Μικροί συγγραφείς: Ένα ταξίδι, τρεις βαλίτσες

Photo by Raychan on Unsplash

Τι αρέσει στα παιδιά να διαβάζουν; Αν θέλουμε να έχουμε μια πιο ολοκληρωμένη άποψη, θα πρέπει να ρίξουμε μια ματιά και στα δικά τους κείμενα, στη μυθοπλασία που γράφεται από τα ίδια τα παιδιά. Άλλωστε, ένας από τους λόγους που γράφουμε είναι επειδή δεν μας εκφράζει ποτέ απόλυτα αυτό που μας δίνουν να διαβάσουμε. Κάθε 15 ημέρες παρουσιάζουμε στην Κόκκινη Αλεπού κείμενα παιδιών που παίρνουν μέρος στο εργαστήρι δημιουργικής γραφής το οποίο εμψυχώνω και που φανερώνουν το τρόπο με τον οποίο αφενός επιλέγουν να εκφράζονται, αφετέρου τι θέλουν να διαβάζουν τα ίδια.

Η Κατερίνα Π. (Γ’ τάξη) φτιάχνει εδώ μια αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο που, ενώ έχει ρεαλιστικό υπόστρωμα, μοιάζει συνεχώς να διολισθαίνει προς το όνειρο. Ο καταιγιστικός ρυθμός, τα φαινομενικά ασύνδετα επεισόδια, η έλλειψη αιτίας και αιτιατού, η φρεσκάδα του ύφους, το χιούμορ, δημιουργούν μια ευφρόσυνη σουρεαλιστική αίσθηση. Η αφήγηση μας παρασύρει σε ένα μυθοπλαστικό καλειδοσκόπιο κάτω από την επιφάνεια  του οποίου σκάνε με εκρηκτικό τρόπο νοήματα, ιδέες και συναισθήματα. 

Ένα ταξίδι, τρεις βαλίτσες

Ξύπνησα… αλλά ας τα πάρουμε από την αρχή. Ξαφνικά σηκώθηκα από τον ύπνο μου γεμάτη ιδρώτα, νόμιζα ότι ήμουν σε μια τρελή περιπέτεια στην οποία υπήρχαν παντού βαλίτσες. Τέλος πάντων, κοίταξα το ρολόι και ήταν 7 το πρωί. Σηκώθηκα, έφτιαξα μια ζεστή σοκολάτα, φόρεσα τη ρόμπα μου και ξεκίνησα να διαβάζω το αγαπημένο μου βιβλίο. Ξύπνησαν και τα παιδιά μου και άρχισαν να μουρμουρίζουν: μαμά, μαμά, πότε θα πάμε διακοπές; Εγώ δεν το είχα σκεφτεί έως τότε και είπα από μέσα μου: Κι αν τα χάσω; Κι αν τα χάσω; Τι θα γίνει;

Εκείνη τη στιγμή έκλεισα τα μάτια μου, γιατί όταν φοβάμαι έχω ένα περίεργο βλέμμα που τρομάζει. Όταν τα άνοιξα, δεν είδα τα παιδιά απέναντι μου!Έψαξα σε όλο το σπίτι και δεν ήταν πουθενά. Μπήκα στο δωμάτιό τους και τα είδα να ετοιμάζουν τις βαλίτσες τους. Τελικά σκέφτηκα πως θα ήταν ωραία να πηγαίναμε στη Θεσσαλονίκη. Ετοίμασα και εγώ τη βαλίτσα μου και έβαλα μέσα το πιο πολύτιμο πράγμα του σπιτιού, ένα χρυσό κολιέ. Σκέφτηκα ότι θα ήταν πιο ασφαλές να το πάρω μαζί μου στο ταξίδι και όχι να το αφήσω πίσω στο σπίτι, αν και θα είχα ενεργοποιήσει τον συναγερμό.

Ξεκινήσαμε για το αεροδρόμιο. Ξαφνικά χτύπησε ένας συναγερμός, ήταν του αυτοκινήτου! Τρακάραμε πάνω σε ένα βουνό, το οποίο παραλίγο να πέσει πάνω μας! Έτσι φαινόταν αλλά μετά καταλάβαμε ότι ήταν ένα φουσκωτό βουνό γιατί είχαμε μπροστά μας ένα λούνα παρκ. Τα παιδιά μου ήθελαν πάρα, μα πάρα πολύ να κατέβουν και να παίξουν αλλά εγώ τους είπα, θα χάσουμε τις διακοπές παιδιά, και εκείνα είπαν, καλά μαμά, τουλάχιστον αν έχει κάτι παιχνιδιάρικο στη Θεσσαλονίκη θα μάς πας; Εγώ τους υποσχέθηκα ότι θα τους πάω αλλά δεν ήμουν και τόσο σίγουρη.

