Η πρώτη μας συνάντηση με τη Σερβογερμανίδα δημιουργό πραγματοποιήθηκε στη Διεθνή Έκθεση Παιδικού Βιβλίου της Μπολόνια, τον περασμένο Μάρτιο. Βρισκόταν κι εκείνη στο περίπτερο της Σχολής Εφαρμοσμένων Τεχνών του Πανεπιστημίου του Πότσδαμ, μαζί με άλλους απόφοιτους του Εργαστηρίου Εικονοβιβλίου για παιδιά και ενήλικες, υπό την καθοδήγηση του καθηγητή Sven Völker, παρουσιάζοντας τις δουλειές τους. Ανάμεσα στα έργα που ξεχώριζαν ήταν και τα δύο επισήμως εκδοθέντα βιβλία της Lidia Brankovic: Το Ξενοδοχείο των Συναισθημάτων και Το Τσίρκο των Σκιών.

Η δεύτερη συνάντησή μας πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα, στο πλαίσιο της περιοδείας της στην Ελλάδα. Έπειτα από μια στάση στη Θεσσαλονίκη και τη συμμετοχή της στην Έκθεση Βιβλίου, επισκέφθηκε την πρωτεύουσα για να συναντήσει το αναγνωστικό της κοινό μέσα από παρουσιάσεις σε σχολεία και βιβλιοπωλεία. Η συζήτησή μας ξεκίνησε απροσδόκητα, με μια ζωηρή ανταλλαγή απόψεων για την εκπαιδευτική πραγματικότητα στη Γερμανία και την Ελλάδα, τις διαφορές αλλά και τις κοινές προκλήσεις.

Αφού ξεκινήσαμε τη συζήτησή μας μιλώντας για τα εκπαιδευτικά συστήματα σε Γερμανία και Ελλάδα, θα ήθελα να το συνεχίσουμε από εκεί. Σπούδασες οπτική επικοινωνία — μπορείς να μας εξηγήσεις τι ακριβώς είναι αυτό; Και όταν ξεκίνησες, είχες ήδη στο μυαλό σου την εικονογράφηση, και συγκεκριμένα την εικονογράφηση παιδικών βιβλίων ή προέκυψε στην πορεία;
Η οπτική επικοινωνία είναι, ουσιαστικά, η μελέτη του πώς οι εικόνες μεταφέρουν νόημα. Συνήθως σκεφτόμαστε την επικοινωνία ως κάτι λεκτικό, όμως εδώ εξετάζουμε πώς οι εικόνες, η φωτογραφία, ο γραφιστικός σχεδιασμός και άλλα οπτικά μέσα “μιλούν” σε εμάς. Κατά τη διάρκεια των σπουδών μου πήρα διάφορα μαθήματα — φωτογραφία, εικονογράφηση, εταιρική ταυτότητα και άλλα — όλα με στόχο να κατανοήσουμε πώς οι εικόνες μεταφέρουν ιδέες. Όταν ξεκίνησα στη σχολή, δεν μπορούσα να πιστέψω ότι είχα περάσει. Δεν θεωρούσα τον εαυτό μου δημιουργικό, ούτε ζωγράφιζα ιδιαίτερα. Όμως τα πήγα εξαιρετικά στις εισαγωγικές εξετάσεις. Παρ’ όλα αυτά, ακόμα και τότε είχα πολλές αμφιβολίες για τον εαυτό μου. Δεν ήταν παρά μόνο στο πρώτο εξάμηνο, όταν παρακολούθησα τα μαθήματα της γραφιστικής και της εικονογράφησης που παρατήρησα το ενδιαφέρον των καθηγητών και των συμφοιτητών για τη δουλειά μου. Πήρα τους καλύτερους βαθμούς και πολλή ενθάρρυνση. Τότε άρχισα να πιστεύω ότι ίσως τελικά είμαι στο σωστό μέρος. Όταν έφτασα στο σημείο να αρχίσω να δουλεύω τη διπλωματική μου, ήξερα ότι η εικονογράφηση ήταν ο δρόμος μου. Άρα δεν ήταν προγραμματισμένο, ήρθε σταδιακά.

