Τώρα που η Διεθνής έκθεση της Μπολόνια έχει αρχίσει να απομακρύνεται αναρωτιέμαι τι έχει μείνει από αυτήν. Η άδολη χαρά του μικρού παιδιού όταν παίζει. Αυτό έχει μείνει.

Από πού να αρχίσω; Η αλήθεια είναι ότι δεν είχα κάνει καμία προετοιμασία… να σημειώσω ποιους και τι θα ήθελα να δω, να ακούσω, να συναντήσω. Είχα αποφασίσει να αφεθώ στη μαγεία της πόλης και της έκθεσης. Να μην έχω άγχος να τα δω όλα, γιατί συμβαίνει σε πολλούς και σε εμένα πρώτη πρώτη να τρέχω σαν παλαβή να τα προλάβω όλα, αλλά στο τέλος να μην έχω καταφέρει ουσιαστικά να δω τίποτα!

Αυτή την φορά ήθελα και τελικά τα κατάφερα να αφουγκραστώ έναν άλλο παλμό, αυτόν που έχει μία πόλη που υποδέχεται και φιλοξενεί πολλά χρόνια τώρα ιστορίες με λέξεις, ιστορίες με εικόνες, ιστορίες με αντικείμενα, ιστορίες σε πολλές γλώσσες. Κάποιος είπε ότι η Μπολόνια είναι η μοναδική πόλη που θα μπορούσε να φιλοξενήσει την έκθεση παιδικού βιβλίου και είναι αλήθεια, γιατί στους όμορφους δρόμους της με τα τεράστιαααα πεζοδρόμια, μπορείς να δεις να ζωντανεύουν όλοι οι ήρωες των κλασικών παραμυθιών και στις διαβάσεις της να περνούν χαζεύοντας ήρωες όπως η Μαφάλντα και τα Μούμιν. Φαντάσου ότι τα λεωφορεία σταματούν για να περάσουν οι πεζοί! Φαντάσου λοιπόν σε μία διάβαση να ζωντάνευαν όλες οι Αλίκες και οι Κοκκινοσκουφίτσες και οι Πινόκιο που είδαμε στην έκθεση. Να μιλούν για τον κόσμο που έχουν δημιουργήσει όλοι όσοι έχουν ξαναγράψει τις ιστορίες τους με τον δικό τους τρόπο.

Όπως καταλαβαίνετε στην έκθεση είδα πολλές, πολλές διασκευές κλασικών ιστοριών, άλλες λιγότερο επιτυχημένες και άλλες αριστουργήματα. Αυτή η μοναδική συγκριτική ματιά σε κάνει να θέλεις να διαβάσεις το πρωτότυπο κείμενο. Και ταυτόχρονα να αναρωτιέσαι τι γίνεται με τις διασκευές στην Ελλάδα, πώς λειτουργεί το κείμενο, πώς λειτουργεί η εικόνα. Προκαλούν-προσκαλούν τον αναγνώστη να διαβάσει το πρωτότυπο, να δει τις αντιστοιχίες στον χώρο και στον χρόνο;  Μπορεί να γίνει διακριτός ο σεβασμός στο πρωτότυπο κείμενο;

Στην Μπολόνια πετάγεσαι από την μία εικόνα στην άλλη γιατί ουσιαστικά αυτή η έκθεση είναι η μεγάλη γιορτή των εικονογράφων. Αποφάσισα να αφήσω να με παρασύρουν τα χρώματα και οι γραμμές και έτσι βρέθηκα στα περίπτερα της Χιλής, της Ισπανίας, της Πορτογαλίας, της Ιταλίας, της Ταϊβάν, της Κίνας, Αργεντινής. Εκδόσεις ιδιαίτερες, βιβλία με θέματα σύγχρονα, εικονογραφήσεις τολμηρές. Καθώς ξεφύλλιζα τα βιβλία αναρωτιόμουν ποια από αυτά θα μπορούσαν να εκδοθούν στην Ελλάδα και στη συνέχεια να ταξιδέψουν στα χέρια των αναγνωστών. Φοβάμαι ότι παρόλο που υπάρχουν αρκετοί τολμηροί εκδότες στη χώρα μας, πολλά βιβλία δε θα μπορούσαν να κάνουν ένα αναγνωστικό ταξίδι, γιατί η ελληνική κοινωνία είναι συντηρητική. Υπό αυτό το πρίσμα ξανααρωτήθηκα (η αλήθεια είναι ότι αυτό συνέβαινε όταν αναγκαστικά έπρεπε να αποθέσω κάπου το κορμάκι μου για να ξεκουραστώ, γιατί η αλήθεια είναι ότι ξεποδαριάστηκα!) πόσο επιτρέπεται στους πολλούς και εξαιρετικούς εικονογράφους που έχουμε να είναι τολμηροί;

Πίσω στην έκθεση, αυτό που χάρηκα ιδιαίτερα ήταν ο ενθουσιασμός των εικονογράφων. Ήταν εκεί ο Jeffers, η Αlemagna, ο Tullet, ο Lacombe μοίραζαν χαμόγελα, αυτόγραφα, σκέψεις και εκεί για ακόμα μία φορά συνειδητοποιείς τη δύναμη της εικόνας. Τα σύγχρονα εικονογραφημένα βιβλία έχουν ένα concept, μοιάζουν μ’ ένα μικρό σενάριο. Μία ταινία μικρού μηκούς. Στην Ελλάδα δυστυχώς έχουμε την τάση να γράφουμε πολύ, να μιλάμε πολύ και να φλυαρούμε ακόμα περισσότερο.