Κατέβηκα από τη θέση του οδηγού για να δω τι έγινε. Το φουσκωτό άρχισε να ξεφουσκώνει, μπήκα στο αυτοκίνητο γρήγορα και άρχισα να τρέχω με μεγάλη ταχύτητα γιατί δεν ήθελα να μπλέξω! Τα παιδιά μου μου είπαν ότι μας κυνηγούσαν κάποιοι αστυνομικοί και θα έπρεπε να βιαστώ! Έπρεπε να τους πω την αλήθεια και έτσι σταμάτησα το αυτοκινητο. Ήρθε στο παράθυρο ο αστυνομικός και μου είπε: Εσείς ξεφουσκώσατε την πυραμίδα και τρέξατε; Ζήτησα χίλια συγνώμη και εκείνοι είπαν “ενταξει σας συγχωρούμε!”. Μετά όμως μας έδωσαν πρόστιμο. Το πρόστιμο ήταν όσο κόστιζαν τα τρία εισιτήριά μας. Τους παρακάλεσα λέγοντας ότι τα πάω πρώτη φορά στη Θεσσαλονικη και όχι μόνο στη Θεσσαλονίκη, πρώτη φορά τα πάω κάπου τώρα που είναι μεγάλα, και τα παιδιά τους έκαναν γλυκα ματάκια! Οι αστυνομικοί και εμείς γελάσαμε πολύ και μας είπαν εντάξει θα σας αφήσουμε για τελευταία φορά χωρίς πρόστιμο!

Συνεχίσαμε πολύ χαρούμενοι και ευτυχώς δεν συναντήσαμε άλλες δυσκολίες. Φτάσαμε στο αεροδρόμιο και εκεί είδαμε χιλιάδες παιχνιδάδικα και μου έκανε εντύπωση, γιατί συνήθως δεν έχει. Τους αγόρασα μερικά για να μη βαριούνται στο αεροπλάνο. Φτάσαμε στην ουρά για να κόψουμε τα εισιτήρια και εκεί βρισκόταν ένα μωράκι που κρατούσε ένα ψαλιδάκι! Δεν ξέρουμε πού βρέθηκε, αλλά παραλίγο να μας κόψει τα εισιτήρια, δεν ήθελα να συμβεί αυτό, αλλά προφανώς δεν το μάλωσα, ήταν ένα ξένο μωράκι και ξέρω πολύ καλά ότι τα μικρά κάνουν πράγματα χωρίς να το θέλουν, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι τους το επιτρέπουμε κιόλας!

Ανεβήκαμε επιτέλους στο αεροπλάνο! Η αεροσυνοδός τους έδωσε ένα πολύ ωραίο μπλοκ για να ζωγραφίσουν και ενθουσιάστηκαν! Μετά από μισή ώρα άρχισαν να ζωγραφίζουν πολύ όμορφα και τους ήρθε μια έμπνευση για να γράψουν κάτι, αλλά δεν τα άφησα γιατί ήξερα ότι θα ανακατευτούν και ευτυχώς με άκουσαν. Ο πιλότος είπε ότι λυπάται και ότι θα καθυστερήσουμε να φτάσουμε στον προορισμό μας επειδή το αεροπλάνο έχει κάποια προβλήματα! Εγώ ανησύχησα γιατί έμπαινα πρώτη φορά στη ζωή μου, αλλά τα παιδιά μου δεν τα ένοιαξε καθόλου, για αυτά ήταν η πέμπτη φορά, είχαν πάει με τον πατέρα τους ο οποίος ήταν στη δουλειά. Φώναξα ότι θα πέσουμε κάτω και ο πιλότος όταν το άκουσε έμεινε με ανοιχτό το στόμα, κυριολεκτικά! Είπε, σίγουρα; Μήπως ζαλίζεστε; Μήπως να προσγειωθούμε; Δεν ήθελα να συμβεί αυτό γιατί ήθελα πολύ να πάω ταξίδι. Ούτως ή άλλως μένει εκεί η μητέρα μου και ήθελα να τη χαιρετήσω. Ζήτησα συγγνώμη σε όλους, πέρασα από κάθε κάθισμα και είπα ότι απλα είχα φοβηθεί και μου απάντησαν “δεν πειράζει, απλά μας τρομάξατε λίγο”. Επέστρεψα στο κάθισμα μου και η αεροσυνοδός πρόσφερε στα παιδιά μου χυμούληδες και σε μένα έναν καπουτσίνο με μαύρη ζάχαρη. Τον ήπια πολύ γρήγορα, είναι ο αγαπημένος μου καφές. Ρώτησα τα παιδιά γιατί έπιναν τόσο αργά το χυμό τους και εκείνα απάντησαν, γιατί κάτι νιώθουμε ότι σε λίγο θα πέσουμε. Ήθελαν να με τρομάξουν και εγώ από το θυμό μου κατά λάθος τους έριξα λίγο από το χυμό τους. Ο γιός μου άρχισε να κλαίει και από τα πολλά δάκρυα η μπλούζα του έγινε μούσκεμα και ευτυχώς οι αεροσυνοδοί του έφεραν μία πολύ ωραία με αεροπλάνα.