Δηλαδή η εικονογράφηση δεν ήταν ο αρχικός σου στόχος;
Καθόλου. Δεν την είχα καν σκεφτεί στην αρχή.

Πάμε στα βιβλία σου. Πες μας για το Ξενοδοχείο των Συναισθημάτων. Ξέρουμε ότι ξεκίνησε ως πρότζεκτ στη σχολή. Πώς εξελίχθηκε όμως σε βιβλίο και, τελικά, σε διεθνές μπεστσέλερ;
Όλα έγιναν πολύ φυσικά — σχεδόν μοιραία. Την ημέρα της τελικής μου παρουσίασης στο μεταπτυχιακό, ο καθηγητής μου, ο Sven Völker, που είναι και εξαιρετικός δημιουργός εικονογραφημένων βιβλίων, είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον εκδότη του. Μόλις μια ώρα μετά, του έδειξε το βιβλίο μου και υπήρξε άμεσο ενδιαφέρον. Παραχώρησα τα δικαιώματα και το βιβλίο εκδόθηκε στη Βρετανία και τις ΗΠΑ. Ο εκδότης πίστευε ότι στην Έκθεση της Μπολόνια θα πουλούσαμε τα δικαιώματα σε τέσσερις ή πέντε χώρες. Θυμάμαι ότι το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν “Τι; Μόνο τέσσερις; Εγώ θέλω τριάντα!” Δεν το είπα δυνατά, αλλά το ευχόμουν. Και τότε ήρθε η Μπολόνια και η ανταπόκριση ήταν εντυπωσιακή. Πλέον έχουμε πουλήσει δικαιώματα σε σχεδόν 30 γλώσσες.

Άλλαξε πολύ το βιβλίο από τη διπλωματική σου μέχρι την τελική έκδοση;
Όχι δραματικά, αλλά ναι, κάναμε επιμέλεια μέσα σε ένα μήνα. Η πλοκή και το κείμενο χρειάζονταν δουλειά, ειδικά επειδή δεν είμαι (ούτε ακόμα είμαι πλήρως) εκπαιδευμένη συγγραφέας. Ο επιμελητής μου με βοήθησε πολύ. Το τελικό βιβλίο δεν ακολουθεί μια παραδοσιακή αφήγηση, αλλά λειτουργεί με τον δικό του τρόπο.

Τι σε ενέπνευσε να δημιουργήσεις το Ξενοδοχείο των Συναισθημάτων; Ήταν κάτι προσωπικό;
Απόλυτα. Όλα μου τα βιβλία είναι προσωπικά. Για πολύ καιρό, δεν ήξερα πώς να διαχειριστώ τα συναισθήματά μου. Η δημιουργία του Ξενοδοχείου των Συναισθημάτων ήταν ένας τρόπος να υπενθυμίσω στον εαυτό μου όσα είχα μάθει. Ήταν μια θεραπευτική διαδικασία.

Όταν συναντηθήκαμε στη Μπολόνια, μιλήσαμε για το κοινό σου. Ανέφερες ότι γράφεις και για παιδιά και για ενήλικες. Το κάνεις αυτό συνειδητά; Είναι δύσκολο;
Δεν γράφω για συγκεκριμένες ηλικίες — γράφω για ανθρώπους. Είτε είναι 5, 50 ή 100 ετών, τα συναισθήματα είναι τα ‘ίδια. Ο στόχος μου είναι να δημιουργώ κάτι που θα ήθελα να διαβάσω κι εγώ και κάτι που νιώθω ότι λείπει από τον κόσμο.