Σε ένα από τα πολλά workshops και ομιλίες που παρακολούθησα συνάντησα την αγαπημένη μου Μαφάλντα. Την ηρωίδα που εδώ και 60 χρόνια συνεχίζει και τολμάει να μιλάει ως ένα σκεπτόμενο πολιτικό ον. Το κόμικ ένα είδος που έχει κατηγορηθεί, παραγνωριστεί, παραγκωνιστεί είχε ιδιαίτερη θέση στην έκθεση και δικαίως.

Από την έκθεση που πραγματοποιείται λίγο έξω από το ιστορικό κέντρο, πετάχτηκα όχι μία φορά στο ιστορικό παιδικό βιβλιοπωλέιο Giannino Stoppani. Εκεί και τις τρεις φορές που βρέθηκα συνάντησα ομάδες παιδιών διαφορετικών ηλικίων  που είχαν πάει για εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Άκουσον άκουσον εκπαιδευτικό πρόγραμμα σε βιβλιοπωλείο! Σε ένα από αυτά τρύπωσα και εγώ και για μισή ώρα παρακολούθησα (ναι, όλα τα εκπαιδευτικά εργαστήρια ήταν ανοιχτά και για το κοινό) την αλληλεπίδραση σχεδόν σαράντα παιδιών περίπου 10 ετών με τους δημιουργούς ενός βιβλίου. Η υπεύθυνη του χώρου μεσολαβούσε ανάμεσα στους δημιουργούς και τα παιδιά για να υπάρχει μία ουσιαστική επικοινωνία. Από κοινού δημιούργησαν ένα καινούριο κόμικ.

Το συγκεκριμένο βιβλιοπωλείο είναι αποκλειστικά παιδικό. Είναι δομημένο με έναν τέτοιο τρόπο που να μπορεί ταυτόχρονα να φιλοξενεί παράλληλες δράσεις (μία παρουσάιση και τους μοναχικούς αναγνώστες). Ξέρετε τι μου έκανε φοβερή εντύπωση, ότι δεν άκουσα ούτε μία φορά τη λέξη ΣΟΥΤ! Λες και υπήρχε μία μυστική συμφωνία που ο καθένας γνώριζε πώς έπρεπε να κινηθεί. Και αυτό είναι κάτι το οποίο καλλιεργείται.

Στην πόλη σχολικές ομάδες  κυκλοφορούσαν στους δρόμους και οι επισκέψεις τους ήταν σε χώρους πολιτισμού. Η Μπολόνια είναι μία μικρή πολή που έχει τις υποδομές ώστε να είναι φιλική στον πολίτη, διατηρώντας τον ιστορικό πολιτιστικό της χαρακτήρα. Στην Ελλάδα πολύ συχνά σχολικά τμήματα διοργανώνουν εκδηλώσεις το Σαββατοκύριακο σε βιβλιοπωλεία, το μυστικό όμως είναι η επίσκεψη στο βιβλιοπωλείο να γίνει εν ώρα μαθήματος.

Την έκθεση δεν επιτερπόταν να την επισκεφτούν παιδιά. Η παρουσία τους όμως ήταν αισθήτη σε όλη την πόλη και αυτό είναι το σημαντικό. Η επίσκεψη των παιδιών να γίνεται σε χώρους που πραγματικά να προορίζονται για τα παιδιά και η έκθεση δεν είναι τέτοιος χώρος.

Επιστροφή ξάνα στην έκθεση και σε μία κατηγορία ιδιαίτερη, τα silent books. Είδα πολλά. Εντυπωσιάστηκα από τα βιβλία των εκδόσεων Carthusia. Υπάρχει μία τάση προς αυτά. Είμαι ιδιαίτερα χαρούμενη για αυτό γιατί είναι βιβλία που όλοι μπορούν να τα διαβάσουν. Άκουσα προβληματισμούς του τύπου “μήπως με αυτόν τον τρόπο μειωθεί το κείμενο; Απειλούνται οι λέξεις;”. Σε καμία περίπτωση! Είναι ένα «καινούριο» σχετικά είδος βιβλίου και καλώς υπάρχει. Ένα από τα αγαπημένα μου βιβλία που αγόρασα από το ταξίδι αυτο είναι το Rumore του Luca Ralli, ένα silent book που μιλάει για τον ήχο, τον θόρυβο, τη σιώπη, την εκκωφαντική σιωπή.