Επιτέλους φτάσαμε σε αυτή την όμορφη πόλη, με τα πολλά κτίρια και τους ωραίους θάμνους. Πήγαμε στο ξενοδοχείο που είχαμε κάνει κράτηση. Ήταν τακτοποιημένο και όμορφο. Είχε πολύ ωραία στολίδια και πολλά βάζα, το βρήκα πολύ επικίνδυνο για παιδια, επίσης είχε και εικόνες στους τοίχους που αν τις έβλεπαν μωρά θα έκλαιγαν! Αμέσως έκρυψα τα μάτια των παιδιών μου και τους πρότεινα μήπως να πάμε σε άλλο ξενοδοχείο και εκείνα έκαναν κάτω το κεφάλι, δηλαδή ναι, και έτσι φύγαμε. Πήγαμε λοιπόν σε ένα άλλο, το οποίο ήταν πολύ ωραίο και δεν είχε πολλά βάζα, είχε 5 – 4, στον πρώτο όροφο. Το υπόγειο ήταν πολύ τακτοποιημένο και ο μπουφές πολύ λαχταριστός. Μας οδήγησαν στα δωμάτιά μας και πήραμε ένα υπνάκο μετά από το μακρινό ταξίδι. Ξυπνήσαμε, πήγαμε στον μπουφέ και φάγαμε κρουασάν με σοκολάτα! Δεν ήταν υγιεινά και το ξέραμε, αλλα δεν πείραζε για μια φορά στις διακοπές. Χορτάσαμε και πήγαμε για εξερεύνηση της πόλης. Ήταν τέλεια και περάσαμε φανταστικά όλες τις μέρες εκεί. Την τελευταία μέρα στις 6 το πρωί χτύπησε το τηλέφωνο μου και ήταν ο πατέρας των παιδιών και μας έψαχνε στο σπίτι! Ήταν εντελώς κλειδωμένα, του είπα ότι εγώ και τα παιδιά αποφασίσαμε να πάμε ένα ταξιδάκι στη Θεσσαλονίκη και μου απάντησε: α! εντάξει τότε θα πάω στη μητέρα μου και μου το έκλεισε μπροστά στο πρόσωπό μου!

Στην επιστροφή όταν προσγειωθήκαμε, μπήκαμε στο αυτοκίνητο μας, και ευτυχώς δεν έγινε κάτι περίεργο όπως όταν πηγαίναμε. Αρχίσαμε και οι τρεις να τραγουδάμε το πιο ωραίο τραγούδι αλλα δεν ξέραμε πως το λένε, ήταν θεϊκό και κανεις δεν μπορούσε να μάθει ποιος το έγραψε και γιατί.

Ξαφνικά στο δρόμο ήταν ένας κυριούλης που είχε σηκώσει το χέρι του για να τον πάρει κάποιος, εγώ του είπα συγγνώμη, έχω παιδιά και δεν μπορώ και εκείνος είπε “χαλιο” μουσική και τι οικογένεια είναι αυτή χωρίς μπαμπά, εγώ τότε σκέφτηκα , τι τον νοιάζει τι οικογένεια είμαστε εμείς και έφυγα!

Φτάσαμε σπίτι, αγκαλιάσαμε τον μπαμπά ο οποίος ήταν θυμωμένος που δεν ήταν και εκείνος κι από δω και πέρα κάθε χρόνο πηγαίναμε στη Θεσσαλονίκη και όχι μόνο εκεί αλλά σε παρα παρα πολλα μέρη και περνούσαμε τέλεια! Και στα αεροπλάνα! Αλλά πιο ωραία ήταν όλα με τον μπάμπα… Τέλος.

Κατερίνα Π.
Γ’ Δημοτικού

ΜΟΙΡΑΣΕ ΤΟ

Διαβάστε ακόμα

Έμπνευση από έναν πίνακα

Τι αρέσει στα παιδιά να διαβάζουν; Αν θέλουμε να έχουμε μια πιο ολοκληρωμένη άποψη, θα πρέπει να ρίξουμε μια ματιά