Ελπίζουμε ο τίτλος να μην σας μπέρδεψε. Και όχι, το σίγουρο είναι ότι δεν… “αλλαξοπιστήσαμε”! Η μεγαλόφωνη ανάγνωση και η ενθάρρυνση γονέων, κηδεμόνων, φροντιστών και εκπαιδευτικών να γνωρίσουν τα σπουδαία της οφέλη παραμένει ο βασικός μας σκοπός ως περιοδικό, όμως δεν μπορούμε να παραβλέψουμε και την αξία της σιωπωλής ανάγνωσης και τον ρόλο που παίζει τόσο στην ανάγνωση γενικότερα, όσο και στην εκπαιδευτική διαδικασία.
Γνωρίζουμε καλά πλέον τα οφέλη της μεγαλόφωνης ανάγνωσης, πόσο βοηθάει στο χτίσιμο του λεξιλογίου, πώς δημιουργεί γερούς συναισθηματικούς δεσμούς ανάμεσα σε γονείς/εκπαιδευτικούς και παιδιά, πώς ακονίζει την κριτική σκέψη, αλλά και την ακουστική ικανότητα. Αυτό που ίσως δεν είχαμε συζητήσει ως τώρα είναι πώς η μεγαλόφωνη ανάγνωση πάει χέρι – χέρι με τη σιωπηλή ανάγνωση. Αν η μεγαλόφωνη ανάγνωση βοηθάει το παιδί να μεταμορφωθεί σταδιακά σε αναγνώστη, η σιωπηλή ανάγνωση του δίνει τον χρόνο που χρειάζεται για να εξασκήσει την ικανότητα της ανάγνωσης και να μαγευτεί από τον κόσμο των βιβλίων.
Ο Jim Trelease, ο Αμερικανός παιδαγωγός που ασχολήθηκε επισταμένα με τα οφέλη της μεγαλόφωνης ανάγνωσης, στο βιβλίο του “The Read-Aloud Handbook” (2019, Penguin Putnam Inc) μιλάει για την πρακτική του Sustained Silent Reading, τη διαδικασία δηλαδή της σιωπηλής ανάγνωσης μέσα σε ένα συγκεκριμένο χρονικό περιθώριο, συνήθως μέσα σε μια τάξη ή στο σπίτι. Αυτό το “από μέσα μας” είναι που βοηθάει στην εξάσκηση της ανάγνωσης, απαλλαγμένη από τον φόβο της άρθρωσης, της προφοράς ή και του ρυθμού. Εκεί το παιδί μένει με το κείμενο μόνο του και στον χρόνο του διαβάζει τις λέξεις. Δίνει το περιθώριο στον εαυτό του να κατανοήσει το κείμενο που έχει μπροστά του, χωρίς να το απασχολεί ή να το στρεσάρει η εκφορά των λέξεων.
Είτε στο πλαίσιο της τάξης, είτε του σπιτιού, ορίζεται από τον/τη δάσκαλο/δασκάλα ή τους γονείς/φροντιστές ένα χρονικό διάστημα όπου ο καθένας (οι συμμαθητές ή οι γονείς και τα αδέρφια) επιλέγουν το βιβλίο τους και για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, μικρό συνήθως, της τάξης των 10-15 λεπτών, ο καθένας διαβάζει σιωπηλά το βιβλίο του. Οχι μόνο οι μαθητές. Όχι μόνο τα παιδιά. Όλοι. Και οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί. Αν οι μεγάλοι την ώρα που έχουν ορίσει για σιωπηλή ανάγνωση επιλέξουν να ασχοληθούν με κάποια δουλειά (να διορθώσουν γραπτά, να αδειάσουν το πληντύριο πιάτων, να τακτοποιήσουν το σπίτι ή να χαζέψουν στο κινητό τους, τότε χάνεται η ουσία και η ευκαιρία που τους δίνεται να αποτελέσουν παράδειγμα για τα παιδιά.
Κι ενώ η μαγεία της μεγαλόφωνης ανάγνωσης έγκειται στη δυνατότητα ενός παιδιού να “ζήσει” ένα βιβλίο ακούγοντας κάποιον άλλο να του το διαβάζει, η σιωπηλή ανάγνωση ή αλλιώς SSR, δίνει τη δυνατότητα στα παιδιά να επιλέξουν τα ίδια ένα βιβλίο, όποιο εκείνα θέλουν ή μια εφημερίδα, ένα περιοδικό και να το διαβάσουν για ευχαρίστηση. Χωρίς διακοπές για ερωτήσεις και το κυριότερο χωρίς να υπάρχει η υποχρέωση για μια εργασία. Δεκαπέντε λεπτά μέσα στην ημέρα, στην τάξη ή στο σπίτι. Μόνο αυτό. Το κλειδί της επιτυχίας του SSR όμως κρύβεται και κάπου αλλού: στον τρόπο με τον οποίο ο ενήλικας (γονέας/εκπαιδευτικός) θα λειτουργήσει ως παράδειγμα για τα παιδιά.
Το διάβασμα είναι ακόμα μία δεξιότητα και όπως όλες οι δεξιότητες, όσο περισσότερο τη χρησιμοποιούμε, τόσο καλύτεροι γινομαστε, λέει ο Trelease. Κι αν ο Jim Trelease θεωρείται ο γκουρού της μεγαλόφωνης ανάγνωσης, ένας άλλος Αμερικάνος εκπαιδευτικός, ο Steve Gardiner, είναι ο άνθρωπος που κατέγραψε στο βιβλίο του “Building Student Literacy Through Sustained Silent Reading” τις εμπειρίες του μέσα στις σχολικές αίθουσες και κατάφερε να πείσει τους ιθύνοντες των εκάστοτε σχολικών μονάδων στις οποίες δούλεψε για τα σπουδαία οφέλη του SSR. Αν, λοιπόν, μπεί στις τάξεις και τα σπίτια η μεγαλόφωνη ανάγνωση και μπει παράλληλα μαζί και η σιωπηλή, τότε μόνο κερδισμένα μπορούν να βγουν τα παιδιά.