Η μυστική πύλη: Γιατί τα βιβλία για παιδιά είναι πολύ σοβαρή υπόθεση

Κείμενο: Mac Barnett
Εικονογράφηση: Carson Ellis
Μετάφραση: Βασιλική Νίκα
Εκδόσεις: Πατάκη
Χρονιά εκδοσης: 2025
Ηλικίες: ενήλικες

Τι δουλειά έχει ένα βιβλίο ενηλίκων σε ένα περιοδικό που ασχολείται αποκλειστικά με το βιβλίο που απευθύνεται σε παιδιά όλων των ηλικιών; Όταν ένα βιβλίο μιλάει για τη λογοτεχνία για παιδιά έχει χώρο και εδώ. Ή μάλλον κυρίως εδώ. Ο Μακ Μπαρνέτ (Mac Barnett) είναι άλλωστε ένας πολύ γνωστός, πολυβραβευμένος και πολυαγαπημένος συγγραφέας βιβλίων για παιδιά, άρα ήδη έχουμε έναν πολύ καλό λόγο για να το διαβάσουμε το πρώτο του – και ίσως και μοναδικό – βιβλίο το οποίο απευθύνεται σε ενήλικες.

Ο Μπάρνετ, που μάλιστα διορίστηκε Πρεσβευτής για τη λογοτεχνία των νέων 2025-2026 στην Αμερική, θέση δημιουργήθηκε το 2008 από τη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου και τον φορέα Every Child a Reader για να τονιστεί η σημασία της ανάπτυξης της δια βίου φιλαναγνωσίας στα παιδιά και τους εφήβους, είναι ο καταλληλότερος άνθρωπος για να μας πάρει από το χέρι και να μας μιλήσει για τη σημασία ή μάλλον καλύτερα τη σπουδαιότητα της λογοτεχνίας που απευθύνεται σε παιδιά και νέους.

Στο δοκίμιό του, ο Μπαρνέτ μιλάει με πάθος για το κομμάτι της λογοτεχνίας που αγαπάει πιο πολύ: αυτή που απευθύνεται στα παιδιά. Θίγει επανειλλημένα μέσα στο κείμενό του τον αστείο διαχωρισμό ενήλικης και παιδικής λογοτεχνίας, και πώς μόνο η ενήλικη θεωρείται “λογοτεχνία” από τους περισσότερους, υπογραμμίζει για το πόσο υποτιμητικά και απαξιωτικά άνθρωποι του χώρου του βιβλίου αλλά καμιά φορά και το ίδιο το αναγνωστικό κοινό μιλάνε για την παιδική λογοτεχνία, την ευκολία με την οποία κάποιοι θεωρούν ότι μπορεί να δημιουργηθεί ένα παιδικό βιβλίο, ενώ στην πραγματικότητα η όποια ευκολία οδηγεί με βέβαια βήματα προς τη δημιουργία ενός αδιάφορου, άσχημου βιβλίου, για τον πουριτανισμό της λογοτεχνίας που οδηγεί στον ελιτισμό, αλλά και τον σνομπσιμό με τον οποίο αντιμετωπίζεται σχεδόν το σύνολο των δημιουργών βιβλίων για παιδιά, φαινόμενο που από ό,τι φάνηκε μέσα από τη μαρτυρία του Μπαρνέτ δεν περιορίζεται μόνο στα της Αμερικής, αλλά είναι έκδηλο σε όλο τον κόσμο (και το έχει αναφέρει και η Κάθριν Ράντελ στο δικό της δοκίμιο “Why you should read children’s books, even though you are so old and wise” (Bloomsbury, 2019).

Διάβασα και ξαναδιάβασα το βιβλίο αυτό αμέτρητες φορές, πήγα μπρος και μετά ξανά πίσω, υπογράμμισα με μολύβι σχεδόν κάθε του λέξη, όχι μόνο για να τις θυμάμαι, να μου εντυπωθούν, αλλά περισσότερο για να “υπογραμμίσω” στο μυαλό μου τη σημασία των γραφομένων του. Ο Μπαρνέτ μου επιβεβαίωσε μέσα σε 120 σελίδες όσα χρόνια τώρα πιστεύω: ό,τι είναι παιδικό δεν είναι αυτομάτως και ελλειπές ή ευτελές επειδή είναι παιδικό. Η λογοτεχνία για παιδιά δεν αποτελεί κατώτερη μορφή τέχνης – στην πραγματικότητα, είναι ένα από τα πιο ζωτικά και βαθιά είδη αφήγησης, αυτή που θα σε κάνει να δεις βαθιά μέσα στην ψυχή σου, που έχει την ικανότητα να σε ταξιδέψει σε μέρη που δεν είχες σκεφτεί ποτέ ότι μπορείς να πας. Η «μυστική πόρτα» που αναφέρεται στον τίτλο είναι άλλωστε μια άμεση αναφορά σε εκείνο το μαγικό κατώφλι που ανοίγουν οι ιστορίες για τα παιδιά – ένα μέρος ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη φαντασία, όπου μπορούν να εξερευνήσουν μεγάλες ιδέες και συναισθήματα, όπως η αλήθεια, η εμπιστοσύνη, ο φόβος και η χαρά, όπως ακριβώς συμβαίνει και στη Νάρνια του C. S. Lewis ή στο Αγριόδασος του Colin Meloy.