Εκτός από τα silent book ανακάλυψα βιβλία με εξαιρετικά κοπτικά, βιβλία με χαρτιά που η ποιότητά τους σε έκανε να θέλεις να τα χαϊδεύεις συνέχεια. Προκαλούσαν τις αισθήσεις σου. Τα θέματα που κυρίως έβλεπες να απασχολούν σχεδόν όλη την εκδοτική παραγωγή ήταν τη κλιματική αλλαγή, ο πόλεμος και η ποικιλομορφία –αναρωτιέμαι ποιος είναι ο δόκιμος όρος για τη λέξη diversity. Ένας μικρός τομέας που είδα να ανθίζει λίγο ήταν αυτός της ποίησης. Δύο ομιλίες πάνω σε αυτό το θέμα και μερικά βιβλία από μικρούς κυρίως εκδοτικούς οίκους. Τη φοβόμαστε λίγο την ποίηση, μας ξενίζει. Μήπως φταίει ο τρόπος που την έχουμε διδαχτεί ως παιδιά; Πού είναι λοιπόν η ποίηση για παιδιά;

Και μια που λέμε για παιδιά η Μπολόνια εκτός από παιδικά βιβλιοπωλεία έχει και παιδικές βιβλιοθήκες. Το σημαντικό στις βιβλιοθήκες είναι ότι δε διαχωρίζονται ως τόποι. Στον ίδιο τόπο συνυπάρχουν κάτω από το κεντρικό τίτλο της Βιβλιοθήκης υπάρχουν χώροι ξεχωριστοί – παιδική βιβλιοθήκη, μουσική βιβλιοθήκη, βρεφική βιβλιοθήκη…

Κλείνω τα μάτια μου και φέρνω στο νου μου το κεντρικό αίθριο και πώς γύρω από αυτό αναπτύσσονται οι χώροι, πώς συνομιλούν οι επισκεπτες των χώρων αυτών, πώς συνυπάρχουν βρεφικά καροτσάκι με ποδήλατα δεξιά στη ράμπα της εισόδου. Πώς συνομιλούν τα βαριά αναγεννησιακά βιτρώ με τα σύγχρονα αφαιτερικά σκίτσα. Πώς όλοι οι άνθρωποι του βιβλίου αναγνωρίζονται ως ισότιμοι, γιατί αυτό συμβαίνει.

Κλείνω τα μάτια μου και ταξιδεύω στο Rezzio Emilia, εκεί όπου στα σχολεία της κοινότητας υπάρχει ένα κεντρικό αίθριο, γύρω από το οποίο αναπτύσσονται σε μορφή σπειρας οι τάξεις για να μπορούν όλοι να βλέπουν όλους. Όλοι οι άνθρωποι που δουλεύουν στα σχολεία αναγνωρίζονται ως ισότιμοι. Γράφω ακριβώς τα ίδια στις δύο τελευταίες παραγράφους γιατί θέλω να καταλήξω στο ότι ο πολιτισμός και η εκπαίδευση είναι θέμα πολιτικού σχεδιασμού. Θέλουμε ένα άτομο που να φλυαρεί και να εκτελεί ή ένα σκεπτόμενο πολιτικό ον;

Στην έκθεση κατάφερα και βρήκα τα βιβλία του Munari και του Rodari από τις εκδόσεις Corraini. Νομίζω ότι θα τα έκανα δώρο σε πολλούς ανθρώπους που ασχολούνται με το βιβλίο και σίγουρα σε όσους σχεδίασαν το ελληνικό περίπτερο. Δεν ήταν ένα περιπτερο που αναδείκνυνε το παιδικό βιβλίο.  Τα βιβλία ήταν με ένα τέτοιο τρόπο τοποθετημένα που δεν τα έβλεπες. Θα μπορούσαν να έχουν προσκαλέσει Έλληνες εικονογράφους για να σχεδιάσουν ήρωες από τα βιβλία τους. Να είναι αυτοί που θα υποδέχονται τον κόσμο. Δυσκολεύτηκα να διακρίνω το στίγμα της ελληνικής εκδοτικής παραγωγής. Ήταν ένα περίπτερο δεν αφορούσε το παιδικό βιβλίο, αφορούσε κάτι άλλο, κάτι δίπλα.

Κλείνοντας θα πω ότι κρατώ το κέφι και την επαγγελματικότητα με την οποία στήθηκε αυτή η έκθεση. Κρατώ τις αμέτρητες εικόνες και τους ήχους των γλωσσών που άκουσα. Την επιθυμία που μου γεννήθηκε να επισκεπτώ χώρες που η εκδοτική παραγωγή με εντυπώσιασε, όπως η Χιλή, η Ταϊβάν κι η Λιθουανία. Κρατώ την δροσιά του gelato με γεύση στρατσιατέλα και νουγκατίνα και δίνω ραντεβού  του χρόνου στις 31 Μαρτίου.

ΥΓ. Στην Ελλάδα έχουμε εξαιρετικές βιβλιοθήκες που τα τελευταία χρόνια έχουν έντονη δραστηριότητα. Ας μην υπογραμμίζουμε μόνο τα άσχημα, αλλά ας φροντίζουμε να αναδεικνύουμε τα πολύτιμα όμορφα.

ΜΟΙΡΑΣΕ ΤΟ

Διαβάστε ακόμα