Και τα δύο βιβλία — Ξενοδοχείο των Συναισθημάτων και Το Τσίρκο των Σκιών — χρησιμοποιούν μεταφορές. Γιατί επιλέγεις αυτόν τον τρόπο έκφρασης;
Οι μεταφορές με βοηθούν να κατανοώ τα πράγματα. Κάνουν τα αφηρημένα συναισθήματα πιο εύκολα διαχειρίσιμα και λιγότερο άμεσα, κάτι που λειτουργεί παρηγορητικά. Στο μεταπτυχιακό μου διάβασα πολύ για τη Βιβλιοθεραπεία και σχεδίασα εικονογραφημένα βιβλία για θεραπευτικά περιβάλλοντα. Κάτι πολύ σημαντικό που μου είπαν διάφοροι θεραπευτές με τους οποίους έχω μιλήσει είναι ότι οι μεταφορές βοηθούν πολύ επειδή προσφέρουν απόσταση, ενώ ταυτόχρονα δημιουργούν το κατάλληλο περιβάλλον ώστε να έρθει και η κατανόηση της κατάστασης.

Πιστεύεις ότι τα εικονογραφημένα βιβλία βοηθούν πραγματικά τα παιδιά να διαχειριστούν τα συναισθήματά τους;
Όταν έφτιαχνα το Ξενοδοχείο των Συναισθημάτων το ήλπιζα. Τώρα ξέρω πως ισχύει. Λαμβάνω μηνύματα από θεραπευτές, δασκάλους και γονείς που μου λένε πόσο το βιβλίο αυτό άγγιξε τους αναγνώστες. Στην Ελλάδα είχα την ευκαιρία να γνωρίσω παιδιά από κοντά. Ένα αγόρι, ο Δημήτρης, μου είπε: «Διαβάζω το βιβλίο σου κάθε μέρα. Είναι το αγαπημένο μου». Αυτό σήμαινε πολλά για μένα.

Πώς δημιουργείς τις εικονογραφήσεις σου; Δουλεύεις αναλογικά, ψηφιακά ή και τα δύο;
Συνδυαστικά. Έχω διαπιστώσει ότι αυτός ο συνδυασμός λειτουργεί καλύτερα για μένα. Παρ’ όλα αυτά, προσπαθώ να στραφώ περισσότερο προς τον παραδοσιακό τρόπο σχεδιασμού. Στο επόμενο βιβλίο μου, θέλω περίπου το 80% να είναι αναλογικό. Είναι μια διαδικασία.

Άρα έρχεται και τρίτο βιβλίο;
Ναι! Για την ακρίβεια, έρχονται πολλά. Το ένα θα είναι ένα διαδραστικό βιβλίο-εργαστήριο βασισμένο στο Ξενοδοχείο των Συναισθημάτων. Πρόκειται για μια διασκεδαστική εκδοχή του βιβλίου μου, όπου οι αναγνώστες θα εξερευνούν το δικό τους ξενοδοχείο συναισθημάτων. Πώς είναι το κτίριο; Ποιους “επισκέπτες” φιλοξενούν; Πώς διαχειρίζονται συναισθήματα όπως για παράδειγμα η αυτοπεποίθηση; Είναι ένας παιγνιώδης τρόπος για να εμβαθύνουμε στα συναισθήματα. Υπάρχει κι άλλο ένα βιβλίο σε εξέλιξη, στο ύφος του Ξενοδοχείου και του Τσίρκου. Ελπίζω να εκδοθεί του χρόνου.

Συνεργάζεσαι με τον επιμελητή σου κατά τη διάρκεια της συγγραφής;
Εξαρτάται. Με το Ξενοδοχείο, όχι πολύ, γιατί ήταν ήδη ένα ολοκληρωμένο πρότζεκτ. Αλλά με το Τσίρκο δούλεψα πολύ στενά με τον επιμελητή μου. Στο επόμενο βιβλίο δουλεύω ξανά μόνη μου — τουλάχιστον για τώρα. Ελπίζω να αρέσει στον εκδότη. Είμαι όμως πάντα ανοιχτή σε σχόλια και διορθώσεις. Πιστεύω ότι η συνεργασία είναι σημαντική, παρόλο που προσπαθώ να παραμένω πιστή στην ουσία αυτού που θέλω εγώ να εκφράσω.