Ο Μπαρνέτ αντλώντας υλικό και αναφορές από εμπειρίες του τόσο προσωπικές όσο και επαγγελματικές, αλλά και παραδείγματα άλλων συγγραφέων, υποστηρίζει πως τα παιδικά βιβλία μπορούν να είναι αστεία, διασκεδαστικά και βαθιά ουσιαστικά. Τονίζει ότι οι ενήλικες συχνά υποτιμούν τη νοημοσύνη και το συναισθηματικό βάθος των παιδιών-αναγνωστών και θεωρούν πως τα βιβλία που τους απευθύνονται πρέπει μόνο να διδάσκουν και όχι να διασκεδάζουν, ενώ απορεί πως υπάρχει κόσμος που θεωρεί πως τα παιδιά λόγω ανωριμότητας δεν είναι καν σε θέση να εκτιμήσουν την υψηλή τέχνη της λογοτεχνίας (ή και τέχνης θα συμπληρώσω εγώ, αφού μιλάμε και για τα εικονογραφημένα βιβλία). Αναφορικά με αυτό το τελευταίο, κάνει μια πολύ σημαντική παρένθεση μιλώντας για τη σπουδαιότητα των “σκουπιδιών” (δηλαδή αυτά που εμείς οι ενήλικες θεωρούμε ακατάλληλα αναγνώσματα για τα παιδιά μας) και πώς αυτά έχουν την ικανότητα να διαμορφώνουν κριτήριο. Απορεί πώς οι ενήλικες αποδεχόμαστε τη μετριότητα στα βιβλία για παιδιά, αλλά όχι στη λογοτεχνία που μας απευθύνεται και υποστηρίζει πως τα βιβλία για παιδιά θα πρέπει να είναι τόσο πολύμορφα όσο και οι ζωές των παιδιών που τα διαβάζουν. Κι εδώ μπαίνει και το κομμάτι της εξουσίας που ασκούν οι ενήλικες πάνω στα παιδιά (και που συνδέεται και με την έρευνα που είχαμε κάνει στην Κόκκινη Αλεπού για τον τρόπο που τα παιδιά επιλέγουν βιβλία), αλλά και το πώς οι ενήλικες θεωρούν σωστότερο να γράφουν όταν απευθύνονται σε παιδιά με το σκεπτικό πως πάντα πρέπει να τους διδάξουν κάτι. Ιστορίες που ξεκινούν με τη λογική “θέλω να πω κάτι στα παιδιά” είναι καταδικασμένες εν τη γενέσει τους, λέει ο Μπαρνέτ (σ.σ. επιτέλους κάποιος το είπε!).

O Αμερικάνος συγγραφεάς γνωρίζει πολύ καλά πού στέκεται στον δημιουργικό αυτό χώρο, χαίρει της εκτίμησης άλλων δημιουργών, εικονογράφων και εκδοτών σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης -και αυτό φαίνεται και από τις μεταφράσεις που έχουν γίνει στο έργο του (σσ. κυκλοφορούν αρκετά βιβλία του και στα ελληνικά πλέον)-, έχει βραβευτεί για το έργο του και ας μην ξεχνάμε ότι είναι και Πρεσβευτής για τη λογοτεχνία των νέων σε μια τεράστια αγορά και αν μη τι αλλο αυτό του δίνει το δικαιώμα να μας πει ότι:

