Κείμενο: Μάνος Μπονάνος
Εικονογράφηση: Ντανιέλα Σταματιάδη
Εκδόσεις: Παπαδόπουλος
Χρονιά έκδοσης: 2025
Ηλικίες: 5+, 7+

Η ιστορία μας αυτή έχει δύο αφηγητές, που μοιράζονται τις εμπειρίες τους παράλληλα μέχρι που ενώνονται σε μια κοινή. Οι αφηγητές αυτοί είναι ένας άνθρωπος και μια κουκουβάγια. Η μικρή κουκουβάγια έχει για σπίτι της το δάσος από τη μέρα που γεννήθηκε – ο άνθρωπος επιλέγει να κατοικήσει στο δάσος για ένα διάστημα, χτίζοντας ένα καλυβάκι. Ζούνε παράλληλα χωρίς να ενοχλούν ο ένας τον άλλο, μέχρι τη μέρα που τυχαία συναντιούνται σε μια λίμνη. Ο άνθρωπος στη βάρκα του, η κουκουβάγια σε έναν κομμένο κορμό. Εκείνος επιθυμεί να εξερευνήσει το παράξενο και μοναδικό πουλί, αλλά δεν θέλει να το βλάψει. Αυτολεξεί “Αν είναι να μάθω τα μυστικά της Φύσης, πρέπει να δείξω μεγαλύτερο σεβασμό απ’ τους άλλους”. Ποιους άλλους; Προφανώς αυτούς που αναφέρει αμέσως νωρίτερα, δηλαδή όσους σκοτώνουν ένα πουλί για να μελετήσουν την ανατομία τους. Έτσι την παίρνει απαλά και την κρατά για μια νύχτα σε ένα κλουβί, για να την παρατηρήσει. Όμως και η κουκουβάγια, κατά κάποιον τρόπο, επιλέγει να αφεθεί στα χέρια του και αν τον παρατηρήσει.

Πρόκειται για μια ιστορία σύνδεσης. Άνθρωπος παρατηρεί πουλί, πουλί παρατηρεί άνθρωπο. Με σεβασμό στη φύση του καθενός, τα δύο πλάσματα είναι προσεκτικά, καταγράφουν και ερμηνεύουν – με τον τρόπο που το καθένα δύναται – την ύπαρξη και την ιδιαιτερότητα του άλλου. Δίνουν χώρο και χρόνο. Τελικά αποχαιρετιούνται με δισταγμό. Η σύνδεση υπήρξε και μας θυμίζει την εξημέρωση της αλεπούς από τον Μικρό Πρίγκιπα. Ο συγγραφέας Μάνος Μπονάνος γράφει μια απλή, φυσική ιστορία εμπνευσμένος από τα ημερολόγια του Χένρι Ντέιβιντ Θορώ. Άλλωστε, ο άνθρωπος είναι ο ίδιος ο Θορώ, όπως αναφέρει ο Μπονάνος. Η εικονογράφηση της Σταματιάδη είναι ιδιαιτέρως όμορφη και ζεστά χρωματιστή. Παίζει με τις σκιες, τα χρώματα της φύσης και δίνει έναν ωραίο τόνο στην αντίθεση μέρα-νύχτα που διέπει και την σχέση στις ζωές ανθρώπου και κουκουβάγιας.

Δεν ξέρω αν το στήσιμο του βιβλίου ευνοεί το να καταλάβουμε έγκαιρα τις δύο φωνές των αφηγητών. Η διαφοροποίηση γίνεται αισθητή κυρίως από τα συμφραζόμενα, εκτός από μερικές περιπτώσεις που η εικόνα είναι έτσι δοσμένη ώστε κάποια λόγια να λειτουργούν ως λεζάντα του εκάστοτε αφηγητή. Θα μπορούσε ίσως να είναι λίγο πιο ξεκάθαρο, γιατί χαλά κάπως τη ροή του κειμένου στην αρχή, μέχρι να πιάσουμε το νόημα και να απολαύσουμε τους ωραίους παράλληλους μονόλογους. Επίσης ο εκδοτικός οίκος το δίνει για 5+ ηλικιακά, πράγμα που κατανοώ ως ανάγνωση σε ένα μικρό παιδί και παιχνίδι με τις έννοιες και τις εικόνες. Καθώς όμως εδώ μιλάμε για ένα παιδικό βιβλίο, όπου το παιδί πρέπει να ενδιαφερθεί από μόνο του για την ιστορία και τον κόσμο της (ακόμα και στη μεγαλόφωνη ανάγνωση), νομίζω πως αδικείται σε αυτές τις ηλικίες και θεωρώ ότι θα λειτουργούσε πολύ πιο ουσιαστικά σε παιδιά άνω των 7 ετών.

Σε τελική ανάλυση, είναι ένα όμορφο ποιητικό βιβλίο, χωρίς υπέρμετρα διδακτική διάθεση, που μας δείχνει τη σύνδεση μέσω του σεβασμού και της συνύπαρξης.

ΜΟΙΡΑΣΕ ΤΟ

Διαβάστε ακόμα

Η Αμαλία και τα φαντάσματα

Η Αμαλία μεγαλώνει, βρίσκεται στην τελευταία τάξη του Αρσακείου και το όνειρό της να γίνει δασκάλα βρίσκεται πια μια ανάσα

Βρέχει μολυβάκια

Η δασκάλα βάζει μια εργασία στα παιδιά της τάξης: για αύριο, να γράψουν μια πρόταση με πολλή φαντασία. Μα είναι