Μεγάλωσες στο Κρόιτσμπεργκ, σωστά; Ένα πολυπολιτισμικό κέντρο στο Βερολίνο, με μεγάλο μεταναστευτικό πληθυσμό. Πώς επηρέασαν εσένα αλλά και την τέχνη σου οι σερβικές ρίζες σου και η ζωή στο Βερολίνο;
Καλή ερώτηση! Δεν είμαι Γερμανίδα από καταγωγή, η οικογένειά μου είναι Σέρβοι, οπότε ο χαρακτήρας μου είναι πολύ βαλκανικός, πολύ συναισθηματικός. Αυτό κάποιες φορές συγκρουόταν με τη γερμανική λογική, ειδικά στο σχολείο. Αλλά το Κρόιτσμπεργκ είναι τόσο πολυπολιτισμικό — Τούρκοι, Άραβες, άνθρωποι από παντού — έτσι ήρθα σε επαφή με πολλές κουλτούρες από μικρή ηλικία. Έμαθα να εκτιμώ τις διαφορές. Όταν με ρωτάνε από πού είμαι πάντα λέω ότι είμαι από το Βερολίνο, όχι από τη Γερμανία ή τη Σερβία. Το Βερολίνο έχει τη δική του ταυτότητα.

Σου διάβαζαν βιβλία οι γονείς ή οι παππούδες σου όταν ήσουν παιδί; Θυμάσαι σερβικά παραμύθια ή ιστορίες που επηρέασαν τη φαντασία σου;
Οι παππούδες μου στη Σερβία μου έλεγαν πολλές ιστορίες — κυρίως παραμύθια και μύθους. Όχι τόσο από βιβλία, αλλά προφορικά. Θυμάμαι τη γιαγιά μου να μου λέει ξανά και ξανά την Κοκκινοσκουφίτσα, και ο παππούς μου λάτρευε να μου λέει μύθους, ειδικά έναν για ένα έξυπνο πουλί και μια αλεπού — νομίζω ήταν του Αισώπου. Οπότε ναι, αυτές οι πρώιμες ιστορίες με επηρέασαν σίγουρα, ακόμα κι αν δεν θυμάμαι συγκεκριμένα βιβλία.

Ανέφερες νωρίτερα ότι δουλεύεις πάνω σε δύο νέα βιβλία. Θα δούμε ίσως μελλοντικά και κάποια βιβλία που να μην αφορούν αποκλειστικά τα συναισθήματα;
Ναι, έχω γράψει δύο βιβλία που έχουν πιο κλασική αφήγηση και λιγότερη έμφαση στις συναισθηματικές μεταφορές. Ελπίζω να εκδοθούν σύντομα. Όμως το επόμενο βιβλίο που θα βγει, αυτό που ακολουθεί το Ξενοδοχείο και το Τσίρκο, θα συνεχίσει σε εκείνο το συναισθηματικό, μεταφορικό ύφος. Τα νιώθω συνδεδεμένα — σαν μια άτυπη τριλογία.

Υπενθυμίζεται ότι τα βιβλία της Lidia Brankovic, To Ξενοδοχείο των Συναισθημάτων και το Τσίρκο των Σκιών κυκλοφορούν τα ελληνικά σε μετάφραση Τζέμας Δεσύλλα από τις Εκδόσεις Διόπτρα.

ΜΟΙΡΑΣΕ ΤΟ

Διαβάστε ακόμα

Chris Haughton

Ο Chris Haughton, διεθνώς αναγνωρισμένος δημιουργός εικονογραφημένων βιβλίων για παιδιά, μιλάει στη Ζωή Κοσκινίδου για το πρώτο του βιβλίο γνώσεων,

Κλαίρη Γεωργέλλη

“Το να συνομιλείς με το ίδιο σου το έργο μετά από 21 χρόνια έχει πολύ ενδιαφέρον. Είναι μεγάλη πρόκληση να

Anete Melece

Λίγο πριν την επίσκεψή της στην Ελλάδα για δύο πολυαναμενόμενες εκδηλώσεις — το Σάββατο στο βιβλιοπωλείο Κουκίδα στην Κόρινθο και