  • τα παιδιά είναι ικανά να κατανοούν βαθιές αλήθειες και σύνθετες αφηγήσεις και οι συγγραφείς για παιδιά πρέπει να παίρνουν στα σοβαρά την τέχνη τους – επειδή τα παιδιά είναι σοβαροί αναγνώστες.
  • η μυθοπλασία μπορεί να πει αλήθειες πιο αποτελεσματικά από τα γεγονότα και η φαντασία, ακόμα και ο παραλογισμός, βοηθούν τα παιδιά να παλέψουν με πραγματικά συναισθήματα.
  • Το χιούμορ είναι ένας τρόπος για τα παιδιά να αντιμετωπίζουν τον κόσμο. Μια καλοδουλεμένη κωμωδία μπορεί να αποτελέσει εργαλείο επιβίωσης, ενσυναίσθησης και διορατικότητας – όχι απλώς ψυχαγωγίας. Άρα, το χιούμορ δεν πρέπει να κατηγοριοποιείται ως “επιπόλαιο”.
  • το παράδοξο του βιβλίου για παιδιά, το διπλό κοινό του (ενήλικας-παιδί), είναι κάτι που κάνει τον Μπαρνέτ να σταθεί με σκεπτικισμό, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου στου ομότεχνούς του να μην έχουν στο μυαλό τους τους ενήλικες αναγνώστες τους όταν γράφουν για παιδιά και να σέβονται πραγματικά την οπτική γωνία του παιδιού (όπως και τη νοημοσύνη του, θα συμπλήρωνα εγώ).
  • τα “καθαρά” βιβλία – αυτά που συχνά έχουν λογοκριθεί ή “καθαριστεί” από καλοπροαίρετους ενήλικες – ενέχουν μεγαλύτερους κινδύνους από όποιο σκοτεινό, σύνθετο ή διφορούμενο περιεχόμενο. Ο Μπαρνέτ προτρέπει γονείς και εκπαιδευτικούς, εκδότες, συγγραφείς, editors και βιβλιοθηκονόμους να δείχνουν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στα παιδιά, καθώς αυτά μπορούν εύκολα να διαχειριστούν το περιεχόμενο εκείνο που φέρνει σε δύσκολη θέση πρωτίστως του ενήλικες.

Το βιβλίο του Μπαρνέτ είναι καθηλωτικό μέσα στην απλότητά του. Αν και δεν εισάγει ουσιαστικά κάτι ριζικά νέο στη συζήτηση γύρω από την παιδική λογοτεχνία –πλην του ευφυούς παραδείγματος με τις τρεις θείες και τον Νόμο του Στάρτζεον– αγγίζει με ευαισθησία, καθαρότητα αλλά και πολύ χιούμορ θέματα που όσοι αγαπούν αληθινά το παιδικό βιβλίο ήδη γνωρίζουν.Το Η μυστική πύλη: Γιατί τα βιβλία για παιδιά είναι πολύ σοβαρή υπόθεση είναι αυτό ακριβώς που χρειαζόμασταν: μια χειροπιαστή, γραπτή απόδειξη ότι «δεν τα λέμε μόνο εμείς οι τρελοί – τα λέει κι ο Μπαρνέτ!». Κι αν δεν μας πιστεύετε, τότε ίσως πιστέψετε εκείνον.

Το βιβλίο, που ξεκίνησε ως πείραμα –καθώς ο Μπαρνέτ δεν γράφει για ενήλικες– γεννήθηκε από την έμπνευση ενός Ιταλού εκδότη (Terre di mezzo Editore), που είχε την “τρέλα” ή, καλύτερα, τη διορατικότητα να τον πείσει να το γράψει. Και είναι το βιβλίο εκείνο που θα ήθελα ειλικρινά να διαβάσει κάθε ενήλικας: όποιος έχει παιδιά και τους επιλέγει βιβλία, όποιος διαβάζει μαζί τους ή για τον εαυτό του, όποιος διδάσκει παιδιά ή πρόκειται να το κάνει στο μέλλον, καθώς και όσοι διδάσκουν στα πανεπιστήμια τους αυριανούς συγγραφείς, εικονογράφους, εκπαιδευτικούς. Έχουμε κουραστεί από τα βιβλία-εγχειρίδια. Χρειαζόμαστε βιβλία που να σέβονται τις αναγνωστικές προσδοκίες των παιδιών.

Από όλα όσα διάβασα και ξαναδιάβασα, κρατώ αυτό με το οποίο ο Μπαρνέτ επιλέγει να κλείσει: μια ειλικρινή έκκληση προς όλους εμάς τους ενήλικες να πάρουμε στα σοβαρά την παιδική λογοτεχνία — ως τέχνη, ως λογοτεχνία, ως φιλοσοφία και ως δύναμη που διαμορφώνει το ποιοι τελικά γινόμαστε.

ΜΟΙΡΑΣΕ ΤΟ

Διαβάστε ακόμα

Νερό

Η συγγραφέας και εικονογράφος Olga Fadeeva μάς παρασύρει σε ένα ασυνήθιστο ταξίδι στον κόσμο του νερού. Τοποθετεί ένα παιδί μαζί

Ελπίδα είναι κάτι με φτερά

Μπορούν η ποίηση και η εικόνα να βαδίσουν χέρι με χέρι. Οι εκδόσεις Πατάκη εκδίδουν στα ελληνικά το βιβλίο «Ελπίδα