικό στα ντουλάπια μου. Ήθελα πάρα, μα πάρα πολύ να εκφράσω όλα τα συναισθήματα που μου δημιουργεί η έννοια του σπιτιού, χωρίς λόγια, γιατί πραγματικά μου γεννούσε πολλές ιδέες το θέμα αυτό. Πειραματίστηκα και απέρριψα σχέδια προτού καταλήξω σε αυτό που έστειλα τελικά. Σε μία εικονογράφηση βιβλίου δε μου έχει τύχει ποτέ να έχω αυτή την πολυτέλεια.
Πόσο σημαντικό θεωρείς ότι είναι για έναν εικονογράφο να μπορεί να βλέπει, να έχει επαφή με το τι συμβαίνει έξω από το δικό του περιβάλλον που ζει κι εργάζεται; Πώς μπορεί να το πετύχει αυτό;
Πάρα πολύ σημαντικό. Δεν μπορείς να ζεις απομονωμένος από τη ζωή και να θέλεις να γράψεις ή να αφηγηθείς για αυτήν. Κι αν δεν πάρεις υλικό από τις εμπειρίες σου, θα στεγνώσεις και δε θα έχεις και τι να πεις στο τέλος. Είναι σημαντικό να βγαίνεις, να ταξιδεύεις να κινείσαι όχι μόνο σε χώρους που είναι αυτονόητο ότι πρέπει να κινείσαι, τους σχετικούς με τις εικόνες και τα βιβλία, αλλά χώρους τελείως διαφορετικούς. Να γνωρίζεις ανθρώπους που σκέφτονται εντελώς διαφορετικά. Να βλέπεις πράγματα. Στο κάτω-κάτω μπορεί να μη σου πετύχει η εικονογράφηση, αλλά θα έχεις περάσει ωραία.
Τι θα έλεγες τώρα, μετά από τόσα χρόνια εμπειρίας πάνω στην εικονογράφηση παιδικών βιβλίων, στον νεαρό εαυτό σου που ξεκινούσε να δουλεύει επαγγελματικά στο κομμάτι αυτό;
Αυτό που του είπα και τότε: Καλύτερα να το τολμήσεις κι ας το μετανιώσεις παρά να μην το κάνεις και να μείνεις με το μαράζι. Αφού το θέλεις τόσο πολύ, καν’το. Go.