Δέκα λεπτά μεγαλόφωνης ανάγνωσης την ημέρα αρκούν

Ζούμε στην εποχή όπου όλα γίνονται γρήγορα, χωρίς πολλές φορές καλά- καλά να καταλαβαίνουμε πώς περνάει η μέρα. Ολων μας το 24ωρο είναι πιεσμένο: δουλειά, σχολείο, διαδρομές από και προς το σπίτι, μαθήματα, εξωσχολικές δραστηριότητες, οικογενειακές υποχρεώσεις. Και τα Σαββατοκύριακα, επίσης: ιδιαίτερα μαθήματα, αθλητικές δραστηριότητες, συναντήσεις με φίλους και γνωστούς, δουλειές που δεν προλάβαμε να κάνουμε μέσα στην εβδομάδα. Και φτάνει πάλι η Δευτέρα και αρχίζει το ίδιο πρόγραμμα από την αρχή. Τι κάνουμε όμως για να χαλαρώσουμε; Δίνουμε ποτέ στον εαυτό μας – μικροί, μεγάλοι – την ευκαιρία να ηρεμήσουμε και να αποφορτιστούμε από το άγχος της ημέρας; Και πώς το κάνουμε αυτό; Το πιο εύκολο είναι η τηλεόραση ή ίσως ένα tablet ή κινητό, σωστά;

Κι όμως, το φως από τις οθόνες όχι μόνο δεν μας αφήνει να χαλαρώσουμε, αλλά αφενώς καταστρέφει την ριτίνη των ματιών, αφετέρου δεν αφήνει τον εγκέφαλό μας να ξεκουραστεί. Για την ακρίβεια, το μπλε φως που εκπέμπουν οι οθόνες μάς βοηθά μεν να τις βλέπουμε καθαρά στο έντονο φως του ήλιου, όμως, όταν υπάρχει παρατεταμένη έκθεση σε αυτό το βράδυ, επηρεάζεται ο εγκέφαλός μας σε σημείο που ο τελευταίος να θεωρεί ότι το φως αυτό μοιάζει πολύ με αυτό της ημέρας, άρα είναι μέρα, οπότε δεν παράγει μελατονίνη, την ορμόνη που παράγεται φυσικά στο σώμα και βοηθά στον έλεγχο του κύκλου του ύπνου. (πηγή)

Από την άλλη, δέκα λεπτά απόλυτης ησυχίας μπορούν να μας βοηθήσουν να αποφορτιστούμε. Κι αν αυτά τα 10 λεπτά συνοδεύονται κι από μια μεγαλόφωνη ανάγνωση, τότε ακόμα καλύτερα. Τραβώντας το βλέμμα από τις οθόνες, ξεκουράζουμε τα μάτια μας, ηρεμούμε από τη φασαρία της εικόνας και κάνουμε ένα διάλειμμα, δίνοντας στον εγκέφαλο χρόνο να ξεκουραστεί από τον όγκο των πληροφοριών που επεξεργάστηκε κατά τη διάρκεια της ημέρας.

Δέκα λεπτά είναι όμως αρκετά;

Δέκα λεπτά την ημέρα είναι 60 ώρες τον χρόνο. Και δεν φαντάζεστε πόσα οφέλη έχουν αυτά τα δέκα λεπτά σε ένα παιδί: ειδικά τα τρία πρώτα και πιο κρίσιμα χρόνια της ζωής του τού δίνουν τις βάσεις που χρειάζεται για να μάθει να μιλάει, να εμπλουτίσει το λεξιλόγιό του, να μάθει να αναγνωρίζει τις λέξεις όταν τις βλέπει τυπωμένες ή γραμμένες, να αγαπά το διάβασμα και να το βλέπει σαν κάτι που το κάνει ευτυχισμένο όχι σαν αγγαρεία, ενώ – φυσικά – μέσω της μεγαλόφωνης ανάγνωσης και της ώρας που περνάει με τον γονιό του αναπτύσει ισχυρούς δεσμούς.

Το ίδιο συμβαίνει και στην τάξη: η καθηγήτρια Rebecca Bellingham, δασκάλα σε πολλά δημόσια σχολεία στη Νέα Υόρκη και πλέον καθηγήτρια στο Columbia University Teachers College, μιλάει με πάθος για το πώς τα παιδιά ενθουσιάζονται όταν ο δάσκαλος τούς διαβάζει στην τάξη, χωρίς να υπάρχει απαίτηση για κάποια εργασία μετά. Ακόμα και παιδιά που δεν έχουν συνηθίσει να τους διαβάζουν ή που πλέον διαβάζουν μόνα τους αισθάνονται ότι όταν τους διαβάζουν δυνατά ζουν την ιστορία που ακούν. Παράλληλα, το να σου διαβάζει κάποιος δυνατά χωρίς εσύ να χρειάζεται να παρακολουθείς τις τυπωμένες λέξεις, δίνει στο εγκέφαλο χώρο και χρόνο να απορροφήσει την πληροφορία χωρίς να χρειάζεται να καταλώνει χρόνο και κόπο να αποκωδικοποιήσει τα γράμματα, να διαβάσει τις λέξεις και να πιάσει το νόημα του κειμένου. Τα παιδιά στην ηλικία του δημοτικού, ειδικά των πρώτων τάξεων, έχουν την ικανότητα να ακούν πολύπλοκες ιστορίες, ιστορίες που “δεν είναι για την ηλικία τους“, που υπό διαφορετικές συνθήκες – αν έπρεπε δηλαδή να τις διαβάσουν μόνοι τους – δεν θα της κατανοούσαν και θα τις παρατούσαν. Παράλληλα, η μεγαλόφωνη ανάγνωση φέρνει τον ακροατή σε επαφή με πολλά και διαφορετικά λογοτεχνικά είδη, κείμενα και συγγραφείς, εμπλουτίζοντας τις γνώσεις του, χωρίς να καταβάλλεται ιδιαίτερη προσπάθεια και περίπλοκες τεχνικές εκμάθησης.

Πώς μπορούμε να ξεκινήσουμε; Χρειαζόμαστε μόνο 10 λεπτά την ημέρα και ένα βιβλίο. Ολα τα υπόλοιπα θα τα βρούμε εδώ.

Διαβάζω Δυνατα 2019: η καμπάνια

ΜΟΙΡΑΣΕ ΤΟ