Τα βιβλία έρχονται και σε βρίσκουν όπως οι άνθρωποι.
Είχα προτίμηση, από παιδί, στις θλιμμένες ιστορίες. Το κοριτσάκι με τα σπίρτα του Άντερσεν και ο Όλιβερ Τουΐστ του Ντίκενς παραμένουν αγαπημένα μου αναγνώσματα. Μου άρεσαν οι περιπέτειες και τα ταξίδια. Αγαπούσα την Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων του Κάρολ, τα βιβλία του Βερν, Δυο χρόνια διακοπές και Σφίγγα των πάγων, το μυθιστόρημα Στα μυστικά του βάλτου της Πηνελόπης Δέλτα, το Ένα δέντρο μεγαλώνει στο Μπρούκλιν της Μπέτυ Σμιθ.
Αλλά το βιβλίο που με άφησε να ρίξω μια ματιά στο σύμπαν, στον γεμάτο αντιφάσεις και αταξία κόσμο του πάθους, που με έκανε να τρομάξω, να ερωτευτώ, να συγκινηθώ, να σκεφτώ, το βιβλίο που καθόρισε την εφηβεία και την ενήλικη ζωή μου, αυτό που διάβασα και ξαναδιάβασα είναι τα Ανεμοδαρμένα Ύψη της Έμιλυ Μπροντέ. Στη βιβλιοθήκη του σπιτιού όπου μεγάλωσα υπήρχε ένα παλιό αντίτυπο του μυθιστορήματος από τις εκδόσεις Ίκαρος. Άρχισα να το διαβάζω στις διακοπές του καλοκαιριού. Η ζοφερή και σκοτεινή του ατμόσφαιρα, η παραφορά των ηρώων, η ένταση των σχέσεων, η ποιητικότητα παράλληλα με τη σωματικότητα, το ακραίο πάθος της Κάθριν και του Χήθκλιφ, οι περιγραφές των τοπίων του Γιόρκσαϊρ, τα λόγια των ηρώων. Ήταν η πρώτη φορά που με μάγευε ένας μυθιστορηματικός χαρακτήρας: ο Χήθκλιφ δεν ήταν ο ευγενής και τραγικός ήρωας των βιβλίων που διάβαζα ως τότε, αλλά ένας δαιμονικός, βασανισμένος, αυτοκαταστροφικός άντρας. Ένα κακό παιδί με σκοτεινές δυνάμεις. Τα επόμενα χρόνια αγάπησα κι άλλους ήρωες, τον Τζουντ, τη μαντάμ Μποβαρύ, τον αυτοκράτορα Αδριανό, τη Ματίλντα, τον πρίγκιπα Μίσκιν, τον Τομ Τζόουνς, αλλά ο ακαταμάχητος έρωτάς μου με (για) τον Χήθκλιφ παρέμεινε αξεπέραστος. Πρώτος έρωτας, άλλωστε.
Αν όλα χάνονταν κι αυτός έμενε, θα συνέχιζα να υπάρχω. Κι αν όλα έμεναν κι αυτός χανόταν, το σύμπαν θα ήταν για μένα τόπος ξένος και φοβερός. Δε θα ’χα θέση εκεί. Είναι πάντα μέσα στο νου μου. “Δε μου δίνει χαρά, όπως δε μου δίνει χαρά ο εαυτός μου, αλλά είναι μέσα μου, σαν τον ίδιο τον εαυτό μου“*, λέει η Κάθριν στη Νέλλυ, καθορίζοντας τα “απεριόριστα” όρια του έρωτα.
Η μοίρα της Έμιλυ Μπροντέ, μυθιστορηματική όπως και των ηρώων της, τα ποιήματα που έγραφε, το φανταστικό βασίλειο που είχε πλάσει μαζί με τα αδέρφια της, το μυθιστόρημα αυτό που το έγραψε 27 ετών και εκδόθηκε έναν χρόνο αργότερα, η ζωή της που τελείωσε τόσο γρήγορα στα 30 της χρόνια, βοήθησαν στην ταύτιση της συγγραφέως με τους ήρωές της κι έκαναν το διάβασμα του βιβλίου ακόμα πιο μαγικό.
Πέρασαν χρόνια για να εκτιμήσω και τις υπόλοιπες αρετές του μυθιστορήματος: την ανορθόδοξη αφηγηματική του τεχνική, τον μεταφυσικό του μανδύα, ένα χαοτικό για τον αναγνώστη αλλά αφάνταστα γοητευτικό ταξίδι στον χρόνο, στο τώρα, και μετά μπρος και πάλι πίσω, και πιο πίσω.
Τα καλά βιβλία σε συντροφεύουν μια ζωή κι όταν τα ξαναδιαβάζεις συναντάς μέσα τους πράγματα που δεν είχες προσέξει, πράγματα που έχεις ανάγκη, νιώθεις σαν να ξαναγυρίζεις στο σπίτι που μεγάλωσες και είχες καιρό να επισκεφθείς και όταν κλείνεις την πόρτα πίσω σου, σε τυλίγει η ησυχία και η ασφάλεια που χρειάζεσαι.
* Το απόσπασμα είναι από τη μετάφραση του βιβλίου από τον Άρη Μπερλή.
Save