
Κείμενο: Claire Gratias
Εικονογράφηση: Sylvie Serprix
Μετάφραση: Δομινίκη Ανανιάδη – Μπασιά
Εκδόσεις: Ινώ
Χρονιά έκδοσης: 2025
Ηλικίες: 7+
Ο Οράτιος είναι ένας ξεχωριστός ποντικός. Σε αντίθεση με τους γονείς του, που αγαπούν τρομερά την τηλεόραση, ο Οράτιος έχει πάθος με τα βιβλία. Διαβάζει μέρα νύχτα, νύχτα μέρα, ενάντια στις απειλές των γονιών του ότι θα πάθει κάποιο κακό, θα τυφλωθεί ή θα κουφαθεί, και ενάντια στις κατηγόριες του ότι είναι ένας αθεράπευτα ονειροπόλος εγωιστής που πρέπει επιτέλους να μεγαλώσει και να σταματήσει να ζει μέσα στα βιβλία.
Ο πατέρας μάλιστα παίρνει δραστικά μέτρα: κλειδώνει τα βιβλία του γιου του σε ένα μπαούλο. Απελπισμένος ο μικρός επισκέπτεται τη βιβλιοθήκη, για να έρθει αντιμέτωπος με μια φρικτή πράξη… αλλά και τελικά να βρει τυχαία μια παράξενη αγγελία που θα του αλλάξει όλη τη ζωή με κάθε δυνατό τρόπο.
Ας ξεκινήσω από το ότι η Gratias έχει γράψει μια ενδιαφέρουσα ιστορία με θέμα τη βιβλιοφιλία και την ονειροπόληση, αλλά δίχως να την εκθειάζει σαν ανώτερο χαρακτηριστικό. Τη χρησιμοποιεί σαν αγάπη και έμπνευση. Ο Οράτιος νιώθει απογοητευμένος επειδή δεν τον αφήνουν να χαρεί τα βιβλία του, όχι γιατί νιώθει ξεχωριστός, αν και είναι. Είναι ένα γενναίο, ανεξάρτητο ποντικάκι που ψάχνει να βρει τον δρόμο του και μοιράζεται τη χαρά του ακόμα και με όσους τον πλήγωσαν. Η ιστορία είναι διασκεδαστική, συναρπαστική, γεμάτη ανατροπές και ενδιαφέροντες χαρακτήρες· το πιο βασικό είναι όμως ότι δεν μας κουνάει το δάχτυλο. Οι γονείς δεν είναι κακοί, ούτε απορρίπτουν επιπόλαια το παιδί τους. Δεν το καταλαβαίνουν, μα είναι πρόθυμοι να δουν πως ίσουν κάνουν λάθος. Ο Οράτιος δεν είναι εκδικητικός, ούτε θριαμβολογεί· χαίρεται και εμπνέει.
Η εικονογράφηση είναι της Serprix και είναι όμορφη, ζωηρή και λίγο… καλλιτεχνική, θυμίζοντας πίνακες του Chagall. Με ευδιάκριτες, παχιές πινελιές που θυμίζουν λαδομπογιές, με λεπτά λευκά σχέδια σαν χαρακτικά που απεικονίζουν γράμματα, λουλούδια, σύννεφα και καράβια, κάνει πολύ ξεκάθαρη την απόσταση μεταξύ του αληθινού κόσμου του Οράτιου με εκείνον που συναντά και λατρεύει μέσα στα βιβλία.
Πρόκειται για μια πολύ ωραία έκδοση, μεγαλόσχημη και σκληρόδετη, από τις εκδόσεις Ινώ. Η μόνη ένστασή μου έγκειται στις αποδόσεις κάποιων σημείων από τα πρωτότυπα γαλλικά. Καθώς απευθυνόμαστε σε παιδιά, θεωρώ πως συχνά η ακρίβεια οφείλει να θυσιάζεται στο όνομα της κατανόησης και της απλότητας. Για παράδειγμα, η Gratias πολύ σωστά αποδίδει τον μύθο Ο ποντικός της πόλης και ο ποντικός της εξοχής στον Λα Φοντέν, όπως γνωρίζει κάθε γαλλάκι· ωστόσο, κάθε ελληνάκι γνωρίζει αυτόν τον μύθο να αποδίδεται στον Αίσωπο. Ο Λα Φοντέν δεν είναι καν αναγνωρίσιμο όνομα στους περισσότερους Έλληνες, γενικότερα (στο σε ποιον ανήκει πραγματικά ο μύθος, ας το λύσουν οι φιλόλογοι, εμάς μας αρέσουν απλώς οι ιστορίες…). Παρομοίως, στα γαλλικά η κακιά νεράιδα στην Ωραία Κοιμωμένη λέγεται Νεράιδα Καραμπόσε, (Καραμπός, δηλαδή, αλλά μικρό το κακό) αλλά στα ελληνικά δεν είχε ποτέ όνομα. Ο λύκος, για να μπει στο σπίτι της γιαγιάς της Κοκκινοσκουφίτσας, λέει κάτι σαν “Είμαι η Κοκκινοσκουφίτσα, η εγγονή σου” και όχι “Τράβα το σχοινί και η πορτούλα θα ανοίξει”· άλλωστε αυτό με προβληματίζει γενικότερα γιατί δεν ταιριαει καν νοηματικά, στο να το λέει ο λύκος δηλαδή, οπότε θεωρώ ότι είναι ίσως θέμα επιμέλειας. Το πιο σημαντικό, όμως, για μένα, είναι ότι αγνοείται παντελώς το όνομα του ποντικιού του Ρον στο Χάρι Πότερ. Η ελληνική έκδοση και η επίσημη μετάφραση κρατά το πρωτότυπο Σκάμπερς, όπως στο αγγλικό. Κάθε παιδί ξέρει τον Σκάμπερς του Ρον. Στα γαλλικά, που τα ονόματα συνηθίζονται να μεταφράζονται, αποδίδεται ως Κρουτάρντ. Καθώς το συγκεκριμένο όνομα είναι απολύτως κομβικό στην ιστορία του Οράτιου, επίσης ποντικού, το θεωρώ μεγάλο ολίσθημα της μετάφρασης ή της επιμέλειας να διατηρηθεί το Κρουτάρντ στην ελληνική απόδοση. Δημιουργεί σύγχυση στον μεγάλο και μοναδικό θρίαμβο του καημένου Οράτιου.


